Κλεισμένη στον πύργο.
Η Αγία Βαρβάρα γεννήθηκε στην Ηλιούπολη την μεγάλη της Κοίλης Συρίας, το 290 μ.Χ. Η πόλη αυτή ήτανε μια από τις έδρες του χριστιανομάχου Μαξιμιανού. Ο δε Μαξιμιανός ήτανε αυτοκράτορας της Ρώμης.Τον πατέρα της τον λέγανε Διόσκορο και ήτανε πολύ πλούσιος και με μεγάλη κοσμική εξουσία και δύναμη. Ήτανε άρχοντας της Ηλιουπόλεως, Τοπάρχης, όπως ονομάζονταν τότε. Συγχρόνως όμως ήτανε και ιερεύς των ειδώλων και φανατικός ειδωλολάτρης.Η Βαρβάρα ήταν μοναχοκόρη. Είχε κάλλος, καί ομορφιά μοναδική. Ο πατέρας της, που την αγαπούσε υπερβολικά, προσπάθησε να της δώσει την καλύτερη ανατροφή και μόρφωση. Οι τρόποι της, η ευγένειά της και η συμπεριφορά της, τραβούσαν τα βλέμματα όλων και τους έκαναν να την ζηλεύουν. Εν τω μεταξύ πέθανε η μητέρα της Βαρβάρας και ο πατέρας της, για να την προφυλάξει από τα κακά βλέμματα και τις βλαβερές παρέες, της έκτισε σε ένα προάστειο έναν πύργο. Μια πολυτελέστατη, όπως θα λέγαμε σήμερα, βίλα. Μέσα σ' αύτόν έβαλε όλα τα καλά, το κάθε αναγκαίο και πολυτελές στόλισμα, για να περνάει η κόρη του βασιλικά.Για να την υπηρετούν δε στον πύργο, έβαλε γυναίκες και νεαρές κοπέλλες. Έτσι μεγάλωνε, κι' έφτασε στα δεκαπέντε - δεκαέξη χρόνια της. Όλο και νέοι προξενητάδες πηγαίνανε στον πατέρα της, τον Διόσκορο και την ζητούσανε σε γάμο.Πλούσιοι άρχοντες και ξακουστά ονόματα του καιρού εκείνου θέλανε να την παντρευτούνε. Αλλά ο πατέρας της δεν το αποφάσιζε. Δεν ήθελε να βιαστεί. Περιμένει να το θελήσει πρώτα η κόρη του.
Η πρώτη σύγκρουση
Όταν όμως είδε ότι όλο και νέοι γαμπροί παρουσιαζόταν, η δε Βαρβάρα, ούτε και μιλούσε καν για το ζήτημα αυτό, άφησε κάποια ημέρα τις δουλειές του και πήγε έξω στον πύργο και την ρώτησε τι σκέπτεται για το ζήτημα αυτό. Εκείνη αρνήθηκε να του υποσχεθεί, ότι σκέπτεται να παντρευτεί και του είπε :-Δεν θέλω πατέρα, να μου μιλήσεις, γι' αυτό το θέμα. Αν μου ξαναμιλήσεις,θα με αναγκάσεις να σκοτωθώ και θα κλαις έπειτα το χαμό του παιδιού σου.Ο πατέρας της τότε γύρισε λυπημένος από τον πύργο χωρίς να επιμείνει περισσότερο. Είχε την ελπίδα, ότι ο χρόνος και ο καλός τρόπος θα άλλαζε τα μυαλά της και τότε εκείνη μονάχη της θα το ζητούσε να παντρευτεί. Αλλωστε ήτανε και μικρή. Δεκαέξη χρονών.
Πως έγινε Χριστιανή
Γιατί όμως η χαριτόβρυτη αυτή νέα δεν ήθελε να παντρευτεί; Κάτι είχε προηγηθεί. Είχε συμβεί κάποιο σοβαρό και μεγάλο γεγονός στην ζωή της, που δεν είχε καταλάβει ο πατέρας της.Εκεί στην μοναξιά του πύργου, έβλεπε η μικρή Βαρβάρα την γύρω φύση και φιλοσοφούσε. Κοίταζε τον ουρανό με τ' απειράριθμα άστρα, που μέ τόση τάξη ακολουθούσανε καθημερινώς το δρόμο τους. Έβλεπε τον ήλιο, που φώτιζε και ζέσταινε τον κόσμο. Παρατηρούσε την γη με τα βουνά, τις βρύσες, τους ποταμούς και τις Θάλασσες. Έβλεπε, ακόμη τις βροχές, τα χιόνια, τις πάχνες. Παρατηρούσε επίσης τα χλοερά λειβάδια, τους καταπράσινους κάμπους, τα δένδρα με τους καρπούς τους ωραίους και ποικίλους. Τα κοίταζε και σ' όλα αυτά έβλεπε μια αρμονία. Σ' όλα φανερωνότανε η σφραγίδα ενός μεγάλου σοφού Δημιουργού.Δεν μπορούσε ποτέ να πιστέψει, ότι αυτά τα θαυμάσια μπορούσαν να φτιάξουν οι ξύλινοι και πέτρινοι Θεοί, που ούτε ακούνε, ούτε βλέπουνε, ούτε σκέπτονται. Ήξερε καλά, πως όλοι αυτοί ήτανε έργα ανθρώπων.-Αλλά εις το να ιδεί αυτή και να πιστέψει στον αληθινό θεό την βοήθησε και κάποια κρυφή Χριστιανή, που είχε εισχωρήσει εις τόν πύργο και ήτανε εις την υπηρεσία της. Οι Χριστιανοί τότε παντού εισχωρούσαν με κίνδυνο της ζωής τους, για να τραβήξουν ψυχές, στήν Πίστη του Χριστού. Αυτή η Χριστιανή σιγά σιγά την εδίδαξε, ποιος είναι ο Αληθινός θεός, ο Δημιουργός του Σύμπαντος και για ποιο σκοπό έπλασε την ανθρωπότητα.Της είπε, πως ο θεός έστειλε στον κόσμο τον Μονάκριβο Υιόν Του, τον Ιησούν Χριστόν για να τον σώσει. Της ανέφερε έπειτα λεπτομερώς τα θαύματα και την διδασκαλίαν του Χριστού. Την εδίδαξε τέλος τι πρέπει να κάνει ο άνθρωπος, για να έκπληρώσει τον προορισμό του εδώ στη γη, ώστε να ζήσει αιώνια εκεί κοντά στον Θεό.Η Χριστιανή αυτή την πήγε κρυφά και στην χριστιανική κατακόμβη, την γνώρισε με τον Ιερέα, που είχε έλθει από την Αλεξάνδρεια σαν έμπορος. Αυτός την κατήχησε κι' έπειτα από λίγο καιρό την βάπτισε. Η χαρά τώρα της Βαρβάρας ήταν ανείπωτη. Τώρα ζούσε σένα καινούργιο κόσμο. Επλεε μέσα στην χαρά και στην ευτυχία. Καταλάβαινε πλέον πως τα κάλλη, τα πλούτη και η μόρφωσή της, ήτανε μηδαμινά μπροστά στον Θησαυρό της πίστεως που ανεκάλυψε. Ήθελε πλέον να αφιερωθεί ολοκληρωτικά στον Νυμφίον Χριστόν.-Μια ζωή έχομε, έλεγε, και είναι τόσο μικρή. Γι' αυτό πρέπει να την περάσωμε με τον πιο καλό και θεάρεστο τρόπο. Άλλωστε από την ζωή αυτή εξαρτάται το αιώνιον μέλλον μας.Αυτός ήτανε και ο λόγος, που αρνήθηκε στον πατέρα της να παντρευτεί. Εκείνος όμως νόμισε, ότι αυτό προήρχετο από τον νεαρόν της ηλικίας της, από την αυστηρή απομόνωση από την αποξένωση από τήν κοσμική ζωή τις διασκεδάσεις και τα τοιαύτα. Γι' αυτό άλλαξε τακτική. Της επέτρεψε τώρα να βγαίνει από τον πύργο ελεύθερα, να συνάπτει σχέσεις, να συναναστρέφεται με όποιον θέλει και να πηγαίνει όπου θέλει.Αυτό άλλωστε, που δεν ήθελε η Βαρβάρα ! Διότι την ελευθερία της αυτή την χρησιμοποίησε να συνδέεται με Χριστιανές και να παρακολουθεί με προφυλάξεις, βέβαια τις Ακολουθίες και τα κηρύγματα των διωκομένων Χριστιανών. Της έκανε δε μεγάλην εντύπωση τα μαρτύρια των Χριστιανών.Από αυτά στερεώθηκε πολύ στη Πίστη
Το τρίτο παράθυρο
Ο πατέρας της κάποτε θα έφευγε για ταξίδι, το οποίο θα διαρκούσε αρκετό διάστημα. Η Βαρβάρα τον παρεκάλεσε να της κτίσει κοντά στον πύργο ένα ωραίο λουτρό। Ο Διόσκορος, ευχαρίστως το αποφάσισε. Εξ άλλου ποτέ δεν της χαλούσε το χατήρι. Κάλεσε, λοιπόν τούς μηχανικούς του και τους έδωσε οδηγίες πως να το φτιάξουν. Και εκείνοςέφυγε σ' άλλη πόλη, για νά τακτοποιήσει τις διάφορες υποθέσεις του.Οι τεχνίτες και οι εργάτες αρχίσανε τη δουλειά τους. Η Βαρβάρα κοιτάζοντας το έργο είδε, ότι η οικοδομή, που κατασκευάζανε είχε μόνο δύο παράθυρα. Παρεκάλεσε τότε τους μαστόρους να προσθέσουν και τρίτο παράθυρο. Οι τεχνίτες και οι εργάτες διστάζανε στην αρχή, διότι η εντολή του πατέρα της ήτανε, γιά δύο μόνον παράθυρα.Εκείνη όμως είπε να κάνουν και τρίτο παράθυρο. Όσον δε αφορά την διαταγή του πατέρα της, τους βεβαίωσε ότι αν χρειασθεί, θ' αναλάβει αυτή να δώσει λόγο.Τότε οι εργάτες ανοίξανε, χωρίς φόβο και τρίτο παράθυρο. Με την επιστασία δε της σεμνής κόρης, τελείωσε το έργο εκείνο. Ήταν πράγματι ωραίο και φωτεινό λουτρό.Ένα γλυκό πρωινό μπήκε η ευσεβής βαρβάρα στο λουτρό και γεμάτη χαρα καί ευτυχία εχάραξε πάνω στό μάρμαρο ένα Σταυρό. Συνέβη όμως τότε κάτι το Θαυμαστό. Το σημείο του Σταυρού χαράκτηκε στό μάρμαρο, χωρίς να μπορεί κανείς να το σβύσει με τίποτε. Εμεινε ανεξίτηλο.Κάποια όμως ημέρα γύρισε από το λουτρό και κοίταξε με λύπη τα είδωλα, που προσκυνούσε ο πατέρας της. Ενοιωσε μιά μεγάλη απογοήτευση, για το ξέπεσμα το ανθρώπινο. Στέναξε με πόνο από το βάθος της καρδιάς της, για την αγνωμοσύνην προς τον Θεόν και είπε :-Αλλοίμονο ! τι Κρίμα ! Οι άνθρωποι ξεχάσανε τον Δημιουργό και πιστεύουνε στα κατασκευάσματά τους. Κλείνουν τα μάτια μπροστά στήν Αλήθεια και γονατίζουν μπροστά στο ψέμμα. Επειτα έφτυσε τα αγάλματα, και μπήκε στον πύργο της.Άρχισε εκεί να παρακαλεί τον θεόν να συγχωρήσει τον πατέρα της, για την αμαρτία της ψεύτικης πίστεως και να τον βοηθήσει ν' ανοίξουν τα μάτια του και να ιδεί την ειδωλολατρική πλάνη. Ήθελε δε να βρει ευκαιρία να του μιλήσει για την πλάνη της ειδωλολατρικής Θρησκείας και την Αλήθεια της Χριστιανικής Πίστεως. Ύστερα από μερικές ημέρες τελείωσαν οι υποθέσεις του Διόσκορου και γύρισε πάλι στην πόλη του και στο σπίτι του. Πρώτη του δουλειά, μόλις έφθασε στον Γελασό, ήταν να κοιτάξει το καινούργιο λουτρό. Οταν όμως είδε και το τρίτο παράθυρο οργίσθηκε φοβερά. Οι μαστόροι φοβηθήκανε, αλλά η Βαρβάρα τους έβγαλε από τη δύσκολη θέση, όπως τους το είχε υποσχεθεί.-Εγώ, είπε στον πατέρα της, διέταξα να γίνουν τρία παράθυρα. Τρία είναι, πατέρα τα παράθυρα που φωτίζουν κάθε άιθρωπο, που έρχεται στον κόσμον! Με αυτά τα λόγια εννοούσε η σεμνή νέα την υπόσταση της Αγίας Τριάδας. Ο πατέρας της βέβαια ούτε μπόρεσε να καταλάβει τα συμβολικά λόγια της κόρης του. Την πήγε όμως με βία στο λουτρό ρωτώντας την :--Πως γίνεται φωτιστικό το Φως των τριών παραθύρων για κάθε άνθρωπο ;-Πρόσεξε, πατέρα, του είπε και θα καταλάβεις καί πρόσθεσε:Έκανε έπειτα το σημείο του Σταυρού. Του έδειξε τα ενωμένα δάκτυλα του δεξιού της χεριού.-Πατήρ,Υιός και Αγιον Πνεύμα. Με το Φως αυτό των Τριών Προσώπων της Αγίας Τριάδας ζωογονείται, φωτίζεται, λαμποκοπά κι' αστράφτει όλος ο κόσμος. Σαν άκουσε τα λόγια αυτά ο πατέρας της, ο λάτρης των ειδώλων, τυφλώθηκε από τον Θυμό του. Έχασε ότι εκείνη ήτανε κόρη του. Ξέχασε ότι ήταν αίμα του. Γεμάτος δε χολή στο βλέμμα και φαρμάκι στη καρδιά, τράβηξε με οργή το ξίφος του και ρίχτηκε κατ' επάνω της να την σφάξει.Εκείνη ξέφυγε από τα χέρια του κι' άρχισε να τρέχει ανηφορίζοντας στο κοντινό βουνό. Ετρεχε πίσω της γεμάτος μίσος, σωστό σκυλί λυσσασμένο, ο πατέρας της να την συλλάβει και την σκοτώσει.Με κομμένη ανάσα στάθηκε στους πρώτους βράχους του βουνού και ζήτησε την θεία προστασία. Η γυναικεία κι' αγνή φωνή της εισακούστηκε... Σε λιγο ο αγριεμένος πατέρας της, που είχε εν τω μεταξύ μείνει πιο πίσω, θα την έφτανε και θα την έσφαζε. Την έχασε όμως από μπροστά του. Τι είχε συμβεί; Εκείνη τη στιγμή ένας βράχος σχίστηκε στα δύο, άνοιξε και έκλεισε στην αγκαλιά του την Αγία. Θαύμα βέβαια έγινε κα τα θαύματα δεν εξηγούνται φυσικά και με την λογικήν. Μήπως και στην έρημο από την πέτρα δέν έβγαλε ο Μωυσής νερό κι' εχόρτασε δύο εκατομμύρια λαός διψασμένος; Δείχτηκε η πέτρα η σκληρή μαλακώτερη από την καρδιά του πατέρα της.Τότε ο σκληρός και βάρβαρος πατέρας ψάχνει παντού. Δεν την βρίσκει όμως πουθενά. Γυρίζει απελπισμένος στο σπίτι του. Πρέπει πάντως να την βρει. Παίρνει και άλλους και χτενίζουν το βουνό. Εν τω μεταξύ πέρασαν αρκετές ημέρες και η Αγία ζούσε με χόρτα στο βουνό. Στο δρόμο όμως μια ημέρα συναντάει δύο βοσκούς. Τους ρωτάει επίμονα και απειλητικά να του πουν αν ξέρουν που κρύβεται η κόρη του.Ένας βοσκός βλέπει στά μάτια του το μίσος και την κακία, αλλά του λέει πως δεν ξέρει τίποτε, πως δεν την είδε. Ο άλλος όμως σκέφτεται με πονηρία. Βλέπει την περίπτωση σαν ευκαιρία για συμφέρον. Και του δείχνει ο δυστυχής με το δάκτυλό του το σημείο, που κρυβότανε η Αγία.Τότε όμως έγινε το θαύμα.Ο θεός τιμώρησε τον πονηρό βοσκό και μεταμόρφωσε τα πρόβατά του σε σκαντζόχοιρους (ακανθοχοίρους) . Καλά να πάθει...Ο Διόσκορος συνέλαβε την κόρη του στο βουνό, την έδειρε αλύπητα. Εν συνεχεία λυπόθυμη σέρνοντάς την και τραβώντας της από τα μαλλιά, την πήγε στο σπίτι του. Εκεί την έβαλε σε αυστηρή απομόνωση. Την έκλεισε σ' ένα στενό δωματιάκι και σφράγισε την πόρτα. Έβαλε δε και σκοπούς να την φρουρούν.
Την καταγγέλλει ο πατέρας της
Έπειτα έτρεξε στον αμέσως ανώτερό του, ηγεμόνα Μαρκιανό, ο οποίος εξουσίαζε τότε τον τόπο εκείνον και του είπε :—Είναι φοβερό αυτό που θα σου πω. Ξέρεις τι μου συμβαίνει; Η κόρη μου καταφρονεί τους Θεούς μας και τιμάει και λατρεύει τον Χριστόν και την θρησκείαν των Χριστιανών! Ο Μαρκιανός τα χάνει μόλις ακούει αυτό και λέει στον Διόσκορο να του στείλει σ' εκείνον την κόρην του, να μιλήσει μαζί της και να ιδεί τι μπορεί να γίνει. Ο Διόσκορος όμως έχει γίνει σκληρός, θηριόψυχος και του λέει:-Άκουσε να μην την λυπηθείς καθόλου. Να την βασανίσεις σκληρά. Να την τιμωρήσεις με όλα τα φρικτά βασανιστήρια. Σε εξορκίζω στ' όνομα τών θεών μας! Εφεραν λοιπόν την Αγίαν Βαρβάραν μπροστά στον Μαρκιανό. Εκείνος μόλις την είδε θαμπώθηκε από την ομορφιά, την σεμνότητα, το ακτινοβόλο βλέμμα της και τον σπάνιο χαρακτήρα της. Με γλυκειά φωνή και κάπως συγκινημένα της είπε.-Βαρβάρα, είσαι τόσο νέα και τόσο ωραία! Μπροστά σου, ανοίγεται μια ολόκληρη ζωή. Σε περιμένουν χαρές και ευτυχία. Πρέπει να ζήσεις και να γλεντήσεις τις τόσες ομορφιές, που μας χάρισαν οι θεοί. Λουλούδια ανοιξιάτικα και χαρές του καλοκαιριού. Γλέντια, ξενύχτια και τραγούδια... Όλα είναι μπροστά σου. Δεν λυπάσαι τον εαυτόν σου; Εγώ λυπάμαι να θανατώσω μια νέα τόσο ωραία ! Σε συμβουλεύω, παιδί μου, να προσκυνήσης τους θεούς των γονέων σου... Λυπάμαι, που στο λέω, αλλά άλλη λύση δεν χωρά. Ή θα γίνει αυτό ή θα θανατωθείς με τα πιο σκληρά μαρτύρια.--Εγώ δεν προσκυνώ τα είδωλα, απάντησε η Μάρτυς Βαρβάρα. Προσκυνώ μόνο τον Κύριό μου και Θεό μου, τον Ι ησούν Χριστόν. Λατρεύω τον Δημιουργό του Ουρανού και της γης. Δεν θα με κάνεις να τον αρνηθώ για τα ψεύτικα είδωλά σου... Εμπρός λοιπόν, κάνε ό,τι νομίζεις.
Αρχίζουν τα μαρτύρια
Μόλις πήρε αυτήν την απάντηση ο Μαρκιανός, ταράχθηκε. Πυρετός κύκλωσε τα νεύρα του και ανέβηκε το αίμα στο κεφάλι του. Διέταξε αμέσως τότε να γυμνώσουν την Αγία και ν' αρχίσουν να την δέρνουν αλύπητα.Αγρια μαστίγια όργωναν το κορμί της Μάρτυρος. Ανοιγαν πληγές και έτρεχαν αίματα. Και επάνω στους φρικτούς πόνους της οι βασανιστές έτριβαν τις πληγές της με τρίχινα ρούχα.Ολοι πάντως θαυμάζανε την υπομονή και την πίστη της. Κι αυτοί ακόμη οι βασανιστές της έμεναν σκεφτικοί και μονολογούσανε :-Αλήθεια! Πως άντεξε. Που την βρήκε τόση δύναμη! Μετά τον άγριο εκείνο ξυλοδαρμό, κλείσανε την Αγία και πάλι στη φυλακή. Πιστεύανε,ότι μια δεύτερη ανάκριση κι' ένα νέο μαρτύριο θά την κάνανε ν' αλλάξει γνώμη... Πόσο όμως γελιώνταν! Τά μεσάνυχτα το σκοτεινό κι' ανήλιαγο κελλί της φυλακής γέμισε από ένα λαμπερό γλυκό φως. Πάνω από εκείνο το θείο φως φάνηκε ο Κύριος, ο Χριστός, που άρχισε να της δίνει θάρρος λέγοντας:-Μη φοβηθείς. Μην απογοητευθείς. Μην λυγίσεις από τα βασανιστήρια αυτών των σκληρών ανθρώπων. Εγώ θά είμαι πάντα μαζί σου! Μετά τα παρήγορα εκείνα λόγια του Χριστού κατάλαβε η Αγία πως κάτι συνέβη στο σώμα της. Δεν ένοιωθε πια τους πόνους των πληγών. Έβαλε τα χέρια της στο κορμί της και είδε, ότι δεν υπήρχαν πληγές.Ο Χριστός την είχε τελείως γιατρέψει. Γονάτισε τότε ευλαβικά κι' άρχισε να δοξολογεί τον Παντοδύναμο.
Η Ιουλιανή
Στο ίδιο τότε κελλί με την μεγαλομάρτυρα Βαρβάρα ήτανε κλεισμένη και η Ιουλιανή. Η Θεοσεβής, κι' ενάρετη εκείνη χριστιανή, ήτανε από καιρό χριστιανή. Όταν όμως είδε το θαύμα της θεραπείας των πληγών της Αγίας Βαρβάρας, πίστεψε, ολόψυχα, ότι ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός κυβερνά τον κόσμο και έχει παντοδυναμία.Πήρε, λοιπόν, τότε και αυτή την μεγάλη απόφαση νά εκδηλώσει την αγάπη της στ' όνομά Του με την θυσία της, το μαρτύριό της. Πήρε την απόφαση να μη Τον αρνηθεί, έστω και αν της κάνουν τα πιο φρικτά βασανιστήρια του κόσμου...
Ο Μαρκιανός διαστρέφει το Θαύμα
Την άλλη μέρα ο Μαρκιανός διατάζει και φέρνουν πάλι μπροστά του την Αγία. Μόλις την βλέπει, γεμάτη ομορφιά και χάρη και χωρίς ίχνος από τις άγριες πληγές των μαστιγίων και της αλύπητης σκληρότητος τα χάνει. Δεν μπορεί να εξηγήσει, πως συνέβη αυτό. Προσπαθεί όμως να κρυφτεί. θέλει να δικαιολογήσει αυτό που βλέπει. Γι' αυτό της λέει :-Βλέπεις, λοιπόν την δύναμη των Θεών μου; Βλέπεις πως σε λυπηθήκανε και σου γιατρέψανε τις πληγές;Αλλά η μεγαλομάρτυς δεν τον αφήνει να προχωρήσει πιο πολύ. Τον καρφώνει στην θέση του. Μάταια αγωνίζεται εκείνος να κλέψει δόξα και δύναμη από τον θεό, για να την δανείσει στα ψεύτικα είδωλα.Η φωνή της ακούγεται γενναία και σταθερή :-Πως είναι δυνατόν να έχουν κάνει ένα τέτοιο θαύμα οι θεοί σου που είναι τόσο τυφλοί και αδύνατοι, όπως και συ ο ίδιος; Πως μπορούν εκείνοι να κάνουν και το παραμικρό, αφού οι ίδιοι ζητούν την βοήθεια των ανθρώπων; Όχι! Μην προσπαθείς να ξεγελάσεις τους τριγύρω σου. Δεν μ' εθεράπευσαν οι θεοί σου. τις πληγές μου τις γιάτρεψε Εκείνος, που είναι ο μόνος δυνατός, ο μόνος που μπορεί να λυτρώνει και σώνει σώματα καί ψυχές. Είναι ο Χριστός! Εκείνον εσύ δεν μπορείς να τον ιδείς. Είσαι τυφλωμένος. Το σκοτάδι της αμαρτίας σου φράζει το δρόμο στο δικό Του φώς.
Η Ιουλιανή και η Βαρβάρα βασανίζονται σκληρά
Η ομολογία της πίστεως, που έκανε η Αγία μπροστά στον Μαρκιανό, αλλά και ο έλεγχός της, για τα κλειστά μάτια του, μπροστά στην αλήθεια, τον έκανε έξω φρενών.Διέταξε αμέσως ν' αρχίσει το απάνθρωπο βασανιστήριο. Με σιδερένια νύχια ξέσχιζαν τις σάρκες της Αγίας και την κτυπούσανε στο κεφάλι με σφυριά, χωρίς λύπη. Το αίμα της πηδούσε από τις φλέβες άφθονο, και όλο της το σώμα είχε παραμορφωθεί. Η Ιουλιανή έβλεπε το τρομερό μαρτύριο της Αγίας Βαρβάρας. Συνήθως όλους τους φυλακισμένους τους πηγαίνανε στον τόπο, που βασάνιζαν τους μάρτυρες, για να τρομοκρατηθούνε και να αρνηθούνε την Πίστη τους. Τότε πόνεσε κατάβαθα η Ψυχή της. Δεν άντεξε να κρατηθεί αδιάφορη, ξέσπασε σε κλάματα. ο Μαρκιανός, που παρακολουθούσε ο ίδιος το μαρτύριο της Αγίας Βαρβάρας, μόλις την είδε την Ιουλιανή να κλαίει, την ρώτησε : Εσύ ποια είσαι και γιατί κλαις;—Είμαι Χριστιανή και συμπαθώ την Βαρβάρα, που βασανίζεται! είπε κλαίγοντας.Δεν ρώτησε τίποτε άλλο ο Μαρκιανός. Οσα άκουσε του ήταν αρκετά. Διέταξε να την κρεμάσουν και αυτήν. Να ξεσχίσουν και αυτής τις σάρκες και ν' αρχίσουν να την καίνε με αναμμένες λαμπάδες. Αρχισε, λοιπόν, έτσι και το οδυνηρό μαρτύριο της ιουλιανής.Στην ώρα λοιπόν που την βασανίζανε, στην ώρα της φρίκης των πόνων, στην ώρα της μεγάλης δοκιμασίας, σήκωσε τά μάτια της στον ουρανό και προσευχήθηκε η Ιουλιανή :—Δέσποτα Χριστέ μου, Συ είσαι καρδιογνώστης και παντοδύναμος, Συ τα ξέρεις όλα. Γνωρίζεις, ότι αυτή την στιγμή υποφέρω φρικτά βασανιστήρια για την αγάπη Σου. Σε παρακαλώ βοήθησέ με να υπομείνω μέχρι το τέλος, να νικήσω και να μην περηφανεύεται αυτός ο άπιστος, ότι με ανάγκασε να γονατίσω και να σ' αρνηθώ. Βοήθησέ με, για να ανταποκριθώ στην αγάπη Σου.Τότε μανιασμένος ο Μαρκιανός, διότι δεν μπορούσε με τόσα μαρτύρια ν' αλλάξει το μυαλό και την πίστη δύο γυναικών, διέταξε να κόψουν τους μαστούς και των δύο μαρτύρων. Εγινε. Αυτό όμως δεν άλλαξε την απόφασή τους.Η πίστη τους ήταν βαθειά ριζωμένη.Και πάνω σ' αυτή την άγρια θύελλα της οργής του Μαρκιανού, η Βαρβάρα δεν τα χάνει.Ξέρει,ότι οι μέρες της επίγειας ζωής της τελειώνουν. Δεν θέλει όμως να κυλήσει ούτε μια στιγμή χωρίς προσευχή. Υμνεί και δοξάζει συνεχώς τον Δημιουργό. Και στον αβάσταχτο πόνο της τα μάτια της κοιτάζουν ψηλά. Τ' αγνά χείλη ανοιγοκλείνουν και ψιθυρίζουν την πιό γλυκειά και την πιο Θερμή προσευχή από το ψαλτήρι, που το είχε μάθει άπ'έξω.—Κύριε, είπε, μη μας στερήσεις από του να δούμε το πρόσωπό Σου, και μην απομακρύνεις από μας το πνεύμα Σου το Άγιο. Δώσε μας την χαρά και την αγαλλίαση του ουρανού και στήριξέ μας στον φόβο Σου και στην αγάπη Σου.Αλλά ο Σατανάς δεν σταματάει ως έδώ. Κυρίαρχος πλέον στην σκέψη και στην απόφαση των ειδωλολατρών αρχόντων, άλλη δοκιμασία βρίσκει για την Αγία και την βάνει στο μυαλό του Μαρκιανού. Και εκείνος την εκτελεl αμέσως.Διατάζει να γυμνώσουν την Μάρτυρα και να την γυρίσουν έτσι στην πόληι, για να διασκεδάσει ο λαός και να εκδικηθεί ο ίδιος.—θα της δείξω εγώ! είπε. Εκείνη που υπερηφανεύεται, ότι κανένας δεν είδε το κορμί της και κανένας δεν άγγιξε την ομορφιά της, θα γίνει τώρα θέαμα και ρεζίλι θα γελούν και θα την κοροιδεύουν οι νέοι και συγχρόνως θα την κτυπούν οι ραβδούχοι και οι μαστιγωτές.Σ' έκείνη τώρα την κρίσιμη στιγμή η Αγία Βαρβάρα βρίσκει καταφύγιο την προσευχή.-Κύριε, είπε από το βάθος της καρδιάς της, Σύ σκεπάζεις τον ουρανό με τα σύννεφα και τυλίγεις την γη με τις ομίχλες. Σε παρακαλώ βοήθησέ με και σκέπασέ με. Μην αφήσεις να βλέπουν τα γυμνά μέλη μου οι ασεβείς και με περιγελούν. Γλύτωσέ με από τον χλευασμό τους.Αλλά ο θεός, ο πανταχού παρών, που αγαπάει και υποστηρίζει όσους ομολογούν με θάρρος τ' όνομά Του, δεν άφησε απροστάτευτη την Αγία. Βλέπει αυτή σαν αστραπή τη θεία μορφή Του πάνω στο χερουβικό άρμα. Από εκεί έδωσε διαταγή στους αγγέλους να ντύσουν το σώμα της Αγίας με λαμπρή στολή. Κι όχι μόνον αυτό αλλά και στην πόλη, που την γυρίζανε δέρνοντας, έκαμε ομίχλη αδιαπέραστη, ώστε τα ακόλαστα μάτια των ειδωλολατρών να μην μπορούν να την δούνε. Ο Κύριος στο τέλος γιάτρεψε και όλες τις πληγές της.Οταν οι δήμιοι παρουσίασαν στον Μαρκιανό την Αγία έτσι, τόσο ωραία ντυμένη, με θαυμάσια όψη και χωρίς πληγές, τα έχασε. Νόμισε πως την έντυσαν με τέτοιο λαμπρό ένδυμα οι στρατιώτες, παραβαίνοντας τις διαταγές του.Κατάλαβε όμως σε λίγο τι είχε συμβεί. Και επειδή το πήρε απόφαση, ότι δεν υπήρχε κανένας τρόπος να την νικήσει, με τα βασανιστήρια, αποφάσισε να θανατώσει την Αγία Βαρfάρα καί μαζί μ' αύτήν και την άλλη πιστή μάρτυρα του Κυρίου, την Ιουλιανή. Διέταξε λοιπόν να τις αποκεφαλίσουν και τις δυο.
Την σκοτώνει ο πατέρας της
Σε όλα εκείνα τα φοβερά, τρομερά και Θηριώδη μαρτύρια, στα οποία υποβλήθηκε και υπέφερε η μεγαλομάρτυς Βαρβάρα, ήταν παρών και ο σκληρόκαρδος πατέρας της. Τι μαύρη ψυχή! Ασπλαγχνος από την αρχή ως το τέλος. Καθόλου δεν συγκινήθηκε ο άθλιος. Από τα μάτια του δεν χύθηκε ούτε ένα πατρικό δάκρυ. Στο πρόσωπό του δεν φάνηκε ούτε μια γραμμή συμπόνοιας και ανθρωπιάς, όταν έβλεπε το αίμα της κόρης του από τις πληγές των μαρτυρίων να ποτίζει την γη. Ξεροκέφαλος και ξερός σαν πέτρα σε αισθήματα αγάπης θηρίο ανήμερο σε οργή, τίγρις σε μίσος και σ' εκδίκηση. Και όταν βγήκε η καταδικαστική απόφαση ώρμησε σαν μανιασμένο λιοντάρι να σκοτώσει αυτός, με τα ίδια του τα χέρια, το σπλάγχνο του ! Ζήτησε να την εκτελέσει ο ίδιος! Το ζήτησε αυτό από το ψευτοδικαοτήριο εκείνο των ειδωλολατρών. Αρπαξε τότε την κόρη του από τα μαλλιά και κυριολεκτικά σαν τίγρις λυσσασμένη την οδηγεί σ' ένα βουνό, για να την αποκεφαλίσει. Στο ίδιο βουνό πήγανε οι στρατιώτες του Μαρκιανού και την Αγία 'Ιουλιανή.Στο δύσκολο και στερνό εκείνο ανηφόρισμα δεν λυγίσανε οι δούλες Του Κυρίου. Δεν έσταξε από τα μάτια τους δάκρυ. Δεν βγήκε από την καρδιά τους στεναγμός. Δεν ακούστηκε θρήνος. Δεν λυπηθήκανε, που έφευγαν από την ζωή τόσο γρήγορα. Αντίθετα προχωρούσανε με χαρά, με αγαλλίαση και με ηρεμία ολοφάνερη. Βαδίζανε, σαν να πηγαίνανε σε γάμο. Η Αγία Βαρβάρα ενώ προχωρούσε προς τον τόπον της καταδίκης της, είπε τούτη την προσευχή :«Αναρχε θεέ, Συ δημιούργησες τον ουρανό, και θεμελίωσες την γη επάνω στα νερά. Συ έδωσες τον ήλιο να φωτίζει τον κόσμο όλο και τα σύννεφα να βρέχουν. Συ χαρίζεις άφθονα τ' αγαθά σου επί δικαίους και αδίκους. Συ ευεργετεlς καλούς και κακούς, σαν ανεξίκακος και Πανάγαθος. Ακουσε τώρα, πλουσιόδωρε Βασιλεύ, την δούλη σου, που σε παρακαλεί και όποιος μνημονεύει το μαρτύριό μου, πρός δόξαν του αγίου Σου ονόματός, αξίωσέ τον να μη του αγγίξει ποτέ την οικογένειάν του ασθένεια κολλητική, ούτε το σπιτικό του αρρώστεια θανατηφόρα...».Κι' ενώ η Αγία Βαρβάρα έλεγε την προσευχήν αυτή άκουσε μια απόκοσμη, γαλήνια, ουράνια φωνή να προσκαλεί, κι' αυτήν και την Ιουλιανή στην δόξα του ουρανού, και να της υπόσχεται συγχρόνως, ότι θα γινόνταν πραγματικότης εκείνο που ζήτησε στην προσευχή της.Τώρα η Αγία προχωρεί με περισσότερη πίστη προς το μαρτύριον. Κάνει πιο γρήγορα τα βήματά της. Λάμψη χαράς φεγγοβολά στο πρόσωπό της... Και σε κάποιο σημείο του κακοτράχαλου βουνού, σταματούν οι στρατιώτες. Είναι ο τόπος του μαρτυρίου.Η Αγία Βαρβάρα περιμένει το δήμιο. Βλέπει όμως με έκπληξη τον πατέρα της άγριο και κοκκινομάτη να αρπάζει το ξίφος του και να την πλησιάζει να την σκοτώσει ο ίδιος.-Μη πατέρα του φωνάζει! Να με σκοτώσει οποιοσδήποτε άλλος! Μη κάνεις αυτό το φοβερό αμάρτημα. Μη κολασθείς... θα χάσεις την Ψυχή σου...Αλλά εκείνος ήτανε μεθυσμένος από τον εγωισμό και την φιλοδοξία του. Ήθελε να του πουν, μπράβο! οι άλλοι ειδωλολάτρες. Ηθελε να λένε οι άλλοι, ότι έκανε μεγάλο κατόρθωμα.Με ορμή έσυρε το ξίφος του και της έκοψε το κεφάλι, ο άσπλαγχνος και αιμοβόρος! Την ίδια στιγμή αποκεφαλίστηκε και η μάρτυς Ιουλιανή.Οι άγιες ψυχές των παρθένων πετάξανε χαρούμενες στην ολόφωτη Βασιλεία των ουρανών, κοντά στον νυμφίο τους τον Χριστόν.Ο θεός όμως δεν άφησε ατιμώρητον τον κακούργον εκείνο πατέρα και αιμοβόρο παιδοκτόνο. Τον τιμώρησε παραδειγματικά. Ενώ ο ουρανός ήτανε ξάστερος, ακούγεται ξαφνικά τρομακτικός κρότος. Μια αστραπή αυλακώνει τον ουρανό και πέφτει ένας κευραυνός στο κεφάλι του σφαγέα της κόρης του Διόσκορο. Τον κατέκαψε κυριολεκτικώς. Δεν έμεινε ούτε ίχνος από το σώμα του. Και έτσι ο δυστυχής εκείνος, που ήτανε ανάξιος να έχει μια τέτοια κόρη και περίμενε από τον προιστάμενό του Μαρκιανό έπαινο και προαγωγή, έχασε και τούτη και την άλλη ζωή.Την λάμψη του κεραυνού εκείνου την είδε και ο Μαρκιανός. Ητανε σαν μια προειδοποίηση, ότι αν δεν αλλάξει μυαλό, τον περιμένει κι' αυτόν το πύρ το αιώνιον της Κολάσεως. Και δυστυχώς δεν φαίνεται να άλλαξε.
Ο ενταφιασμός των μαρτύρων
Τι γίναν τώρα τα Αγια λείψανα των μαρτύρων νεανίδων; Κάποίος ευσεβής Χριστιανός, που τον λέγανε Ουαλεντίνο, βρέθηκε κατά τύχην εκεί κοντά στον τόπο του μαρτυρίου. Μετά το τρομερό τέλος του Διοσκόρου, πήρε με ευλάβεια τα νεκρά σώματα των δύο μαρτύρων και με ψαλμωδίες, προσευχές και ύμνους πνευματικούς τα μετέφερε στο Γελασό τό χωρίο.Οταν έφτασε εκεί, τα ενταφίασε με κάθε ιεροπρέπεια και τιμή.Τώρα πια δεν μπορούσε να τον εμποδίσει κανείς γιατί ο τρομερός Διόσκορος έλειψε από τη μέση και οι πάντες είχανε τρομοκρατηθεί από την θεική παραδειγματική τιμωρία του πατέρα της Αγίας Βαρβάρας.
Ποιους προστατεύει η αγία
Από τότε το όνομα της Αγίας Βαρβάρας τιμάται με ιδιαίτερο σεβασμό σ' ολόκληρο τον κόσμο. Παντού θα βρεις ναούς και μοναστήρια στο όνομά της.Σε πολλά μέρη την έχουνε ως προστάτη των παρθένων. Τα νοσοκομεία των λοιμωδών νόσων βάζουν το όνομά της σαν έμβλημα. Την έχουνε επίσης την Αγία ως προστάτη από αιφνίδιο θάνατο και φύλακα της ζωής των ανθρώπων, πού δουλεύουνε σε επικίνδυνες και δύσκολες χειρωνακτικές εργασίες. Προστατεύει π.χ. τους μεταλλωρύχους, τους λατόμους, τους οικοδόμους, τους πωλητάς πυρίτιδος, τους ναυτικούς και αμαξοκαρωγωγείς, που τρέχουν στην αγία και ζητούνε δια μέσου αυτής την χάρη και την δύναμη του θεού.Η Αγία είναι για τον Ελληνικό λαό προστάτις κατά της ευλογιάς. Όπως δε ο Άγιος Χαράλαμπος διώχνει την πανούκλα, έτσι και η Αγία Βαρβάρα, απομακρύνει την ευλογιά. Οταν δε η τελευταία αυτή αρρώστεια έπαιρνε μορφή επιδημίας, οι Χριστιανοί έτρεχαν στα εκκλησάκια της Αγίας και έκαναν με πίστη παρακλήσεις για να γλυτώσουν και για να γιατρευτούν. Για να ιδούν την χάρη της και την προστασία της, προσέφεραν Ελόπιττα ή κόλλυβα και κολλυβόζουμο εις δόξαν και τιμή της Μεγαλομάρτυρος Βαρβάρας». Στα μέρη της Μικράς Ασίας, και στην εποχή που η επιδημία της ευλογιάς έκανε θραύση, οι Χριστιανοί έφτιαχναν πίττα με προζύμι και αλεύρι, την έψηναν στον φούρνο και έπειτα την περιέλουζαν με μέλι. Την τοποθετούσαν κατόπιν σ' ένα τραπεζάκι, και το τραπεζάκι το έβαζαν σε ένα σταυροδρόμι. Εκεί πήγαινε ο Ιερέας και έκανε παράκληση.Μετά την παράκληση, η νοικοκυρά έκοβε την πίττα και την μοίραζε στον κόσμο. Και από το μέλι της πίττας αυτής έκανε το σημείο του Σταυρού στις πόρτες τους. Ετσι δεν είχε διατάξει και ο θεός να κάμουν οι Εβραίοι στην Αίγυπτο; Να αλείψουνε δηλ. τα πορτόξυλα του σπιτιού με το αίμα του πασχαλινού αμνού, δια να μπει στα σπίτια τους ο εξολοθρευτής άγγελος, που θανάτωσε τα πρωτότοκα παιδιά των Αιγυπτίων. Πόση σημασία έχουν τα έθιμα του λαού!
Τα λείψανά της
Ο αυτοκράτορας Λέων ο Σοφός (886 - 912) έκτισε στην Κωνσταιτινούπολη και μέσα στα ανάκτορά του, ναόν εις το όνομα της Αγίας Βαρβάρας. Σ' αυτόν είχανε τοποθετηθεί τα λείψανά της. Τα λείψανα της Αγίας μετεφέρθησαν από την Βενετία στην Κωνσταντινούπολη το 911. Δεν έμεινεν δε εκεί ολόκληρο το λείψανό της αλλά μέρος από αυτό.Η θυγατέρα του αυτοκράτορος Αλεξίου Κομνηνού ονομαζομένη Βαρβάρα η οποία ειχε παντρευτεί τον Ρώσο, μεγάλο Δούκα του Κιέβου Σβιατοπόλκ Μιχαήλ, πήρε μέρος των Ιερών λειψάνων της Αγίας Βαρβάρας από την Κωνσταντινούπολη και τα απέθεσε εις τον ναόν της Μονής Κίεβο - Μιχαήλ, τον οποίο έκτισε ο Σβιατοπόλκ το 1108...
Η Αγία Βαρβάρα στήν τέχνη
Στην βυζαντινή τέχνη της Ορθοδόξου Ανατολικής Εκκλησίας η Αγία Βαρβάρα, παριστάνεται ωραία, αλλά το κάλλος της ακτινοβολεί και τς ψυχικές της αρετές. Σ' αυτό έγκειται το μυστικό της βυζαντινής αγιογραφίας. Ενώ η αγιογραφία των Δυτικών είναι σαρκική, όχι πνευματική.Με το δεξί της χέρι κρατάει τον Σταυρόν, ενώ το αριστερό της χέρι έχει ανεστραμμένη την παλάμη, για να συμβολίζει μ' αυτό την υπομονή στο μαρτύριο και στις δοκιμασίες.Στις ζωγραφικές συνθέσεις του μαρτυρίου της παριστάνεται καταδιωκομένη από τον σκληρό πατέρα της, που κρατάει ξίφος. Και στό βάθος των συνθέσεων αυτών διακρίνεται ο πύργος της Αγίας Βαρβάρας..Αλλοτε πάλι βλέπομε την Αγία ν' απεικονίζεται με σθένος και με τόλμη. Στο αριστερό χέρι της κρατεί δάφνη, που συμβολίζει την νίκη κατά του διαβόλου. Στο δεξί κρατεί τον Σταυρόν ή το Αγιον Ποτήριον. Το Αγιον Ποτήριον στα χέρια της Μεγαλομάρτυρος φανερώνει την αγάπη της για τον Χριστό, αλλά φανερώνει επίσης και την δική της θυσία.Η εορτή της Αγίας Βαρβάραc„ έχει ορισθεί, σαν επίσημος εορτή του πυροβολικού σε πολλά κράτη του κόσμου. Και τούτο, διά τον κεραυνό, που σκότωσε τον πατέρα της.Το έθιμο αυτό επεκράτησε και στήν Ελλάδα. Η Αγία γιορτάσθηκε, για πρώτη φορά στην Ελλάδα και σαν προστάτιδα του Πυροβολικού, την 4ην Δεκεμβρίου του 1829. Τότε έγινε δοξολογία και δόθηκε επίσημο δείπνο για τους αξιωματικούς και οπλίτας του Πυροβολικού.
Σύγχρονα θαύματά της
Στον συνοικισμό Αγίας Βαρβάρας Αιγάλεω των Αθηνών υπάρχει ιερός ναός αφιερωμένος στο όνομα της Αγίας. Στο σημείο του ναού όπου στεγάζεται το Αγιον Βήμα βρίσκεται ένα παλαιό μικρό εκκλησάκι. Εχει πλάτος 3 μέτρα, μήκος 3,80 μέτρα καί ύψος 4. Το στέγασμά του είναι θολωτό και το κοσμούν τοιχογραφίες.Το εκκλησάκι αυτό είναι λείψανο παλαιάς Μονής που διαλύθηκε. Η ημερομηνία της τοιχογραφήσεως είναι 26-Ιουνίου 1774.Κανένας όμως δεν μπόρεσε μέχρι στιγμής να μας βεβαιώσει εάν η τοιχογραφία εκείνη έγινε όταν κτίσθηκε το εκκλησάκι, ή αργότερα σε κάποια επιδιόρθωση, όπερ και το πιθανώτερον...
Το όνειρο του τσοπάνη
Το εκκλησάκι αυτό, πρό ετών, κατά το μεγαλύτερό του μέρος δεν φαινόταν καθόλου. Ηταν χωμένο στη γη. Το χρησιμοποιούσαν δε οι τσοπάνοι σαν μαντρί και στάνη, για τα ζώα τους.Γύρω στα 1900 κάποιος τσοπάνος, που είχε σαν σταύλο το εκκλησάκι εκείνο, είδε στον ύπνο του μια ωραία νέα, η οποία του είπε ότι ο τόπος που μάντρωνε τα ζώα του είναι δικός της.Του είπε ακόμη, ότι πρέπει να σταματήσει κι' αυτός και οποιοσδήποτε άλλος να ασεβούν στον τόπο αυτό.Ο τσοπάνος ξύπνησε, αλλά δεν έδωσε μεγάλη προσοχή στο όνειρο.Συνέβη όμως το εξής αξιοπερίεργο. Κάθε μέρα ψοφούσε και ένα από τα πρόβατα του βοσκού εκείνου. Και δεν μπορούσε να καταλάβει τι έφταιγε γι' αυτό.Τότε, του παρουσιάζεται η ωραία Παρθένος στον ύπνο του για δεύτερη φορά και του λέγει:—Αύριο μόλις ιδείς δύο άτομα, που θάρθουν εδώ μαζί, να τα καλέσεις και να σκάψετε στο δεξιό μέρος της εισόδου, στο εκκλησάκι. Και τότε έδειξε στον ύπνο ακριβώς το σημείο εκείνο.Την άλλη μέρα συναντάει ο βοσκός εκεί κοντά στο εκκλησάκι, δυο γυναίκες από τον Πειραιά,που μαζεύανε χόρτα. Ηταν η Μαριγώ Κούλα και η Αγγελική Κ.Τσαμάτζη. Τις πλησίασε και τις ανέφερε την παραγγελία της ωραίας Παρθένου όπως του την έδωσε στον ύπνο του. Οι γυναίκες σταυροκοπήθηκαν και δέχτηκαν πρόθυμα να βοηθήσουνε.Αρχισαν λοιπόν και οι τρεις να σκάβουν. Από το σκάψιμο εκείνο γεγονός αξιοθαύμαστο αποκαλύφθηκε μια μικρή εικόνα, ύψους 37 εκατοστών και πλάτους 26, η λεγομένη Εικών της Βέλλα».Το γεγονός αυτό μαθεύτηκε στον Πειραιά και στην Αθήνα. Η πίστις των Χριστιανών ζωογονήθηκε...Η εικόνα αυτή βρίσκεται σήμερα επιχρυσωμένη στην αριστερή πλευρά του μεσαίου κλίτους του ναού της Αγίας Βαρβάρας.
Η παράλυτη παίζει πιάνο
Δεν έλειψαν ποτέ τα ζωντανά σύγχρονα θαύματα των αγίων και των μαρτύρων της Εκκλησίας μας...Η νεαρά Σοφία Βέλλα έπασχε από μιά σοβαρή αρρώστεια. Το δεξί της χέρι ήτανε παράλυτο. Οι γιατροί, στους οποίους την πήγανε οι γονείς της, σήκωναν ψηλά τα χέρια. Δεν μπορούσαν να την θεραπεύσουν.Στις 14 Φεβρουαρίου του 1899 όμως, και ενώ η νύχτα είχε πέσει βαθειά στην Αθήνα, η νεαρή κοπέλλα είδε στον ύπνο της μια ωραία Παρθένα να μπαίνει στο δωμάτιό της και να της λέγει :—Αύριο πρωί - πρωί να σηκωθείς να παίξεις πιάνο!-Μα πως να παίξω; Δεν βλέπεις το χέρι μου, που είναι παράλυτο; είπε αυτή στ' όνειρό της.—Είμαι η Αγία Βαρβάρα! είπε τότε η ώραία νέα και εξαφανίστηκε.Το πρωί της 15ης Φέβρουαρίου, σηκώθηκε η Σοφία χαρούμενη. Το χέρι της δεν ήταν πλέον ξερό κι' ακίνητο. Είχε μέσα του ρυθμό και ζεστασιά. Ετρεξε αμέσως τότε η νέα κι' άρχισε να παίζει πιάνο. Ακουσαν οι γονείς της το επιδέξιο παίξιμο του πιάνου και πήγαν στο διπλανό δωμάτιο να δουν. Και ω του θαύματος ! Είδαν, ότι η κόρη τους ήταν τελείως καλά. Το θαύμα έγινε γνωστό παντού. Οι δε γονείς της από ευγνωμοσύνη προς την Αγία κατασκεύασαν χρυσό χέρι και το τοποθέτησαν κοντά στη θαυματουργό εικόνα της. Ετσι το όνομα της οικογενείας, Βέλλα, συνδέθηκε με την θαυματουργή εικόνα.Το θαύμα αυτό υπενθυμίζεται στους πιστούς και με μια σημείωση που βρίσκεται στο εικονοστάσι και που γράφει :Σοφία Λ. Βέλλα.Εξ ανιάτου υδράθlμου πάσχουσα,κατ' όναρ δε τη 14η Φεβρουαρίου 1899 ιαθείσα παρά της Αγίας, το εικονοστάσιον συν τη κανδήλα και περιφράγματι ευσεβώς ανέθηκεν».Η μνήμη της εορτάζεται κάθε χρόνο στις 4 Δεκεμβρίου.
Απολυτίκιο
Βαρβάραν την Αγίαν τιμήσωμεν εχθρού γαρ τας παγίδας συνέτριψε και ως στρουθίον ερρύσθη εξ αυτών, βοηθεία και όπλω του Σταυρού η πάνσεμνος.
Κοντάκιο
Τω εν Τριάδι ευσεβώς υμνουμένω ακολουθήσασα, σεμνή αθλοφόρε, τα των ειδώλων έλιπες σεβάσματα, μέσον δε του σκάμματος, εναλθούσα Βαρβάρα, τυράννων ου κατέπτηξας απειλάς, ανδρειόφρον, μεγαλοφώνως κράζουσα σεμνή.Τριάδα σέβω την μίαν θεότητα.
Μεγαλυνάριο της Αγίας Βαρβάρας (αναφέρεται με του Ιωάννη Δαμασκηνού).
Τον θείον κοσμήτορα της Χριστού Εκκλησίας πάντες Ιωάννην Δαμασκηνόν ύμνοις συν τη θεία σεπτή καλλιπαρθένω Βαρβάρα επαξίως ανευφημήσωμεν.
( Αρχιμ.Χαραλάμ. Βασιλόπουλου )