Απριλίου 2014

Ήταν γύρω στα 450μχ, όταν ένας βυζαντινός στρατιώτης, Λέοντας στο όνομα, έκοβε βόλτες σ΄ ένα δασάκι στα μέρη της βασιλεύουσας, όταν ξάφνου βλέπει μπροστά του έναν τυφλό άνθρωπο να του ζητάει λίγο νερό για να σβήσει τη δίψα του. Ο Λέοντας προθυμοποιήθηκε να του βρει και να του φέρει νερό. Έψαξε λοιπόν, στο δάσος για να βρει νερό αλλά μάταια και έτσι, επέστρεφε λυπημένος. Τότε όμως, άκουσε μια γυναικεία φωνή να του λέε
ι: «Ου χρεών σε, Λέων, αγωνιάν, το γαρ ύδωρ εγγύς», δηλαδή, «Δεν χρειάζεται Λέων να αγωνιάς, να άγχεσαι, να στεναχωριέσαι, το νερό είναι δίπλα σου». Και πάλι ακούει τη φωνή την άγνωστη να τον προστάζει: «Λέων βασιλιά, πάρε απ΄ το νερό αυτό και δώσε να πιει να ξεδιψάσει ο τυφλός άνθρωπος και κάτι ακόμα, άλειψε μ΄ αυτό τα μάτια του και αμέσως θα καταλάβεις ποια είμαι εγώ που σου μιλώ». Έτσι πράγματι έπραξε ο Λέοντας και παρευθύς ο τυφλός ανέβλεψε. Αλλά ταυτόχρονα άνοιξαν και τα μάτια του Λέοντα ο οποίος τώρα, κατάλαβε πως εκείνη η φωνή που του μιλούσε ήταν της Παναγίας που έκανε αυτό το θαύμα και του μίλησε και πως επίσης, σ΄ Εκείνην τη Μεγαλόχαρη, οφείλεται και το μεγάλο θαύμα της θεραπείας του τυφλού. Ακόμη, θαύμα αξιοθαύμαστο ήταν και η εύρεση της πηγής του σωτήριου αυτού νερού. Αλλά θαύμα ήταν και η επαλήθευση της προσφώνησης από την Παναγία, του Λέοντα , ως βασιλιά. Διότι πράγματι ο Λέων, το 486μ.Χ, ανέβηκε στον θρόνο της Βυζαντινής αυτοκρατορίας ως Λέων ο Α΄ ο Θράξ, ο επονομαζόμενος και Μακέλλης(457-474), και τον οποίο η Αγία Εκκλησία μας ως Άγιο τον τιμά στις 20 του Ιανουρίου.
 Αμέτρητα τα θαυμάσια σου Παναγία μας. Ο Λέων, ως αυτοκράτορας πλέον, θα αναγείρει επί της θαυματουργής πηγής, θαυμάσιο Ναό αφιερωμένο στην Παναγία τη Ζωοδόχου Πηγή για να θυμίζει τις δωρεές της Θεοτόκου προς εκείνον αλλά και όλες τις μεγάλες ευεργεσίες της προς το γένος των ανθρώπων. Στην θαυματουργή πηγή αυτού του ιερού Ναού, βρήκε τη γιατρειά και ο αυτοκράτορας Ιουστινιανός ο Α΄, ο Λέοντας ο ΣΤ΄ ο Σοφός, η γυναίκα του, Αγία βασίλισσα Θεοφανώ, ο Ρωμανός Α΄ ο Λεκαπηνός και η γυναίκα του, ο Πατριάρχης Στέφανος (886-912), ο Πατριάρχης Ιεροσολύμων Ιωάννης(964-966), αλλά και πλήθος ακόμη, άρχοντες και απλοί άνθρωποι εκεί γιατρεύτηκαν. Μέχρι και νεκρό ανέστησε το αγιασμένο νερό της Ζωοδόχου Πηγής. Το Ναό της Ζωοδόχου Πηγής, γκρέμισαν οι Τούρκοι για να φτιάξουν με τα υλικά του το τέμενος του Σουλτάνου Βαγιαζήτ. Οι χριστιανοί στη θέση αυτή έχτισαν ένα παρεκκλήσι και αργότερα ένα πιο μεγάλο Ναό(1835). Αυτού του ιερού Ναού της Υπεραγίας Θεοτόκου της Ζωοδόχου Πηγής, τα εγκαίνια εορτάζει η Εκκλησία μας την Παρασκευή της Διακαινησίμου (Λαμπροβδομάδα). Ο Ναός αυτός έμεινε γνωστός στην ιστορία ως το αγίασμα του «Μπαλουκλί». «Μπαλούκ» στα τουρκικά σημαίνει ψάρι και η παράδοση μας λέει πως εκεί δίπλα στο αγίασμα, στις 23 Μαΐου 1453 ένας καλόγερος τηγάνιζε ψάρια, όταν κάποιος του έφερε την είδηση πως πήραν την Πόλη οι Τούρκοι. Ο καλόγερος απάντησε πως μόνο αν τα ψάρια που τηγάνιζε έφευγαν απ΄ το τηγάνι και έπεφταν μέσα στο αγίασμα θα πίστευε ότι έγινε κάτι τέτοιο. Και πραγματικά τα ψάρια ζωντάνεψαν και έπεσαν μέσα στην πηγή του αγιάσματος. Μέχρι σήμερα δε, μέσα στην δεξαμενή της Ζωοδόχου Πηγής διατηρούνται επτά ψάρια και μάλιστα σαν να είναι μισοτηγανισμένα απ΄ την μια πλευρά. Πέρα όμως από θρύλους και παραδόσεις, η Παναγία μητέρα του Χριστού και μητέρα πάντων των χριστιανών, παραμένει για όλους μας η Πηγή της Ζωής, καθότι Εκείνη έφερε τη Ζωή, το Χριστό στον κόσμο, ελπίδα και προστασία μας, «καταφυγή τε σκέπη και αγαλλίαμα». 
 Τσαγκάρη Παναγιώτη Θεολόγου Απολυτίκιον Ζωοδόχου Πηγής Ήχος α΄ Ο ναός σου Θεοτόκε ανεδείχθη παράδεισος, ως ποταμούς αειζώους αναβλύζων ιάματα ώ προσερχόμενοι πιστώς, ως Ζωοδόχου εκ Πηγής, ρώσιν αντλούμεν, και ζωήν την αιώνιον, πρεσβεύεις γαρ συ τω εκ σου τεχθέντι, Σωτήρι Χριστώ, σωθήναι τας ψυχάς ημών. Μεγαλυνάριον Ύδωρ το ζωήρυτον της Πηγής, μάννα το προχέον, τον αθάνατον δροσισμόν το νέκταρ το Θείον την ξένην άμβροσίαν το μέλι το εκ πέτρας, πίστει τιμήσωμεν.
 ΤΟ ΜΠΑΛΟΥΚΛΙ ( ΤΑ ΨΑΡΙΑ ΤΗΣ ΖΩΟΔΟΧΟΥ ΠΗΓΗΣ ) 
 Σαράντα μέρες πολεμά ο Μωχαμέτ να πάρη την Πόλη τη μεγάλη. Σαράντα μέρες έκαμεν ο γούμενος το ψάρι στα χείλη του να βάλη. Απ τις σαράντα κι ύστερα πεθύμησε να φάγη τηγανισμένο ψάρι. -Αν μας φυλαγ΄ η Παναγιά, καθώς μας εφυλάγει, την Πόλη ποιος θα πάρη ; Ρίχτει τα δίχτυα στο γιαλό, τρία ψαράκια πιάνει, -Θεός να τα 'βλογήσει Το λάδι βάλλει στη φωτιά μες στ αργυρό τηγάνι, για να τα τηγανίση. Τα τηγανίζ' από τη μια και πα να τα γυρίση κι από το άλλο μέρος. 0 παραγιός του βιαστικά πετά να του μιλήση, και τα 'χασεν ο γέρος ! Mην τηγανίζης, γέροντα, και μόσχισε το ψάρι στην Πόλη τη μεγάλη ! την Πόλη την έξακουστη οι Τούρκοι έχουν πάρει, μάς κόβουν το κεφάλι! - Στην Πόλη Τούρκου δεν πατούν κι ' Αγαρηνού ποδάρια ! Μου φαίνεται σαν ψέμα ! Μ' αν ειν' αλήθεια το κακό, να σηκωθούν τα ψάρια, να πέσουν μες στο ρέμα ! Ακόμα ο λόγος βάσταγε, τα ψάρια απ' το τηγάνι, τη μια μεριά ψημένα, πηδήξανε και πέσανε στης λίμνης τη λεκάνη, γερά, ζωντανεμένα. Ακόμα ως τώρα πλέουνε, κόκκιν' από το μέρος, όπου τα είχε ψήσει. Φυλάγουν το Βυζάντιο ν' αναστηθή, κι ο γέρος να τ' αποτηγανίση. ( Ατθίδες Αύραι ) Γεώργιος Bιζυηνός

Ευλογείτε, πάντα τα έργα Κυρίου, τον Κύριον, υμνείτε και υπερυψούτε αυτόν εις τους αιώνας. Ευλογείτε, άγγελοι Κυρίου, ουρανοί Κυρίου, τον Κύριον.
Ευλογείτε, ύδατα τα υπεράνω τον ουρανόν, πάσαι αι Δυνάμεις Κυρίου, τον Κύριον. Ευλογείτε, ήλιος και σελήνη, άστρα του ουρανού, τον Κύριον.
Ευλογείτε, ύδατα τα υπεράνω τον ουρανόν, πάσαι αι Δυνάμεις Κυρίου, τον Κύριον.
 Ευλογείτε, ήλιος και σελήνη, άστρα του ουρανού, τον Κύριον.
 Ευλογείτε, φως και σκότος, νύκτες και ημέραι, τον Κύριον. 
Ευλογείτε, πας όμβρος και δρόσος, πάντα τα πνεύματα, τον Κύριον.
 Ευλογείτε, πυρ και καύμα, ψύχος και καύσων, τόν Κύριον. 
Ευλογείτε, δρόσοι και νιφετοί, πάγοι και ψύχος, τον Κύριον.
 Ευλογείτε, πάχναι και χιόνες, αστραπαί και νεφέλαι τον Κύριον.
 Ευλογείτε, γη, όρη και βουνοί, και πάντα τα φυόμενα εν αυτή, τον Κύριον. 
Ευλογείτε, πηγαί, θάλασσα, και ποταμοί, κήτη, και πάντα τα κινούμενα εν τοις ύδασι, τον Κύριον. Ευλογείτε, πάντα τα πετεινά του οὐρανού, τα θηρία και πάντα τα κτήνη, τον Κύριον.
 Ευλογείτε, υιοί των ανθρώπων, ευλογείτω τον Κύριον. 
Ευλογείτε, Ιερείς Κυρίου, δούλοι Κυρίου, τον Κύριον. 
Ευλογείτε, πνεύματα και ψυχαί Δικαίων, όσιοι και ταπεινοί τη καρδία, τον Κύριον. 
Ευλογείτε, Ανανία, Αζαρία, και Μισαήλ, τον Κύριον. 
Ευλογείτε, Απόστολοι, Προφήται, και Μάρτυρες Κυρίου, τον Κύριον. 
Ευλογούμεν Πατέρα Υιόν, και Άγιον Πνεύμα τον Κύριον. 
Αινούμεν, ευλογούμεν, και προσκυνούμεν τον Κύριον.


Ο Λάζαρος ήταν φίλος του Χριστού και οι αδελφές του Μάρθα και Μαρία τον φιλοξένησαν πολλές φορές (Λουκ.ι΄, 38-40, Ιωαν.ιβ΄, 1-3) στη Βηθανία κοντά στα Ιεροσόλυμα. Λίγες μέρες πρό του πάθους του Κυρίου ασθένησε ο Λάζαρος και οι αδελφές του ενημέρωσαν σχετικά τον Ιησού που τότε ήταν στη Γαλιλαία να τον επισκεφθεί. Ο Κύριος όμως επίτηδες καθυστέρησε μέχρι που πέθανε ο Λάζαρος, οπότε είπε στους μαθητές του πάμε τώρα να τον ξυπνήσω. Όταν έφθασε στη Βηθανία παρηγόρησε τις αδελφές του Λάζαρου που ήταν πεθαμένος τέσσερις μέρες και ζήτησε να δει το τάφο του. Όταν έφθασε στο μνημείο, δάκρυσε και διέταξε να βγάλουν την ταφόπλακα. 
Τότε ύψωσε τα μάτια του στον ουρανό, ευχαρίστησε τον Θεό και Πατέρα και με μεγάλη φωνή είπε: Λάζαρε, βγές έξω. Αμέσως βγήκε έξω τυλιγμένος με τα σάβανα ο τετραήμερος νεκρός μπροστά στο πλήθος που παρακολουθούσε και ο Ιησούς ζήτησε να του λύσουν τα σάβανα και να πάει σπίτι του. (Ιωαν. ια΄,44) Η αρχαία παράδοση λέγει ότι τότε ο Λάζαρος ήταν 30 χρονών και έζησε άλλα 30 χρόνια. Τελείωσε το επίγειο βίο του στην Κύπρο το έτος 63 μ.Χ. και ο τάφος του στην πόλη των Κιτιέων έγραφε: «Λάζαρος ο τετραήμερος και φίλος του Χριστού».
 Το έτος 890μ.Χ. μετακομίσθηκε το ιερό λείψανό του στην Κωνσταντινούπολη από τον αυτοκράτορα Λέοντα το σοφό, ο οποίος συνέθεσε τα ιδιόμελα στον εσπερινό του Λαζάρου: Κύριε, Λαζάρου θέλων τάφον ιδείν, κλπ Χαρακτηριστικό της μετέπειτας ζωής του Λαζάρου λέγει η παράδοση, ήταν ότι δεν γέλασε ποτέ παρά μια φορά μόνο όταν είδε κάποιο να κλέβει μια γλάστρα και είπε την εξής φράση: Το ένα χώμα κλέβει το άλλο. Η Ανάσταση του Λαζάρου επέτεινε το μίσος των Εβραίων που μόλις την έμαθαν ζήτησαν να σκοτώσουν τον Λάζαρο και το Χριστό. Αυτή τη μέρα δεν γίνονται μνημόσυνα με κόλλυβα, σε ανάγκη μόνο απλό Τρισάγιο.

* Να μνημονεύεις και ενθυμείσαι τον θεό σε κάθε καιρό, και θα σε μνημονεύσει και Αυτός όταν θα πέσεις σε κακά.
 * Όταν νιώσεις μέσα σου τη χαρά του Αγίου Πνεύματος, οι στενοχώριες και θλίψεις αυτής της ζωής, γίνονται γλυκύτερες από το μέλι.
 * Ό θεός βαστάζει και υπομένει όλες τις αδυναμίες μας όμως δεν υπομένει τον άνθρωπο πού, όλη την ώρα, γογγύζει αλλά τον παιδεύει, για να τον διορθώσει.
 * Το στόμα και η καρδιά, που σε κάθε περίσταση ευχαριστεί το θεό. δέχεται την ευλογία του θεού και τη θεία Χάρη.
* Πριν από τη χάρη του θεού, τρέχει η ταπείνωση και πριν από το παίδεμα του ανθρώπου, τρέχει η υψηλοφροσύνη. * Όπως τα φάρμακα που παίρνουμε, καθαρίζουν το σώμα μας από τα νοσογόνα μικρόβια, έτσι οι σφοδρές θλίψεις καθαρίζουν την καρδιά μας από τις πονηρές πράξεις.
 * Βγάλε από τη ζωή τους πειρασμούς και τα βάσανα και κανένας δεν αγιάζει, κανένας δε σώζεται... Όσο αυξάνονται και πληθαίνουν οί πειρασμοί και τα βάσανα, τόσο πληθαίνουν και τα στεφάνια που μας περιμένουν. 
* Οι κάθε είδους πειρασμοί μας παραχωρούνται για να ταπεινωθούμε και για να συγχωρηθούν οι αμαρτίες μας με την εξομολόγηση. Στο θεό πού είναι ή πηγή της δικαιοσύνης, δέν υπάρχει αδικία.
 * Χωρίς τους σωματικούς πειρασμούς δεν μπορείς να πλησιάσεις το θεό, και όποιος τους αποφεύγει, αποφεύγει την αρετή.
 * Ανάλογα με την σφοδρότητα των πειρασμών ορίσθηκαν τα χαρίσματα από την σοφία του θεού.
 * Ή ταπεινοφροσύνη της καρδίας είναι η γιατρειά των θλίψεων... Κατά το μέτρο της ταπεινοφροσύνης, δίνει ο θεός και τη δύναμη να υπομένεις τις συμφορές σου. Και κατά το μέτρο της υπομονής σου, το βάρος των θλίψεων σου γίνεται ελαφρό και παρηγοριέσαι. 
( Οσίου Ισαάκ τον θεοπνεύστου ) ,

Author Name

Φόρμα επικοινωνίας

Όνομα

Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο *

Μήνυμα *

Από το Blogger.