Απριλίου 2011


πληθαίνουν αρκετά οι μαρτυρίες συνανθρώπων μας οι οποίοι βρέθηκαν ύστερα από κάποιο γεγονός στον άλλο κόσμο.Επειδή έχω διαβάσει αρκετές από αυτές τις μαρτυρίες κι οι οποίες είναι συνταρακτικές όλες θεωρήσαμε σκόπιμο να δημοσιεύσουμε μερικές προς ωφέλεια όλων μας.Επειδή γνωρίζω ότι θα υπάρχουν και αρκετές αμφισβητήσεις περί αυτών των γεγονότων εν συντομία θα παραθέσω μερικές σκέψεις δια να στηρίξω ότι πράγματι ο παράδεισος και η κόλαση είναι δυο ''πεδία'' που η ψυχή μας αναπόφευκτα θα πάει(αφού γίνει η κρίση) ύστερα από την εξοδό της απ το σώμα., ή στο ένα ή στο άλλο.
α)σημείο αναφοράς οι λόγοι του Κυρίου.
ο Χριστός στο ευαγγελιό του συχνά αναφέρεται στην Βασιλεία του που είναι ο παράδεισος και μάλιστα δέχθηκε ως πρώτο ουρανοπολίτη τον ληστή που είχε δίπλα στον σταυρό.Για την δε κόλαση έχει αναφερθεί και κει πολλές φορές και μάλιστα με χαρακτηρισμούς που σε πιάνει τρόμος.όπως ''Γέννεα του πυρός'' ''ο κλαυθμός και ο τριγμός των οδόντων''.Είχε κανένα λόγο ο Χριστός να τρομοκρατήσει τους ανθρώπους; ή ο Χριστός ήρθε για να πει την αλήθεια.Αν πιστευουμε το πρώτο μην πιστεύουμε ούτε σε ανάσταση τότε ούτε σε κόλαση, αν πιστεύουμε όμως στο δεύτερο θα πρέπει να πιστέψουμε όμως και τα λόγια Του.Ξέρετε δεν μπορούμε να διαλέγουμε ποια από αυτά που είπε ο Κύριος είναι σωστά και ποια δεν είναι.Ναι γιατί εχω ακούσει μερικούς που λένε ότι πιστεύουν στο Χριστό αλλά μερικά από αυτά που λέει δεν γίνονται.αλλά δεν γνωρίζουμε ότι τα αδύνατα από τους ανθρώπους είναι δυνατά από τον Θεό.
β)κοινά σημεία στις μαρτυρίες
σε όλες τις μαρτυρίες που έχουν δημοσιευθεί τουλάχιστον υπάρχουν πολλά κοινά σημεία όπως
1)η ψυχή έχει βγει από το σώμα όταν οδηγείται από άγγελο στον ουρανό
2)η ψυχή περιγιείται και στις δυο καταστάσεις με ακραίο κοντραστ συναισθημάτων δηλαδή και στον παράδεισο και στην κόλαση
3)η ψυχή θυμάται χαρτί και καλαμάρι τα καλά της και τα κακά της έργα στον επίγειο βίο της.
4)όταν ξαναγύρισαν στη ζωή αυτές οι ψυχές στο σώμα δηλαδή δεν είχαν άλλο μέλημα στο εξείς από το ότι να σωθούν..
5)διαφορετικές ηλικίες.Ακόμα και των παιδιών, παιδιά ακόμα που δεν είχαν γνώσεις περί ψυχής οι μαρτυρίες τους μοιάζουν με αυτές των μεγαλυτέρων τους.Ακόμα και από διαφορετικά έθνη έχουμε κοινά σημεία στις διηγήσεις τους οι άνθρωποι.
Όλα αυτά και πολλά άλλα το λιγότερο θα πρέπει να μας βάλουν σε σκέψεις,και σε αλλαγή πορείας.
μαρτυρία από τον άλλο κόσμο
θα ακολουθήσει και δεύτερο μέρος με περιγραφή από την κόλαση


ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΜΕΤΑ ΤΟ ΠΑΣΧΑ
Η ανάσταση είναι ο θεμελιώδης λίθος της πίστης μας.Αν δεν υπάρχει η ανάσταση δεν υπάρχει και η ζωή.Ο Χριστός είναι η ζωή ,άρα απ την στιγμή που ανέλαβε να πάρει στους ώμους του τον νεκρό άνθρωπο και να τον σώσει έπρεπε να έρθει και η ανάσταση.Η ανάσταση του Χριστού είναι το πιο σίγουρο γεγονός


Χριστός Ανέστη εκ νεκρών, θανάτω θάνατον πατήσας και τοις εν τοις μνήμασιν, ζωήν χαρισάμενος
Ανάστασιν Χριστού θεασάμενοι,προσκυνήσομεν Άγιον, Κύριον, Ιησούν
τον μόνον αναμάρτητον.Τον Σταυρόν Σου Χριστέ προσκυνούμεν
και την Αγίαν σου Ανάστασην υμνούμεν και δοξάζωμεν
Συ γαρ ει ο Θεός ημών, εκτός Σου άλλον ουκ οίδαμεν,
Tο όνομά Σου ονομάζομεν. Δεύτε, πάντες οι πιστοί, προσκυνήσωμεν
την του Χριστού Αγίαν Ανάστασην. Ιδού γαρ ήλθε δια του Σταυρού
χαρά εν όλω τω κόσμω.Δια παντός ευλογούντες τον Κύριον,
υμνούμεν την Ανάστασην Αυτού.Σταυρόν γαρ υπομείνας δι’ ημάς,
θανάτω, θάνατον ώλεσεν.
Αναστάς ο Ιησούς από του τάφου καθώς προείπεν,
Έδωκεν ημίν την αιώνιον ζωήν και το μέγα έλεος.

απολυτίκιο



ο βίος του
Τα πρώτα του χρόνια
Ο Άγιος μεγαλομάρτυρας και τροπαιοφόρος Γεώργιος είναι ένα από τα πιο λαμπρά παλικάρια του Χριστού. Βρίσκεται στην πρώτη γραμμή της Εκκλησίας μας. Μπορούμε να πούμε ακόμη ότι, είναι ο πιο αγαπημένος, τιμημένος και δοξασμένος Μάρτυρας σ' ολόκληρο τον κόσμο.Ο "Άγιος Γεώργιος γεννήθηκε το 280 μ.Χ. και έζησε στα χρόνια του αυτοκράτορα Διοκλητιανού του πιο άγριου και σκληρού διώκτου της Χριστιανοσύνης.
Ο πατέρας του καταγότανε από την Καππαδοκία και υπηρετούσε σαν αξιωματούχος στην υπηρεσία του αυτοκράτορα Διοκλητιανού. Η πατρίδα της μητέρας του ήτανε ή Λύδδα της Παλαιστίνης.Ενώ ο Γεώργιος ήτανε πολύ μικρός ακόμη, πέθανε ο πατέρας του.
Τότε η μητέρα του τον πήγε στην ιδιαιτέρα της πατρίδα,την Λύδδα. Εκεί ασχολήθηκε σο6αρά με την ανατροφή του παιδιού της. Του έμαθε τις μεγάλες και ακατάλυτες αλήθειες της Χριστιανικής θρησκείας και του φώτισε την καρδιά και τον νου με το φως των λόγων του Ευαγγελίου. Του φύτεψε μεγάλη και σταθερή αγάπη για τον Χριστό και την Χριστιανοσύνη.Τα αστραποβόλα έξυπνα μάτια του μικρού Γεωργίου παρακολουθούσαν με ιερή συγκίνηση την μητέρα του, όταν του διηγότανε ηρωικές πράξεις των Μαρτύρων του Ιησού. Η καρδιά του τότε γέμιζε από συμπάθεια και αγάπη, για τους γενναίους αθλητάς της πίστεως. Πόσο θάθελε κι' αυτός να τους μιμηθεί!
Έτσι καθημερινά τρεφότανε και μεγάλωνε με το μεγαλείο του χριστιανικού αγώνος.Πολύ νέος ο Γεώργιος ακολουθεί το στρατιωτικό στάδιο, σαν τον πατέρα του. Η εξυπνάδα του, η ευστροφία του, η δραστηριότητα και η πρωτοβουλία τον αναδείχνουν πολύ γρήγορα. Το όνομα του γίνεται ξακουστό. Όλοι οι αξιωματούχοι μιλάνε γι' αυτόν και τον θαυμάζουνε. Η μια προαγωγή διαδέχεται την άλλη. Όλοι τον επαινούν και τον καμαρώνουν. Όλοι κοιτάζουν την ζηλευτή ομορφιά του, τα χρυσά νειάτα και την παλληκαριά του. Γρήγορα, λοιπόν, έφτασε πολύ ψηλά. Έγινε σε ηλικία μόλις 20 χρόνων χιλίαρχος. Γι αυτό τον λένε και «στρατηλάτη».Ποτέ όμως δεν ξέφυγε από τις χριστιανικές του αρχές. Είναι αφ' ενός τίμιος αξιωματικός, αλλά και συνεπής Χριστιανός.Ο Γεώργιος δεν παρασύρεται από τα μάταια του κόσμου τούτου. Δεν παρασύρεται από το μεγάλο αξίωμα, που πήρε τόσο νέος. Και τούτο, γιατί είναι χριστιανός. Μένει απλός, γλυκύς και καταδεκτικός. Βοηθεί τους αδυνάτους. Δίνει κουράγιο στους απελπισμένους και δείχνει στοργή σε όλους.

Υπερασπίζεται την χριστιανική Πίστη
Ήρθανε όμως και δύσκολες μέρες για την Χριστιανοσύνη. Ο Διοκλητιανός γεμάτος μίσος, για τους οπαδούς του Ναζωραίου, κήρυξε άγριο διωγμό κατά των χριστιανών.Έστειλε, λοιπόν, διαταγές, σ' όλο το Ρωμαϊκό Κράτος, στις οποίες έλεγε να συλλαμβάνονται όλοι οι χριστιανοί. Και όσοι δεν θυσιάζουνε στα είδωλα να θανατώνονται.
Αίμα άφθονο κύλησε τότε. Κορμιά γενναίων μαρτύρων γεμίζουν τις πλατείες και τους δρόμους. Η αγωνιζομένη χριστιανοσύνη αιμορραγούσε. Τότε ο Γεώργιος δεν συμφώνησε. Τις διαταγές του αυτοκράτορα δεν τις εξετέλεσε στην Επαρχία του.Εν τω μεταξύ αναφορές πολλών αξιωματικών και ηγεμόνων προς τον αυτοκράτορα Διοκλητιανό λέγανε, ότι η Ανατολή είχε μεγάλο κύμα χριστιανών.Ο Διοκλητιανός, μόλις πήρε τις ανησυχητικές αυτές αναφορές, ρώτησε το μαντείο του Απόλλωνος, τι να κάνει. Το μαντείο όμως τον μπέρδεψε περισσότερο. Του απάντησε ως εξής:
— Οι δίκαιοι της γης μ' εμποδίζουν να πω την αλήθεια!
— Ποιοι είναι οι δίκαιοι της γης; κραυγάζει τότε οργισμένος ο αυτοκράτορας. Ένας υπηρέτης του μαντείου του λέγει:
— Δίκαιοι, βασιλεύ, είναι οι χριστιανοί!...
Θόλωσαν τότε τα μάτια του αιμοβόρου άρχοντα. Έξαλλος από κακία αποφασίζει να τους εξολοθρεύσει όλους από την βασιλεία του.Βγάζει νέες εγκληματικές και φαρμακερές διαταγές. Τρόμος, φόβος και σφαγή συγκλονίζουν όλη την Ανατολή και πιο πολύ την Νικομήδεια, όπου είχε την έδρα του ο αυτοκράτορας.Ο χιλίαρχος Γεώργιος δεν εκτελεί και πάλι τις διαταγές του αυτοκράτορα. Δεν συλλαμβάνει κανένα χριστιανό. Και όχι μονάχα αυτό, αλλά αποφασίζει να συγκρουσθεί με τον Διοκλητιανό. Πουλάει πρώτα την περιουσία του και την μοιράζει στους φτωχούς χριστιανούς.
Έπειτα, όταν μια μέρα ο Διοκλητιανός είχε συγκεντρώσει τους αξιωματούχους του και έδινε οδηγίες, για την εξολόθρευση των χριστιανών, ο Γεώργιος μπαίνει μέσα στην αίθουσα των επισήμων με θάρρος και λέει στον Βασιλέα:
— Είναι φο6ερό, βασιλιά, αυτό που κάνετε. Είναι έγκλημα! Χτυπάτε τους χριστιανούς με μανία, χωρίς να σας κάνουν κανένα κακό.Και όμως αυτοί μονάχα βρίσκονται κοντά στο φως και στην αλήθεια. Παραδέξου το, βασιλιά. Δεν χρειάζεται ηρωισμός. Εκείνοι μόνον ξέρουν και γιατί ζουν και γιατί πεθαίνουν. Εσείς ζείτε στο σκοτάδι και στο έγκλημα... Εγώ νοιώθω ευτυχισμένος, από τότε που πίστεψα στο Χριστό...
Ο αυτοκράτορας έμεινε μ' ανοιχτό το στόμα. Δεν περίμενε ποτέ να τ' ακούσει αυτό από ένα διαλεχτό του αξιωματικό. Στην αρχή είπε στον πρωτοσύμβουλό του Μαγνέντιο να μιλήσει αυτός. Ύστερα όμως ανέλαβε ο ίδιος ο αυτοκράτορας.
— Γενναίε μου χιλίαρχε, του είπε, είναι κρίμα, είναι ντροπή να μπαίνεις εσύ σε τέτοια πλάνη. Ξέρεις καλά, πώς δεν μπορεί ένας αξιωματικός μου να είναι χριστιανός. Ξέρεις καλά, πως όποιος σκέφτεται έτσι στο βασίλειό μου, τον περιμένει ο θάνατος.
— Δεν λογαριάζω τα αξιώματα, βασιλεύ. Δεν με συγκινούν οι δόξες και τα πλούτη... Δεν φοβάμαι το θάνατο..., είπε ο Γεώργιος.
— Γεώργιε, σκέψου τα νειάτα σου. Βρίσκεσαι πάνω στην άνοιξη της νιότης. Η ζωή σε καλεί κοντά της.Όλα μιλάνε για ευτυχία. Δεν είναι μικρό πράγμα αυτό. Όλα σου λένε να ζήσεις και να χαρείς. Μη σκοτώνεις με τις ανοησίες σου την λαμπρή σταδιοδρομία σου...
— Άλλη ευτυχία, εκτός από εκείνη πού χαρίζει ο Χριστός, βασιλεύ, δεν υπάρχει. Όλα τα άλλα είναι σκιά και όνειρο. Είναι ψέμα...
— Όσο πιο γρήγορα αλλάξεις μυαλό, Γεώργιε, τόσο πιο καλά θα είναι για σένα...
— Όχι, βασιλεύ, δεν θ' αλλάξω μυαλό. Δεν θ' αφήσω ποτέ την ευτυχία, για να γίνω δυστυχής. Δεν θα εγκαταλείψω το φως, για να βρω το σκοτάδι...Επεκράτησε ύστερα από αυτά, σύγχυσις και ταραχή μεταξύ των ηγεμόνων και αξιωματούχων.

Αρχίζουν τα βασανιστήρια
Πλημμυρισμένος από μίσος και παράλογη οργή τότε ο αυτοκράτορας, διέταξε να βασανίσουν σκληρά και απάνθρωπα τον Γεώργιο.Οι βασανιστές δεν χάσανε καιρό. Δέσανε αμέσως τα χέρια του και τον έβαλαν να σταθεί όρθιος στο προαύλιο του μεγάρου, εκεί που έκαναν τις συγκεντρώσεις τους οι αξιωματούχοι της αυτοκρατορίας.
Έπειτα δόθηκε το σύνθημα για ν' αρχίσουν τα βασανιστήρια. Δεκάδες σουβλερά και φαρμακερά κοντάρια πετάξανε οι ακοντισταί κατ' επάνω του, για να του κατατρυπήσουν το κορμί. Τα κοντάρια όμως με τη δύναμη και την θέληση του θεού λυγίσανε, σαν να ήτανε φτιαγμένα από κερί. Άλλα από αυτά αλλάξανε δρόμο. Φύγανε μακριά από το τρυφερό κορμί του νεαρού Γεωργίου!Έπειτα πήρανε τον Γεώργιο,δεμένο πάντοτε πισθάγγονα, και τον κατεβάσανε σε μια υγρή κι' ανήλιαγη φυλακή. Τον κατε6άσανε βαθειά σ' ένα υπόγειο σκοτεινό και βρωμερό. Εκεί τον ξαπλώσανε με οργή και του δέσανε τα πόδια. Με απάνθρωπη σκληρότητα, του βάλανε κατόπιν μια μεγάλη πέτρα στο γυμνό στήθος του. Το βάρος της κοφτερής πέτρας του έκοβε τις σάρκες του και δυσκόλευε φοβερά την αναπνοή. Και το κορμί του ήτανε δεμένο σε ξύλινους πασσάλους και δεν μπορούσε με κανένα τρόπο να κινηθεί.Εμεινε έτσι κάτω από τον πόνο όλη την νύχτα ο νεαρός στρατιώτης του Χριστού, Γεώργιος.
Στον φρικτό τροχό
Όταν ξημέρωσε, ο αυτοκράτορας διέταξε να τον βγάλουν από την φυλακή και να τον παρουσιάσουν μπροστά του.
Ο Διοκλητιανός κοίταξε χαιρέκακα τον νεαρό αξιωματικό του, που προτίμησε, από τα αξιώματα και τι δόξες τις προσωρινές, τον Χριστόν. Τον ρώτησε έπειτα με αγωνία:
— Πες μου, Γεώργιε, άλλαξες μυαλό; Σκέφτηκες καλύτερα; Άρχισες να μετανοείς για την πρώτη απόφασή σου ή επιμένεις ακόμη σ' αυτή;
—Όχι, βασιλιά του απάντησε σταθερά. Παραμένω πιστός στον Χριστό. Και αν με ρωτάς, νομίζοντας πως τα μικρά βασανιστήρια που μου έκανες με δειλιάσανε, σου απαντώ: Όχι! Οσαδήποτε μαρτύρια και αν μου κάνεις, οσοδήποτε κι αν υποφέρω, μένω και θα μένω σταθερός στην πίστη μου...Άγρια θύελλα απάνθρωπης οργής και σκοτεινός εγωισμός τάραξε τότε τα νεύρα του αυτοκράτορα. Σηκώθηκε αγριεμένος και τρέμοντας από θυμό φώναξε:
— Μη στέκεστε. Ετοιμάστε τον τροχό. Δέστε τον κι' αρχίστε τις στροφές...
Οι στρατιώτες φοβισμένοι από τον έξαλλο τόνο της φωνής του Διοκλητιανού, φέρανε απέναντι τους τον τροχό του μαρτυρίου. Πάνω σε εκείνο τον τροχό στήσανε ένα τραπέζι με κοφτερές λεπίδες και με άγκιστρα. Ήτανε δε αυτά έτσι τοποθετημένα, ώστε καθώς φέρανε στροφή τον τροχό, πάνω στον οποίο ήτανε δεμένος ο Γεώργιος, οι λεπίδες και τ' άγκιστρα του κόβανε και του σχίζανε τις σάρκες. Τι τρομερό, τι σατανικό όργανο βασανισμού των Μαρτύρων! Ο Γεώργιος πονούσε και υπέφερε φοβερά. Οι πληγές που ανοίγανε τον συνταράζανε. Εκείνος όμως συνεχώς προσευχότανε. Παρακαλούσε τον θεό να του δώσει δύναμη να αγωνισθεί νικηφόρα. Στην αρχή η προσευχή ήτανε ακουστή απ' όλους. Έπειτα γινότανε ψιθυριστή, διότι ο Άγιος σιγά σιγά έχανε τις σωματικές του δυνάμεις.
Ο Διοκλητιανός παρακολουθούσε με θηρωδία τον Άγιο στο βασανιστήριο και ειρωνευόταν την ανδρεία του λέγοντας: Πού είναι ο θεός σου, Γεώργιε; Γιατί δεν έρχεται να σε βοηθήσει, αλλά σε αφήνει να τυραννείσαι έτσι;
Έπειτα σηκώθηκε ο αιμοβόρος βασιλεύς και προχώρησε προς τον ναό του ψεύτικου θεού Απόλλωνος να θυσιάσει στα είδωλα.Την ίδια στιγμή, κι' ενώ ο Διοκλητιανός δεν είχε φύγει μακριά από τον τόπο του μαρτυρίου του Άγιου, βαρειά και μαύρα σύννεφα σκεπάσανε τον ουρανό. Αρχίσανε βροντές. Αστραπές αυλακώσανε τα σύννεφα. Έπειτα ακούστηκε μία θεική φωνή από τον ουρανό, που έλεγε:
— Γεώργιε, μη φοβάσαι. Είμαι μαζί σου. Σε παρακολουθώ που υπομένεις με πίστη και ανδρεία...
— Ακολούθησε για λίγο γαλήνια σιγή. Ξαφνικά διαλυθήκανε τα μαύρα σύννεφα. Ξαστέρωσε ο ουρανός και, ώ του θαύματος! Ο Γεώργιος βρέθηκε όρθιος, λυμένος από τον τροχό. Άγγελος Κυρίου τον ελευθέρωσε από εκεί. Οι παρευρεθέντες κοντά στον τόπο του μαρτυρίου, μόλις είδανε το θαύμα αυτό, τα χάσανε. Πιστέψανε κι' αυτοί στο Χριστό, που έδειχνε τη δύναμή Του τόσο φανερά.Τον πήρανε έπειτα από το χέρι οι στρατιώτες και βασανιστές με σεβασμό και φόβο και τον παρουσιάσανε μπροστά στον βασιλέα, κοντά στον βωμό, που ήτανε έτοιμος να θυσιάσει στα είδωλα. Μόλις εκείνος τον βλέπει ελευθερωμένο από τον τροχό εξαγριώνεται. Φωτιές πετούν τα μάτια του. Τα χείλη του τρέμουν. Είναι έτοιμα να ξεράσουν βρισιές. Άλλά ο Γεώργιος τον προλαβαίνει και του λέγει:
— Με παρέδωσες στο θάνατο, βασιλεύ, αλλά ο θεός, ο Βασιλεύς των ουρανών, μ' ελευθέρωσε. Δεν είναι ψέματα. Αυτός είναι αληθινός θεός. Προσκυνήστε Τον και σεις όλοι. Πάψτε να γονατίζετε στα είδωλα.Ο Διοκλητιανός έξαλλος φωνάζει:
— Πρωτολέοντα, Ανατόλιε γενναίοι μου χιλίαρχοι, διαλεχτοί αξιωματικοί μου, πιάστε τον. Δέστε τον... Τι με κοιτάζετε; Σάς διατάζω. Είμαι ο αυτοκράτορας!...Οι στρατηλάτες, όμως δεν υπακούνε στη διαταγή του Διοκλητιανού. Και, όχι μονάχα αυτό, αλλά το θαύμα που είδανε προηγουμένως και η ουράνια φωνή, που ακούσανε, τους κάνανε να πιστέψουνε στον θεό του Γεωργίου.Εκεί, λοιπόν,που ο αυτοκράτορας περίμενε να εκτελέσουν οι στρατηλάτες την διαταγή του, τους είδε γεμάτος έκπληξη και απορία, να πετούνε τους στρατιωτικούς ζωστήρες και τα ξίφη τους στα πόδια του. Αυτό ήτανε σημείον, πως αρνιόνταν να ανήκουν πια στο στρατό του.
— Και μεις πιστεύουμε στο Χριστό, φωνάξανε με θάρρος.
Αίμα Μαρτύρων
θάνατος! θάνατος! σας περιμένει όλους, κραυγάζει τότε έξαλλος ο Διοκλητιανός. Δεν προλα6αίνει όμως να σκεφτεί και ν' αποφασίσει πως να τους θανατώσει, και την ϊδια στιγμή παρουσιάζονται μπροστά του στρατιώτες λαχανιασμένοι, που του λένε κι' άλλα συνταρακτικά νέα:
— Βασιλεύ, του λέγουν, στους στρατιώτες γίνεται χαλασμός. Πολλοί αξιωματικοί και στρατιώτες αφήνουν τους θεούς σου και γίνονται χριστιανοί. Ακολουθούνε τον Γεώργιο, διότι άλλοι είδανε το θαύμα κι' άλλοι ακούσανε γι' αυτό...
— Να συλληφθούν αμέσως όλοι κραυγάζει,ο Διοκλητιανός. Να μου τους φέρετε όλους δεμένους, θα τους πνίξω στο αίμα...Και πράγματι, η σφαγή που ακολούθησε ήτανε φο6ερή. Ό Ανατολίας και ο Πρωτολέων αποκεφαλίσθηκαν λίγο έξω από την πόλη. Και πολλοί άλλοι βρήκανε μαρτυρικό τέλος. Μεταξύ αυτών ήτανε ο Εύσέβιος, ο Λέων, ο Λεόντιος, ο Λογγίνος, ο Βίκτωρ, ο Ζωτικός, ο Ζήνων και ο Ακίνδυνος. Όλοι τους όμως αντιμετωπίσανε τον θάνατο με ψυχραιμία και γαλήνη. Πεθάνανε λέγοντας προσευχές στο Χριστό.

Στον λάκκο με την άσβεστο
Εν τω μεταξύ φόβος και τρόμος έπιασε τον Διοκλητιανό. Δεν ήξερε τι να κάνει. Δεν ήξερε πώς να εξοντώσει τους χριστιανούς, που πλήθαιναν καθημερινώς. Φοβότανε ακόμη τον Άγιο Γεώργιο. Όσο εκείνος ήτανε ζωντανός, πολλοί χριστιανοί ακολουθούσανε το παράδειγμα του. Γι' αυτό διέταξε να θανατωθεί.Πήρανε, λοιπόν, το άλλο πρωί τον Μεγαλομάρτυρα οι στρατιώτες του Διοκλητιανού και τον πήγανε λίγο έξω από την πόλη.Εκεί ήτανε ένας τεράστιος λάκκος με ασβέστη. Είχανε ρίξει μέσα στο λάκκο αυτό άφθονο νερό και η άσβεστος κόχλαζε. Μέσα στο λάκκο εκείνο πετάξανε οι ειδωλολάτρες στρατιώτες τον Άγιο και τον αφήσανε επί τρεις μέρες και νύχτες.
Την τρίτη μέρα διέταξε ο αυτοκράτορας να σκάψουν στο λάκκο και να βρούνε ό,τι απόμεινε από το κορμί του Αγίου. Διέταξε ακόμη να εξαφανίσουν τα υπολείμματα από το σώμα του, για να μη τα βρούνε οι χριστιανοί. Γιατί μ' αυτά θα θέριευε πιο πολύ η πίστη τους.
Στρατιώτες, λοιπόν, πολλοί και πλήθος κόσμου βγήκανε την τρίτη μέρα έξω από την πόλη, για να δούνε το σώμα του Αγίου και να εκτελέσουν την διαταγή του αυτοκράτορα. Οι ειδωλολάτρες γελούσανε ανόητα και κοροιδεύανε τους χριστιανούς και τους αγώνες τους. "Όταν όμως φτάσανε στον λάκκο της ασβέστου, οι συζητήσεις και τα χάχανα σταματήσανε. Κοιτάξανε όλοι τους με απορία τους στρατιώτες, που αρχίσανε να σκάβουνε στο μέρος, που είχανε πετάξει τον Μεγαλομάρτυρα. Ξαφνικά βλέπουνε τον Άγιο να βγαίνει από το λάκκο σώος κι' αβλαβείς. Η φοβερή φωτιά της άσβεστου, με την δύναμη του θεού, δεν τον είχε πειράξει καθόλου. 'Όλοι τότε τα χάσανε. Το θαύμα είναι ολοφάνερο! Πολλοί φωνάζανε:
— Ο θεός του Γεωργίου είναι αληθινός! Είναι θαυματουργός!
Τον παρουσιάζουνε έπειτα στον αυτοκράτορα και του λένε τα καθέκαστα. Η καρδιά όμως του Διοκλητιανού είναι σκλαβωμένη στο σατανά και η ψυχή του πνίγεται στην αμαρτία. Αντί λοιπόν να συγκινηθεί και να πιστέψει κι' αυτός στο Χριστό, λέγει στον Μεγαλομάρτυρα:
— Πες μου, Γεώργιε, που έμαθες την τέχνη της μαγείας; Φανέρωσε μας την τέχνη σου και πάψε να μας λες, πως τάχα είσαι χριστιανός και θαυματουργεί ο θεός σου...
— Εγώ, βασιλεύ, είπε ο Άγιος, νόμιζα, ότι αυτό το θαύμα του Χριστού, με το οποίο σώθηκα από το καμίνι της ασβέστου, θα σε έκανε να ιδείς την αλήθεια. Δυστυχώς όμως είσαι δεμένος στο σκοτάδι της ειδωλολατρίας και ονομάζεις έργα μαγείας τα ολοφάνερα και εξαίσια θαύματα του Χριστού.
Τα πυρακτωμένα υποδήματα
Ο Διοκλητιανός όμως ούτε ακούει, ούτε βλέπει, ούτε συγκινείται από αυτά. Είναι ένας πορωμένος χριστιανομάχος. Αντί λοιπόν άλλης συζητήσεως με τον "Άγιο, τον βάζει σε νέο φρικτό μαρτύριο.
Διατάζει να του φορέσουνε σιδερένια υποδήματα, αφού πρώτα τα βάλουνε στη φωτιά και καούνε, μέχρις ότου κοκκινίσει το μέταλλο. Τα παπούτσια εκείνα είχανε μέσα και καρφιά όρθια. Μόλις, λοιπόν, κοκκινίσανε τα μετάλλινα παπούτσια, οι βασανισταί του τα φέρανε μπροστά να τα φορέσει. Εκείνος έκανε τον Σταυρό του και προσευχόμενος τα φόρεσε. Οι ειδωλολάτρες τον σπρώχνανε και του φωνάζανε να τρέχει, ενώ ο αυτοκράτορας γελούσε και κάγχαζε. Το μαρτύριο αυτό κράτησε πολύ. Αλλά τον Άγιο τον φύλαξε ο θεός.
Έπειτα, με φορεμένα αυτά τα φοβερά υποδήματα, τον κλείσανε σε ένα υγρό κι' απαίσιο κελί. Εκεί έμεινε όλη την νύχτα και προσευχότανε:
— Κύριε, έλεγε, βοήθησέ με. Τώρα, που οι πόνοι μου με σπαράζουνε, τώρα που τάραζονται οι σάρκες και τα κόκκαλά μου και οι εχθροί μου πληθύνονται, έχω πιο πολύ την ανάγκη της βοηθείας Σου... Έλεγε ψαλμούς από το ψαλτήρι της Εκκλησίας, που τους ήξερε απ' έξω.
Όταν ξημέρωσε είδε μ' έκπληξη, ότι δεν υπήρχε καμία πληγή στα πόδια του. Εν τω μεταξύ ο βασιλεύς, που νόμιζε, ότι ύστερα από αυτό το μαρτύριο, που πέρασε ο Άγιος, δεν θα μπορούσε διόλου να βαδίζει, διέταξε να τον φέρουνε μπροστά του, έστω και φορτωμένο στους ώμους των στρατιωτών. Όταν όμως τον βλέπει να βαδίζει κανονικά, σαν να μη είχε συμβεί τίποτε, γεμάτος απορία και κακία τον ρωτάει:
— Έμεινες, λοιπόν, ευχαριστημένος από τα υποδήματα; Σου κάνανε καλό; Σου φέρανε χαρά;
— Ναι βασιλεύ! Είπε ο "Άγιος.
— Άφησε, Γεώργιε, την μαγική σου τέχνη. Πάψε να ξεγελάς τον εαυτόν σου και τους άλλους με αυτές τις ανοησίες.
— Ανόητος είσαι συ, βασιλεύ! Είπε τότε ο Μεγαλομάρτυς στον Διοκλητιανό. Και συνέχισε:
— Σου μιλάω έτσι, διότι βλέπω, ότι ονομάζεις την δύναμη του θεού μαγική τέχνη.
Ραβδίζεται φοβερά
Ταράζεται τότε από οργή ο αυτοκράτορας. Πρώτη φορά βλέπει ένα αξιωματούχο του να τον κρίνει τόσο αυστηρά. Για να ικανοποιήσει τον βάρβαρο εγωισμό του, διατάζει ουρλιάζοντας να μαστιγώσουν ανελέητα τον Μεγαλομάρτυρα.Το μαρτύριο των ραβδισμών είναι φοβερό. Οι βασανιστές κτυπούν τον αθλητή του Χριστού, χωρίς λύπη. Κρατούνε στα χέρια τους νεύρα βοδιών (βούνευρα) και μ' αυτό οργώνουν το νεανικό κορμί του Αγίου. Ο ένας σταματάει, ο άλλος αρχίζει... Ανοίγουν πληγές στη ράχη και στην κοιλιά του μάρτυρος. Το στήθος του γίνεται κόκκινο από το αίμα. Οι πόνοι είναι μεγάλοι κι' αβάσταχτοι. Αλλά η αγάπη για τον Χριστό είναι μεγαλύτερη.. Κι' έτσι ο Άγιος υποφέρει γι' αυτόν τα πάντα. Και πάνω στην φρίκη των πόνων όλοι έβλεπαν στο πρόσωπο του Αγίου ένα γλυκό φως, μια λάμψη παράξενη, μια ευτυχία, που κανείς δεν μπορούσε να τα εξηγήσει.Μόνο ο Διοκλητιανός ο ξεροκέφαλος και πιο αιμοδιψής τύραννος συνέχιζε να λέγει, ότι ο Γεώργιος τα κάνει όλα αυτά με την δύναμη της μαγικής τέχνης.
Ο μάγος Αθανάσιος
Τότε ο επίτροπος, ο πρωτοσύμβουλος του αυτοκράτορας, ο οποίος ονομαζότανε Μαγνέντιος, του είπε:
— Μη στεναχωρείσαι, βασιλεύ. Στην πόλη μας βρίσκεται ο μεγαλύτερος μάγος της αυτοκρατορίας σου. Είναι ο μεγάλος μάγος Αθανάσιος. Αυτός ξέρει όλη την μαγική τέχνη. Να τον καλέσεις, λοιπόν, κι' αυτός αμέσως θα νικήσει την τέχνη του Γεωργίου. Καλέσανε τότε τον μεγάλο μάγο Αθανάσιο στ' ανάκτορα του Διοκλητιανού. Ο αυτοκράτορας είπε τότε στον μάγο την περίπτωση του Μεγαλομάρτυρα και κατέληξε με τούτα τα λόγια:
— Ο Γεώργιος με την τέχνη του, μας έκανε τέρατα και σημεία, όπως ξέρεις και όπως όπως όλοι το ξέρουν. Τώρα το πως τα έκανε όλα αυτά, μονάχα εσύ μπορείς να γνωρίζεις και οι μάγοι που είναι, σαν κι' εσένα. Με μαγείες, λοιπόν, και συ, σε παρακαλώ, να τον κάνεις να γονατίσει στις διαταγές μου ή διαφορετικά να προετοιμάσεις κανένα δηλητήριο, ώστε να θανατωθεί μ' αυτό...
— Αύριο, βασιλεύ, θα μπορώ να σου δείξω την δύναμή μου, είπε ο μάγος. Κάνε μόνο υπομονή για τη νύχτα...
Ο μάγος, λοιπόν, έφυγε για το μαγικό του εργαστήριο, ενώ ο Άγιος κλείστηκε στη φυλακή, όπου φρουρούσαν διπλοφρουροί. Την άλλη μέρα, σχεδόν ξημερώματα, έφτασε ο μάγος στο αυτοκρατορικό παλάτι, φέρνοντας μαζί του δυο πήλινα αγγεία γεμάτα δηλητήριο. Όταν συνάντησε στο προαύλιο τον βασιλέα, του είπε εγωιστικά:
— Διάταξε, Βασιλεύ, να φέρουν εδώ μπροστά σου τον κατάδικο Γεώργιο και θα ιδείς την δύναμη των μεγάλων θεών. Όπως βλέπεις, Βασιλεύ, έχω εδώ δύο πήλινα αγγεία. Στο ένα έχω τέτοιο μαγικό δηλητήριο, που μόλις το πιει θα χάσει τα λογικά του και χωρίς καμμιά αντίρρηση θα εκτελεί τις διαταγές σου. Στο άλλο δοχείο, που κρατώ στο δεξί μου χέρι, έχω δηλητήριο θανάτου. Μόλις πιει απ' αυτό θα πεθάνει.
Ο Διοκλητιανός δεν χάνει καιρό. Διατάζει και φέρουν μπροστά του τον Άγιο αμέσως.
Τώρα του λέγει ο αυτοκράτορας δεν θα πιάνουν πια τα μάγια σου, Γεώργιε!
Ο γενναίος μάρτυρας μένει αμίλητος. Τότε ο Διοκλητιανός κάνει νόημα στο μάγο να δώσει στον Γεώργιο από το φάρμακο, που χάνονται τα λογικά και συγχρόνως διατάζει τον Άγιο να το πιει. Εκείνος προσεύχεται και το πίνει με θάρρος.Περιμένει ο αυτοκράτορας. Δεν παθαίνει όμως τίποτε ο Γεώργιος. Πλημμυρίζει από αγωνία ο αυτοκράτορας. Τον πνίγει ο εγωισμός. Τυφλωμένος τώρα από την κακία του, διατάζει τον μάγο Αθανάσιο να δώσει στον "Άγιο και το άλλο φάρμακο, το δηλητήριο του θανάτου. Το πίνει κι' αυτό ο Μεγαλομάρτυρας, χωρίς να πάθει και πάλι τίποτε. Περνάει αρκετή ώρα σιγής.Ο μάγος Αθανάσιος, που ήξερε την δύναμη των δηλητηρίων του τα χάνει. Δεν ξέρει ποια δύναμη προστατεύει τον Γεώργιο. Το πλήθος, που βλέπει τα όσα συμβαίνουν, μένει κατάπληκτο. Και ξαφινκά ο αυτοκράτορας ξεσπάει μ' αυτά τα λόγια:
— Ο τέχνες σου οι μαγικές, Γεώργιε, μας σαλεύουνε τα μυαλά. Πες μας, λοιπόν, μέχρι πότε θα μας βασανίζεις; Μέχρι πότε θα μας κρύβεις την αλήθεια;
— Καταλαβαίνω την απορία σου, βασιλεύ, είπε ο Γεώργιος. Αλλά δεν θα σου κρύψω την αλήθεια. Σου λέγω, λοιπόν και πάλι, ότι δεν με προστατεύει η μαγική τέχνη, όπως εσύ λες, αλλά η δύναμη του Χριστού, του θεού μου, τον Όποίον εγώ πιστεύω. Ό θεός των Χριστιανών είναι θεός ζωής και αναστάσεως... Είναι θεός θαυμάτων. Αρκεί να υπάρχει η πίστη.

Ο Άγιος ανασταίνει νεκρό
Έγινε έπειτα μεγάλη συζήτηση, για την ανάσταση των νεκρών. Ο μάγος 'Αθανάσιος, όταν άκουσε για αναστάσεις, γέλασε ειρωνικά και είπε:
— Εμείς, βασιλεύ, χρόνια ολόκληρα ασχολούμεθα με την μαγική τέχνη, αλλά ανάστασεις νεκρών δεν μπορούμε να κάνωμε. Αν, λοιπόν, τώρα αυτός εδώ ο Χριστιανός μπορέσει ν' αναστήσει νεκρό, τότε δεν μπορώ, παρά να ειπώ, ότι μεγάλο θεό πιστεύει και προσκυνάει... Την ίδια στιγμή πετάχτηκε ο πρωτοσύμβουλος του Βασιλέως Μαγνέντιος και είπε, γελώντας ειρωνικά:
— Γεώργιε, αν θέλεις να πιστέψουμε στην θρησκεία σου, ανάστησε έναν από τους νεκρούς αυτούς χριστιανούς, που είναι εδώ κοντά και που τιμωρήθηκαν οι ανόητοι με θάνατο, για την πίστη τους...
( Πράγματι οι μάγοι μπορούν να κάνουν, με τη δύναμη του σατανά μάγια, που είναι πάντοτε για κακό. Δεν μπορούν όμως και να τα λύσουν. Δένουν, αλλά δεν λύνουν. Μπορούν να κάνουν το κακό, όχι όμως και το καλό. Μπορεί ποτέ ο αατανάς που είναι η ενσάρκωση της κακίας να κάμει καλό; Αυτό φαίνεται καθαρά στους μάγους της Αιγύπτου, επί της εποχής του Μωυσέως. Ο Μωυσής έκανε τη ράβδο φίδι και το νερό αίμα. Όταν κάλεσεν ο Φαραώ τους μάγους, έκαναν και εκείνοι το ίδιο, τη ράβδο φίδι και το νερό αίμα. Δεν μπορούσαν όμως να τα ξαναφτιάξουν, να τα αποκαταστήσουν, να κάμουν δηλ. το φίδι ράβδο και το αίμα νερό, πράγμα που το έκανε μόνον ο Μωυσής, ο άνθρωπος του θεού με την δύναμη του θεού. Ας τα ακούσουν αυτά όσοι πηγαίνουν σε μάγους και μέντιουμ για να λυθούν από τα μάγια και όχι στην Εκκλησία, μόνην, ικανή να τα λύσει.)
Ο Άγιος δέχτηκε την πρόσκληση των απίστων, δια να πιστέψει ο λαός και δοξασθεί ο Χριστός. Προχωρεί λοιπόν προς τα λείψανα των μαρτύρων και συχρόνως προσεύχεται θερμά, φλογερά κι' ολόψυχα. Μόλις φθάνει κοντά στ' άταφα σώματα, γονατίζει και υψώνει τα μάτια του στον ουρανό. Δάκρυα τρέχουν από τα μάτια του. Είναι η πιο μεγάλη στιγμή σε ένα μεγάλο αίτημα του προς τον Χριστόν: Ο Άγιος ζητεί να επιστραφεί η ψυχή ενός νεκρού, για να ντροπιασθεί έτσι η ειδωλολατρία και να Θριαμβεύσει η πίστη στο Χριστό.
Η προσευχή τελειώνει. Ο Άγιος σηκώνεται και με φωνή σταθερή μιλάει σε έναν από τους νεκρούς έτσι:
— Εις το όνομα του Χρίστου αναστήσου! Πάρε ζωή και σήκω!
Και τότε όλοι μένουν βουβοί και ξεροί... Πράγματι! ο νεκρός υπακούει και σηκώνεται. Επικρατεί σιγή για λίγο. Πολλοί σπάνε τον πάγο του τρόμου, φωνάζοντας:
— Είναι Αληθινός ο θεός των χριστιανών!
Ο Διοκλητιανός κλείνει τα μάτια του μπροστά σε αυτό το μεγαλείο και συνεχίζει να λέγει, ότι όλα είναι μαγείες.
Ο μάγος όμως Αθανάσιος καταλαβαίνει, ότι θεία δύναμη κρύβεται πίσω από τον "Άγιο. Δεν ακούει, ούτε τα λόγια του αυτοκράτορα, ούτε του Μαγνεντίου. Τρέχει και πέφτει στα πόδια του Γεωργίου, λέγοντας:
— Αληθινός είναι ο θεός σου, Γεώργιε! Συγχώρεσέ με, για ό,τι σου έφταιξα. Πιστεύω και εγώ εις τον θεόν των Χριστιανών...
θάνατος! θάνατος!
Ο Διοκλητιανός σαστίζει. Μένει για λίγο βουβός κι' αμίλητος. Τα χάνει. Δεν ξέρει τι να κάνει. Έπειτα όμως διατάζει να σιωπήσουν όλοι και όταν απλώθηκε νεκρική σιγή, φώναξε δυνατά στο πλήθος: Ο καταραμένος ο Αθανάσιος είναι μάγος και όπως καταλαβαίνετε, μας ξεγέλασε όλους. Δεν του έδωσε δηλητήρια, αλλά δυναμωτικά φάρμακα. Ψέματα είναι όλα. Όλοι θέλουνε να καταστρέψουνε το βασιλειό μου. Ζηλεύουνε την δόξα μου... Ψέματα ήτανε και η ανάσταση του νεκρού! Δεν πιστεύω τίποτε. Παντού γύρω μου βρίσκονται μάγοι και απατεώνες... Εγώ όμως δεν θα
σταυρώσω τα χέρια. Δεν θα τους αφήσω να με ξεγελούν. Αυτή τη στιγμή κιόλας παίρνω την μεγάλη απόφαση...
θάνατος στους χριστιανούς! θάνατος στον αναστημένο! θάνατος στον μάγο Αθανάσιο! θέλω αίμα. Διψώ για αίμα χριστιανών...Κάνει σαν τρελλός.Σαν άγριος σίφουνας ορμήσανε έπειτα οι στρατιώτες του Διοκλητιανοϋ μέσα στο πλήθος. Αρπάξανε σαν ανήμερα θηρία τον μάγο Αθανάσιο και τον αναστημένο νεκρό και τους σκοτώσανε. Και έτσι αυτός ο καλότυχος έγινε δυο φορές μάρτυρας. Έπειτα σύρανε βάρβαρα τον Μεγαλομάρτυρα στην φυλακή και τον δέσανε εκεί σ' ένα σκοτεινό θάλαμο.

Τα θαύματα συνεχίζονται
Τα θαύματα όμως του αγίου είχαν γίνει μαθευτά απ' όλους και από παντού πολλοί χριστιανοί τρέχανε στη φυλακή. Παρακαλούσανε τους δεσμοφύλακες, τους φιλοδωρούσανε και κατορθώνανε έτσι να ιδούνε το φωτεινό πρόσωπο του Μάρτυρος. Πολλοί άρρωστοι βρίσκανε την θεραπεία τους, καθώς γονατίζανε στα πόδια του Αγίου.
Μια μέρα κατώρθωσε να μπει στο κελί του Γεωργίου ένας φτωχός γεωργός, ονόματι Γλυκέριος. Λυπημένος έπεσε στα πόδια του Αγίου και άρχισε να κλαίει, λέγοντας!
— Άνθρωπε του θεού, βοήθησέ με. Είμαι φτωχός. Άκουσε τον πόνο μου. Εκεί, καθώς όργωνα την γη με τα βόδια μου, ένα από τα βόδια μου ψόφησε. Σε παρακαλώ, "Άγιε, κάνε ζωντανό το 6όδι μου να μη πεθάνει η οικογένεια μου από την πείνα, θα σ' ευγνωμονώ κι' εγώ και τα παιδιά μου...Ό Γεώργιος άκουσε με στοργή και συγκίνηση τα λόγια του γεωργού. Κατάλαβε τον πόνο του και του είπε με γλυκό χαμόγελο:
— Πήγαινε στο χωράφι σου, Γλυκέριε και θα βρεις το βόδι σου ζωντανό!
Έτρεξε τότε χαρούμενος ο γεωργός στο χωράφι του και είδε το βόδι του ζωντανό, όπως του είχε πει ο Άγιος. Δεν συνέχισε όμως το όργωμα του χωραφιού, αλλά γύρισε πάλι στην φυλακή. Ευχαρίστησε τον Γεώργιο και φώναξε από ευγνωμοσύνη προς τον θεό:
— Αλήθεια! Μεγάλος και δυνατός θεός είναι ο θεός των χριστιανών...
Δεν πρόλαβε όμως να συνεχίσει τον ύμνο της ευγνωμοσύνης του, γιατί αμέσως τον αρπάξανε οι ειδωλολάτρες αξιωματικοί και τον οδήγησαν μπροστά στον αυτοκράτορα Διοκλητιανό, κατηγορούμενο για την χριστιανική πίστη του. Ό θηριόψυχος αυτοκράτορας μόλις άκουσε, ότι ο Γλυκέριος είναι οπαδός του χριστιανισμού δεν ρωτάει τίποτε άλλο, αλλά διατάζει αμέσως να αποκεφαλισθεί.Εν τω μεταξύ κάποιος από τους αξιωματούχους του βασιλέως, παρουσιάζεται στον Διοκλητιανό και του λέγει, ότι πολλοί χριστανοί κατορθώνουν και επισκέπτονται τον Άγιο. Του λέγει ακόμη, ότι, αν και φυλακισμένος ο Γεώργιος, κατορθώνει να παίρνει με το μέρος του πολλούς ειδωλολάτρες και να δίνει θάρρος στους χριστιανούς.Βγάζει τότε πιο αυστηρές διαταγές ο Διοκλητιανός. Απομονώνει εντελώς τον Άγιο. Τον οδηγεί σε βαθύτερο, υγρότερο και σκοτεινότερο κελί της φυλακής. Βάζει τριπλούς και τετραπλούς σκοπούς και φύλακες στις πόρτες.Έπειτα καλεί τον πρωτοσύμβουλό του Μαγνέντιο και του λέγει:
— Μαγνέντιε, πρέπει να πάρωμε μια απόφαση για τον Γεώργιο. Εσύ τι γνώμη έχεις;
— Συμφωνώ, βασιλεύ. Πρέπει να δώσουμε τέλος σε αυτήν την ιστορία. Αύριο πρέπει να κάνουμε την τελική ανάκριση.
Το θεικό όνειρο
Την νύχτα εκείνη ο Άγιος προσευχότανε στην φυλακή συνεχώς. Αργά τα μεσάνυχτα, από την πείνα, τα μαρτύρια και την εξάντληση, αποκοιμήθηκε. Τότε βλέπει στον ύπνο του την μορφή του Χριστού. Τον είδε να σκύβει, να τον φιλεί και να του βάζει στεφάνι στο κεφάλι του, λέγοντας:
— Γεώργιε, μη φοβάσαι. Προχώρα με θάρρος. Η ώρα της αιωνίας χαράς σου πλησιάζει. Από σήμερα αξιώθηκες να βασιλεύσεις κοντά μου. Δεν θα αργήσεις. θα έλθεις γρήγορα κοντά μου. "Όλα τα αγαθά είναι έτοιμα για σένα. Σε περιμένω...Όταν ξύπνησε ο "Άγιος κατάλαβε, ότι εκείνο το όνειρο ήτανε θεικό. Ειδοποίησε,λοιπόν, τον υπηρέτη του και του είπε συγκεριμένα, ότι το τέλος του πλησιάζει. Τον παρεκάλεσε δε να φροντίσει, για το σώμα του. Του είπε να το μεταφέρει στην Παλαιστίνη, στη Λύδδα, στην πατρίδα της μητέρας του.
Ο ελιγμός του αυτοκράτορα
Όταν ξημέρωσε, ο Διοκλητιανός διέταξε να φέρουν μπροστά του τον νεαρό Μάρτυρα. Οι δεσμοφύλακες τον οδηγήσανε φρουρούμενο στ' ανάκτορα.Εκεί μόλις τον αντίκρυσε ο Διοκλητιανός και αλλάζοντας τακτική, άρχισε να του λέει:
— Βλέπεις, Γεώργιε, πόση μεγαλοψυχία έχω. Επειδή σε αγαπώ και σε εκτιμώ, επειδή αναγνωρίζω πως είσαι ένας γενναίος και καλός αξιωματικός, δεν σε θανατώνω, όπως ταιριάζει στους χριστιανούς, αλλά περιμένω να μετανοήσεις.Σου λέγω και πάλι: Είσαι γενναίος, Γεώργιε, και πρέπει να ζήσεις, για το καλό της αυτοκρατορίας μου. Μα τους θεούς, σου λέγω, ότι είμαι έτοιμος να μοιρασθώ μαζί σου και την βασιλεία μου, την απέραντη Ρωμαική αυτοκρατορία. Αλλά θυσίασε πρώτα στους θεούς! Κάνε μου τη χάρη.Ο Άγιος τον κοίταξε σκεπτικός κι' αμίλητος. Τότε ο αυτοκράτορας νόμισε, πώς άρχιζε να τον καταφέρνει και τον ρώτησε με αγωνία:
— Πες μου, λοιπόν, Γεώργιε, πες μου, παιδί μου, τι σκέφτεσαι;
— Σκέφτομαι, βασιλεύ, πως θα ήτανε καλύτερα να μπούμε στο ναό σας, για να ιδώ πρώτα τα είδωλα σας κι' έπειτα να σου απαντήσω.Γεμάτος από χαρά και ελπίδα προχώρησε ο αυτοκράτορας, μαζί με τους άρχοντες και τον κατάδικο Γεώργιο στο ναό τον Απόλλωνος, εκεί δηλ. που οι ειδωλολάτρες αξιωματούχοι προσκυνούσανε τ' άψυχα και πέτρινα αγάλματα των θεών τους.
Συντρίβει τα είδωλα
Όλοι προσμένανε μ' αγωνία να δούνε, τι θα έκανε ο Άγιος. Ξαφνικά τον βλέπουνε να τεντώνει το δεξί του χέρι προς το άγαλμα του Απόλλωνος και να λέγει:
— Είναι, ποτέ, δυνατόν να θυσιάσω εγώ ο Χριστιανός σε εσένα, άψυχο είδωλο;
Έπειτα ο Μάρτυς έκανε το Σταυρό του. Τότε το πνεύμα, που κατοικούσε στο είδωλο του Απόλλωνα, ταράχτηκε από την παρουσία του Αγίου και έβγαλε δυνατή φωνή λέγοντας:
— Δεν είμαι εγώ θεός! Κανένα είδωλο δεν είναι θεός. Μόνον Εκείνος, που κηρύττεις εσύ, είναι θεός Αληθινός. Εμείς όλοι, που κρυβόμαστε στα είδωλα, είμαστε πονηρά πνεύματα. Κοροιδεύουμε τους ανθρώπους...
— Γιατί, λοιπόν, εξακολουθείτε να μένετε εδώ, ενώ παρευρίσκομαι κι' εγώ πού είμαι δούλος του θεού; ρώτησε ο Άγιος.Ακούστηκε τότε κρότος και θόρυβος φοβερός. "Έγινε τρομακτική σύγχυση. Ακούστηκαν φωνές, κλάματα και βοητό. "Έγινε κάτι τρομακτικό. Ό ναός των ειδώλων σείστηκε συθέμελα και τα αγάλματα όλα πέσανε καταγής και γίνανε συντρίμμια. Απελπισία κι' αγανάκτηση πλημμύρισε τότε τις καρδιές του βασιλιά και των αρχόντων. Μερικοί μάλιστα ιερείς των ειδώλων επετέθησαν κατά του Αγίου με αγριότητα. Έβλεπαν οι ανόητοι τους θεούς τους να είναι σκόρπια κομμάτια στη γη και δεν ξέρανε τι να κάνουν. Πάνω στο κακό και στην οργή τους φωνάζανε:
— Σκοτώστε αυτόν τον πλάνο, προτού μας γκρεμίσει το ναό. Ακουστήκανε τότε κραυγές και βρισιές πολλές. Η βοή και ο θόρυβος έφτασε μέχρι το παλάτι. Η βασίλισσα Αλεξάνδρα, που κοιμότανε εκεί, σηκώθηκε ξαφνιασμένη. Κατάλαβε, πώς όλος εκείνος ο θόρυβος γινότανε, για τον χριστιανό Γεώργιο. Η καρδιά της εκείνη την στιγμή κτύπησε παράξενα και ψιθύρισε:
— Τόσο καιρό είμαι χριστιανή και το κρύβω. Δεν είναι σωστό. Η πίστη και η αγάπη για τον Χριστό δεν πρέπει να κρύβονται. Και λέγοντας αυτά, ντύθηκε γρήγορα, βγήκε έξω και μπερδεύτηκε μέσα στο πλήθος, φωνάζοντας:
— θεέ του Γεωργίου βοήθησέ με.. Μονάχα Εσύ είσαι Αληθινός θεός.Την ίδια στιγμή ό αυτοκράτορας γεμάτος πείσμα κατηγόρησε τον Άγιο και τον έλεγε ασεβή, διότι γκρέμισε τα είδωλα του ναού, έστω κι' αν αυτό έγινε με θαύμα.
Ο Μεγαλομάρτυς όμως ατάραχος και γαλήνιος του απαντούσε, λέγοντας:
— Είναι ντροπή, για σένα βασιλεύ, να στηρίζεσαι σε τέτοιους θεούς, όταν βλέπεις ότι οι θεοί σου αυτοί δεν μπορούνε να προστατεύσουνε ούτε τον ίδιο τον εαυτόν τους!
Κι' ενώ η συζήτηση προχωρούσε, ανάμεσα από τον βασιλέα και τον Άγιο, μπήκε η Αλεξάνδρα, η γυναίκα του Διοκλητιανού, η οποία ευχαριστούσε τον Μάρτυρα για τα θαύματά του και κατηγορούσε την πλάνη της ειδωλολατρικής θρησκείας.Ο αυτοκράτορας τα χάνει. Δεν μπορεί να πιστέψει αυτό που βλέπουνε τα μάτια του.
— Πάει, ψιθυρίζει. Χάνομαι. Είμαι δυστυχής. Λερναία ύδρα γίνετα η θρησκεία αυτών των απίστων και με πνίγει. Πήρανε και την γυναίκα μου με το μέρος τους. Κι' όμως πρέπει να μείνω αλύγιστος. Ούτε σπιθαμή πίσω...
Ανάβει έπειτα το εγκληματικό του πάθος και φωνάζει τον πρωτοσύμβουλό του να συντάξει ένα τυπικό κατηγορητήριο, για την θανατική ποινή του Τροπαιοφόρου Γεωργίου και της Αλεξάνδρας. Η διαταγή εκείνη του αυτοκράτορα έλεγε τα έξης περίπου:
«Τον Χιλίαρχον Γεώργιον, χριστιανόν, ο οποίος κατεφρόνησε την βασιλικήν εξουσίαν,ύ6ρισε τους θεούς και κατέστρεψε τους ναούς των, διατάσσω ν' αποκεφαλιστεί, μαζί με την 6ασίλισσαν Αλεξάνδραν».
Η βασίλισσα Αλεξάνδρα όμως δεν πρόλαβε να μαρτυρήσει για το όνομα του Χριστού. Εκεί καθώς προσευχότανε στην φυλακή, ξεψύχησε σιωπηλά κι' ήρεμα σαν πουλάκι. Ό θεός θέλησε να της χαρίσει γλυκό ειρηνικό τέλος.
Το μαρτυρικό τέλος
Το πρωί της 23ης Απριλίου του 303 μ.Χ. οι στρατιώτες μπήκανε στο κελί του Αγίου με γυμνά ξίφη κι' άγριες μορφές. Ό μάρτυς του Χριστού κατάλαβε, πως είχε φτάσει η μεγάλη στιγμή του τέλους του. Εκείνοι βλοσυροί κι' αμίλητοι τον βγάλανε έξω από την πόλη. Ανάπνευσε ευτυχισμένος το άρωμα της ανοίξεως, καθώς προχωρούσε μέσα από τις πρασινάδες και τα λουλούδια. Άφησε για στερνή φορά τα μάτια του ν' αγκαλιάσουν την όμορφη πλάση του Δημιουργού. Έπειτα ψιθύρισε:
— Τι είναι αυτά Κύριε μπροστά στον Παράδεισο. που μας περιμένει. Ας είναι δοξασμένο τ' όνομα Σου...
Όταν φθάνουν στον τόπο της εκτελέσεως ο Άγιος γονατίζει και προσεύχεται, για τους δήμιους του. Έπειτα αναφωνεί:— Θεέ μου, δέξου την ψυχή μου...Και προσθέτει κοιτάζοντας το πλήθος, που έχει συγκεντρωθεί για να ιδεί την εκτέλεσή του:— Αξίωσε, Κύριε, κι' αυτούς να σε γνωρίσουν και να πιστέψουνε στη δύναμή Σου.
Έπειτα επικρατεί νεκρική σιγή. Ο Άγιος σκύβει τον αυχένα στην δήμιο με θάρρος. Σε λίγο κόβεται η Αγία Κεφαλή και το αγνό αίμα του τρυφερού Μεγαλομάρτυρα ποτίζει το ανοιξιάτικο χορτάρι της γης...
Η ψυχή του, μαζί με το ανοιξιάτικο άρωμα, ανεβαίνει στους ουρανούς, για να χαρεί την παντοτεινή, την αιώνια, την ατέλειωτη άνοιξη της ευτυχίας του Παραδείσου.Ήτανε ο νέος αυτός, γενναίος, αλύγιστος, Μεγαλομάρτυς, Άγιος.
Μεγάλη εκδηλώθηκε η τιμή των χριστιανών προς τον Άγιο στο πέρασμα των αιώνων. Τον τιμούνε για τον ηρωισμό του και το μαρτύριο του. Τον ευλαβούνται, διότι ο θεός του έδωσε την χάρη να κάμει πολλά θαύματα. Εκείνος αγάπησε τον θεό πολύ, και ο θεός ετίμησε την πίστη του, την αρετή του, την ευσέβεια του και το μαρτύριο του. Και οι άνθρωποι με ξεχωριστό σεβασμό και συγκίνηση τον ετίμησαν, τον τιμούν και θα τον τιμούν εις αιώνας αιώνων. Η μνήμη του εορτάζεται στις 23 Απριλίου ενώ βεβαίως μεταφέρεται η εορτή για την Δευτέρα του πάσχα εάν η αρχική ημερομηνία συμπέσει στην πένθιμη περίοδο προ Πάσχα.


Απολυτίκιον. Ήχος δ'.
Ως των αιχμαλώτων ελευθερωτής, και των πτωχών υπερασπιστής, ασθενούντων ιατρός, βασιλέων υπέρμαχος, Τροπαιοφόρε Μεγαλομάρτυς Γεώργιε, πρέσβευε Χριστώ τω θεώ, σωθήναι τας ψυχάς ημών.

Κοντάκιον. Ήχος δ'.
Ο υψωθείς
Γεωργηθείς, υπό θεού ανεδείχθης, της ευσέβειας γεωργός τιμιώτατος, των αρετών τα δράγματα συλλέξας σεαυτώ σπείρας γαρ εν δάκρυσιν, ευφροσύνη θερίζεις· αθλήσας δε δι αίματος, τον Χριστόν εκομίσω και ταις πρεσβείαις, Άγιε, ταις σαις, πάσι παρέχεις πταισμάτων συγχώρησιν.

Μεγαλυνάρια
Τον θερμόν προστάτην και βοηθόν, τον εν κινδύνοις αντιλήπτορα ταχυνόν, των Μαρτύρων κλέος, ειδώλων καθαιρέτην, Γεώργιον τον μέγαν πάντες τιμήσωμεν.
Άστρον ανατέταλκε φαεινόν, εκ της Καππαδόκων, ο πολύαθλος του Χριστού, Μάρτυς και φωτίζει, πιστών άπαν το πλήθος, Γεώργιος ο μέγας, ον νυν γεραίρομεν.
Χαίροις Ορθόδοξων ο βοηθός χαίροις των θαυμάτων, συμπαθέστατος χορηγός χαίροις των πασχόντων τερπνή παρηγοριά, Γεώργιε τρισμάκαρ, Μαρτύρων έξαρχε.
(Αειμνήστου Αρχιμ.Χαραλ/ους Βασιλόπουλου)

Ο Ιησούς είναι το δεύτερο προσωπο της αγίας Τριάδας ομοούσιος με τον πατέρα και όμως ενανθρωπίστηκε-δείγμα της απέραντης αγάπης Του για τον άνθρωπο.Έναν άνθρωπο όμως που είχε πέσει..Πήρε πάνω Του το προπατορικό αμάρτημα πήρε την κατάρα και με αυτή βάδισε μέχρι που είπε το ''Τετέλεσται''.Ο Ιησούς έπρεπε να βγάλει εις πέρας το μαρτύριο ως άνθρωπος παρότι την θεική του ιδιότητα δεν ήταν δυνατόν να την απωλέσει.Για σκεφτείτε.Πόνεσε στα καρφιά στον ίδιο βαθμό που πόνεσαν και οι ληστές. Πόνεσε έκλαψε στενοχωρήθηκε όπως θα πονούσε θα έκλαιγε και θα στενοχωριόταν ο καθένας μας..Αλλά σε αυτά τα Πάθη ποιος άνθρωπος θα άντεχε μέχρι τέλους.Μην ξεχνάμε εν αντιθέσει με τους ληστές ο Ιησούς πριν είχε δεχθεί ραπίσματα εξευτελισμούς μαστιγώσεις και ένα ακάνθινο στέφάνι που του τρυπούσε το μέτωπο και του μετέφερε πόνο στο κεφάλι.Και αναρωτιόμαστε εμείς οι άνθρωποι Πως άντεξες και δεν λύγισες σε όλο αυτό το πάθος Κύριε;.Και εκτός από αυτό το βάρος είχες να ''παλέψεις''και με την θεική σου ιδιότητα την οποία δεν χρησιμοποίησες,Παρότι σαν άνθρωπος θα σου ήταν πειρασμός.Θα μπορούσες δηλαδή την ώρα των καρφιών σε μια δύσκολη στιγμή να λυγίσεις.Να γυρίσεις δηλαδή τα ίδια καρφιά στους σταυρωτές σου.Αυτό είναι το ασύλληπτο για μας.Σκεφτόμαστε ότι χρησιμοποιώντας την θεική σου δύναμη σε κείνη τη στιγμή θα χανόταν το σχέδιο της σωτηρίας των ανθρώπων.Όμως ΕΣΥ δεν λύγισες.Διότι το σχέδιο της σωτηρίας του ανθρώπου ήταν μεν για ΣΕ υπεράνω, αλλά λόγω αυτεξουσίου θα μπορούσε όμως και να είχε χαθεί..Ησουν μόνο άνθρωπος στο πάθος,εκούσια μέχρι το ''Τετέλεσται''γι'αυτό και ο ουρανός αγωνιούσε . Επρεπε να βγάλεις το πάθος καθαρά ανθρώπινα αφού πάνω σου είχες πάρει την κατάρα.(σε κάποια στιγμή είπες ότι θα μπορούσες λεγεώνες αγγέλων με μια προσταγή σου να σε προστατέψουν.)
και όμως δεν τους κάλεσες..Πάνω στο σταυρό είδες την μητέρα σου και τον αγαπημένο σου μαθητή να σε κοιτούν με δάκρυα και δεν λύγισες.Η αγάπη σου προς το κτίσμα σου ήταν υπεράνω και από την ζωή σου,γι'αυτό και την έδωσες.Δεν λύγισες Κύριε και αυτό θα το θυμόμαστε πάντα.Εμείς οι άνθρωποι λέμε λόγια πολλά και παχιά μοιάζουμε σ'αυτά του Πέτρου θέλουμε να μας λένε χριστιανούς, σε ακολουθούμε μεν, αλλά τον σταυρό σου δυσανασχετούμε να τον σηκώσουμε.Γι'αυτό στηριζόμαστε μόνο στο έλεός σου ,συγχωρεσέ μας .Προσκυνούμε τα πάθη σου Κύριε, Φύτεψέ μας μέσα για πάντα και την ένδοξή Σου Ανάσταση.
eiskapernaoum




Σήμερον κρεμάται επί ξύλου, ο εν ύδασι την γην κρεμάσας.
Σήμερα βρίσκεται κρεμασμένος με καρφιά πάνω στο ξύλο του σταυρού για τις αμαρτίες μας Αυτός, που κρέμασε και κρατά κρεμασμένη μέσα στα νερά των ωκεανών τη γη.
Στέφανον εξ ακανθών περιτίθεται, ο των αγγέλων βασιλεύς.
Στεφάνι από αγκάθια τοποθετείται περιφρονητικά και βασανιστικά πάνω στο κεφάλι Αυτού, που είναι ο πραγματικός Βασιλιάς των αγγέλων, αντί για βασιλικό διάδημα.
Ψευδή πορφύραν περιβάλλεται, ο περιβάλλων τον ουρανόν εν νεφέλαις.
Ντύνουν με ψεύτικη και περιφρονητική πορφύρα Αυτόν που σκεπάζει και κλείνει με τα σύννεφα τον ουρανό.
Ράπισμα κατεδέξατο, ο εν Ιορδάνη ελευθερώσας τον Αδάμ.
Καταδέχθηκε να υποφέρει ράπισμα από τους αμαρτωλούς ανθρώπους Αυτός που με το βάπτισμά Του στον Ιορδάνη ελευθέρωσε τον Αδάμ.
Ήλοις προσηλώθη, ο νυμφίος της Εκκλησίας.
Ταπεινωτικά εξαντλητικά εκούσια απλώθηκε πάνω στο σταυρό με τα καρφιά, ώστε να είναι ακίνητος, Αυτός που είναι ο Νυμφίος της Εκκλησίας.
Λόγχη εκεντήθη, ο Υιός της Παρθένου.
Κεντήθηκε στην πλευρά Αυτός που είναι ο Υιός της Παρθένου.
Προσκυνούμεν σου τα Πάθη, Χριστέ.
Προσκυνούμε τα Αγια Πάθη Σου, Χριστέ.
Δείξον ημίν και την ένδοξόν σου Ανάστασιν.
Δείξε και σε μας, αξίωσε μας να δούμε και την ένδοξη Σου Ανάσταση.


Κατά τη Μ. Πέμπτη επιτελούμε ανάμνηση: (α) Της νίψεως των ποδών των Αποστόλων υπό του Κυρίου. (β) Του Μυστικού Δείπνου, δηλαδή της παραδόσεως σ' εμάς υπό του Κυρίου του Μυστηρίου της θείας Ευχαριστίας. (γ) Της θαυμαστής προσευχής του Κυρίου προς τον Πατέρα Του. Και (δ) Της προδοσίας του Κυρίου υπό του Ιούδα.
Εκείνο το βράδυ της Πέμπτης, πριν ν' αρχίσει το δείπνο ο ΄Ιησούς σηκώνεται από το τραπέζι, αφήνει κάτω τα ιμάτιά του, βάζει νερό στο νιπτήρα και τα κάνει όλα μόνος Του, πλένοντας τα πόδια των Μαθητών Του. Με τον τρόπο αυτό θέλει να δείξει σ' όλους ότι δεν πρέπει να επιζητούμε τα πρωτεία. Μετά τη νίψη των ποδιών λέγει: <<όποιος θέλει να είναι πρώτος, να είναι τελευταίος απ' όλους>>.

Πρώτα πήγε στον Ιούδα και μετά στό Πέτρο, ο οποίος ήταν ο πιό ορμητικός απ' όλους και στην αρχή σταματάει το Διδάσκαλο, αλλά ύστερα όταν τον έλεγξε, υποχωρεί με τη καρδιά του. Αφού έπλυνε τα πόδια όλων, πήρε τα ιμάτιά Του και ξανακάθησε.
Άρχισε κατόπιν να τους νουθετεί να αγαπούν ο ένας τον άλλον και να μη επιζητούν το ποιός θα είναι πρώτος. Στη συνέχεια τους μίλησε για την προδοσία και επειδή θορυβήθηκαν, στρέφεται με ήρεμο τρόπο στον Ιωάννη και τον υπέδειξε.
Κατόπιν πήρε ψωμί στα χέρια Του και είπε: <<Λάβετε φάγετε>>. Τό ίδιο έκανε και με το ποτήρι του κρασιού λέγοντας: <<Πιέστε απ' αυτό όλοι, γιατί αυτό είναι το αίμα Μου, της νέας Συμφωνίας. Αυτό να κάνετε για να Με θυμάστε>>. Μετά από αυτή τη στιγμή ο Ιούδας, μόλις έφαγε τον άρτο έφυγε και συμφώνησε με τους αρχιερείς να τους Τον παραδώσει.
Μετά το δείπνο βγήκαν όλοι στο όρος των Ελαιών, όπου ο Χριστός τους δίδαξε τα ανήκουστα και τελευταία μαθήματα και αρχίζει να λυπάται και να ανυπομονεί. Αναχωρεό μόνος Του και, γονατίζοντας, προσεύχεται εκτενώς. Από την πολλή αγωνία γίνεται ο ιδρώτας Του σαν σταγόνες πηχτού αίματος, οι οποίες έπεφταν στη γη. Μόλις συμπληρώνει την εναγώνια εκείνη προσευχή, φθάνει ο Ιούδας με ένοπλους στρατιώτες και πολύ όχλο και αφού χαιρετάει και φιλάει πονηρά το δάσκαλό Του, Τον παραδίδει.
Συλλαμβάνεται λοιπόν ο Ιησούς και τον φέρνουν δέσμιο στους Αρχιερείς Άννα και Καϊάφα. Οι μαθητές σκορπίζονται και ο θερμότερος των άλλων ο Πέτρος τον ακολούθησε ως την αρχιερατική αυλή και αρνείται και αυτός ότι είναι μαθητής Του.
Εν τω μεταξύ ο θείος διδάσκαλος παρουσιάζεται μπροστά στο παράνομο συνέδριο, εξετάζεται για τους μαθητές και τη διδασκαλία Του, εξορκίζεται στο Θεό για να πεί εάν Αυτός είναι πράγματι ο Χριστός και αφού είπε την αλήθεια, κρίνεται ως ένοχος θανάτου, επειδή τάχα βλασφήμησε.
Από 'κει και πέρα τον φτύνουν στο πρόσωπο, τον χτυπάνε, τον εμπαίζουν με κάθε τρόπο κατά τη διάρκεια όλης της νύχτας, ως το πρωϊ.


Κατά τη Μ. Τετάρτη επιτελούμε ανάμνηση: (α) του γεγονότος της αλείψεως του Κυρίου με μύρο από μια πόρνη γυναίκα. Επίσης φέρεται στη μνήμη μας, (β) η σύγκλιση του Συνεδρίου των Ιουδαίων, του ανωτάτου δηλαδή Δικαστηρίου τους, προς λήψη καταδικαστικής αποφάσεως του Κυρίου, καθώς και (γ) τα σχέδια του Ιούδα για προδοσία του Διδασκάλου του.
Δύο μέρες πριν το Πάσχα, καθώς ο Κύριος ανέβαινε προς τα Ιεροσόλυμα, κι ενώ βρισκόταν στο σπίτι στου λεπρού Σίμωνα, τον πλησίασε μια πόρνη γυναίκα κι άλειψε το κεφάλι Του με πολύτιμο μύρο.

Η τιμή του ήταν γύρω στα τριακόσια δηνάρια, πολύτιμο άρωμα και γι' αυτό οι μαθητές την επέκριναν και περισσότερο απ' όλους ο Ιούδας. Γνώριζαν οι μαθητές καλά πόσο μεγάλο ζήλο έδειχνε πάντοτε ο Χριστός για την ελεημοσύνη προς τους φτωχούς. Ο Χριστός όμως την υπερασπίσθηκε, για να μην αποτραπεί απ' το καλό της σκοπό. Ανέφερε μάλιστα και τον ενταφιασμό Του, προσπαθώντας να αποτρέψει τον Ιούδα από τη προδοσία, αλλά μάταια. Τότε απέδωσε στη γυναίκα την μεγάλη τιμή να διακηρύσσεται το ενάρετο έργο της σε ολόκληρο την οικουμένη.
Ο Ιερός Χρυσόστομος υποστηρίζει ότι δύο ήταν οι γυναίκες που άλειψαν με μύρο τον Κύριο. Οι τρεις πρώτοι Ευαγγελιστές αναφέρουν μια και την ίδια γυναίκα, που πήρε την ονομασία πόρνη. Ο Ευαγγελιστής Ιωάννης όμως κάνει λόγο για άλλη γυναίκα, αξιοθαύμαστη και σεμνή, τη Μαρία την αδελφή του Λαζάρου, που άλειψε τα άχραντα πόδια Του σκουπίζοντας τα με τις τρίχες των μαλλιών της.
Αυτή την ημέρα ψάλλεται και το περίφημο τροπάριο, τελευταίο στην ακολουθία, της ευσεβούς και λογίας ποιητρίας του Βυζαντίου, Κασσιανής. Η ηρωϊδα του ποιήματός της, η γυναίκα που άλειψε με μύρο τον Κύριο ήταν η πόρνη που αναφέρουν οι Ευαγγελιστές (και όχι η ευσεβής ποιήτρια Κασσιανή).
Να και το εξαίσιο τροπάριο σε μετάφραση:
Κύριε, η γυναίκα, η οποία περιέπεσε σε πολλές αμαρτίες, επειδή κατανόησε, ότι ήσουν Θεός (ενανθρωπήσας), αναλαμβάνει έργο μυροφόρου και θρηνούσα φέρει σε Σε μύρα γα να Σε αλείψει πριν ακόμη (αποθάνεις και) ενταφιασθείς. Και λέγει: Αλίμονο σε μένα! γιατί εγώ ζω μέσα σε μια νύκτα, η οποία είναι γεμάτη από πυκνό σκοτάδι και δεν φωτίζεται ούτε από αμυδρό φως, όπως είναι το φως της σελήνης, τρέχω προς τη σαρκική ηδονή ασυγκράτητος, όπως τρέχουν τα ζώα, όταν τα κεντήσει αλογόμυγα, ζω κυριευμένη από τον έρωτα της αμαρτίας. Αλλά Σύ, που υψώνεις τα νερά της θάλασσας, μεταβάλλοντάς τα σε νεφέλες, δέξου των δακρύων μου το ακατάσχετο ρεύμα. Λύγισε (και χαμήλωσε από το άπειρο ύψος Σου) προς εμένα, που Σε ικετεύω με τους στεναγμούς της (μετανοούσης) καρδίας μου, Συ ο Οποίος, με την ακατάληπτη και απερίγραπτη ενανθρώπισή Σου, ελύγισες τους ουρανούς (και κατέβηκες στη γη). Θα φιλήσω με συνεχή και ακατάπαυστα φιλιά τα αμόλυντα Σου πόδια και πάλι (βρέχοντας με τα δάκρυά μου) θα τα σπογγίσω με τις πλεξίδες της κεφαλής μου, αυτά τα πόδια των οποίων το βροντώδη ήχο (από τα βάδισμά Σου) όταν άκουσε μέσα στο Παράδεισο η Εύα εκείνο το δειλινό (της ημέρας της παραβάσεως), φοβήθηκε και από το φόβο της κρύφθηκε. Τα πλήθη των αμαρτιών μου, αλλά και τα απύθμενα βάθη των κρίσεών Σου και των βουλών Σου (δηλαδή τους μυστηριώδεις και απερινόητους τρόπους που χρησιμοποιείς για τη σωτηρία των ανθρώπων,) ποίος θα μπορέσει να εξερευνήσει, ψυχοσώστα Σωτήρα μου; Συ που έχεις άπειρο την ευσπλαχνία, μη παραβλέψεις εμένα, τη δική Σου δούλη!
Ι. Μ. Πετράκη


Κατά την Μ.Τρίτη επιτελούμε ανάμνηση της περί των δέκα παρθένων γνωστής παραβολής του Κυρίου. Η Εκκλησία μας καλεί να είμεθα έτοιμοι για να υποδεχθούμε, κρατούντες τις λαμπάδες των αρετών μας, τον ουράνιον Νυμφίο, τον Κύριον Ιησού, ο Οποίος θα έλθει αιφνίδια, είτε ειδικά κατά τη στιγμή του θανάτου μας, είτε γενικά κατά τη Δευτέρα Παρουσία. Επίσης μας καλεί, φέρουσα ενώπιό μας και τη παραβολή των ταλάντων, να καλλιεργήσουμε και να αυξήσουμε τα χαρίσματα που μας έδωσε ο Θεός.

Ο Κύριός μας, ο Ιησούς Χριστός, όταν ανέβαινε στα Ιεροσόλυμα και πλησίαζε προς το εκούσιο Πάθος, έλεγε στους μαθητές Του ορισμένες παραβολές για να τους προετοιμάσει. Μερικές, μάλιστα, τις έλεγε για να καυτηριάσει και να χτυπήσει του Γραμματείς και τους Φαρισαίους.
Μια από αυτές, τη σημερινή των δέκα παρθένων, την είπε για να παρακινήσει μεν όλους προς την ελεημοσύνη, αλλά και να διδάξει όλους μας να είμαστε έτοιμοι πριν μας προλάβει το τέλος του θανάτου. Επειδή έχει πολλή δόξα η παρθενία (πραγματικά είναι μεγάλο κατόρθωμα!) και για να μη βρεθεί κάποιος που κατορθώνει αυτό το μεγάλο έργο, αλλά παραμελεί τα άλλα και ιδίως την ελεημοσύνη, προβάλλει αυτή τη παραβολή.
Τρέχει πολύ γρήγορα η νύκτα της παρούσης ζωής, έτσι οι παρθένες όλες νύσταξαν και κοιμήθηκαν, δηλαδή πέθαναν, γιατί ο θάνατος λέγεται και ύπνος. Καθώς κοιμόντουσαν, στη μέση της νύχτας ακούσθηκε μια δυνατή φωνή που έλεγε: <<Να ΄τος ο Νυμφίος, έρχεται! Βγείτε όλες να Τον προϋπαντήσετε!>>. Τότε οι φρόνιμες παρθένες που είχαν φροντίσει να έχουν άφθονο λάδι, συνάντησαν τον Νυμφίο και μπήκαν μέσα μαζί Του, όταν ανοίχθηκαν οι πύλες. Αυτές κοντά στις άλλες αρετές και μάλιστα της παρθενίας, φρόντισαν να έχουν άφθονο και το λάδι της ελεημοσύνης.
Αντίθετα οι άλλες πέντε παρθένες που δεν είχαν αρκετό λάδι, όταν ξύπνησαν ζητούσαν λίγο από τις φρόνιμες, αλλά μετά θάνατο δεν είναι εύκολο να αγοράσεις λάδι από αυτούς που το πουλούν, δηλαδή τους φτωχούς. Αυτές η παραβολή τις ονομάζει μωρές, γατί ενώ κατόρθωσαν το δυσκολώτερο, την ''παρθενία'', παραμέλησαν το ευκολώτερο γιατί ήταν ανελεήμονες καρδιές.
Όποιος λοιπόν κατορθώσει μια αρετή - έστω μεγάλη - αλλά δε φροντίσει και για τις άλλες και ιδίως την ελεημοσύνη, δε μπορεί να μπει μαζί με το Χριστό στην αιώνια ανάπαυση και γυρίζει πίσω ντροπιασμένος. Και τίποτα δεν είναι πιό λυπηρό και πιο ντροπιαστικό από μια "παρθένο" που νικιέται απ' τον έρωτα των χρημάτων.

Το Σάββατο του Λαζάρου, από λειτουργικής πλευράς, είναι τα προεόρτια της Κυριακής των Βαΐων – της Εισόδου του Κυρίου μας στα Ιεροσόλυμα. Και οι δύο αυτές γιορτές έχουν ένα κοινό θέμα: το θρίαμβο και τη νίκη. Το Σάββατο του Λαζάρου αποκαλύπτει τον Εχθρό, δηλαδή το Θάνατο · η Κυριακή των Βαΐων προαναγγέλλει το νόημα της νίκης ως θρίαμβο της Βασιλείας του Θεού και ως αποδοχή από τον κόσμο του μόνου Βασιλέως , του Ιησού Χριστού.
Σε όλη τη διάρκεια της επί γης ζωής του Ιησού Χριστού, η σεμνή είσοδός Του στην Αγία Πόλη ήταν το μόνο ορατό σημείο θριάμβου. Μέχρι αυτή τη μέρα ο Ιησούς έδειχνε επίμονη άρνηση σε κάθε περίπτωση θριάμβου και δόξας Του. Έξι μέρες όμως πριν το Πάσχα, όχι μόνο δέχτηκε να δοξαστεί, αλλά ο ίδιος προκάλεσε και οργάνωσε αυτή τη δόξα. Κάνοντας αυτό που προανήγγειλε ο προφήτης Ζαχαρίας: «ιδού ο Βασιλεύς σου έρχεται σοι… πραύς και επιβεβηπώς επί υποζύγιον και πώλον νέον» (Ζαχ. 9, 9), φανέρωσε ότι ήθελε να επιδοκιμαστεί και να αναγνωριστεί ως Μεσσίας, Βασιλέας και Λυτρωτής του Ισραήλ.

Οι Ευαγγελικές περικοπές τονίζουν όλα αυτά τα μεσσιανικά στοιχεία, δηλαδή τους κλάδους των βαΐων και τα Ωσαννά, τις επευφημίες για τον Ιησού Χριστό ότι είναι ο Υιός του Δαυίδ και Βασιλέας του Ισραήλ. Η ιστορία του Ισραήλ τώρα ολοκληρώνεται, φτάνει στο τέλος της, αυτό εξ άλλου είναι και το νόημα αυτού του γεγονότος, της αγγελίας της Βασιλείας του Θεού. Για την εκπλήρωση του σκοπού αυτής της ιστορίας έπρεπε να αναγγελθεί και να προετοιμαστεί η Βασιλεία του Θεού, η έλευση του Μεσσία. Και τώρα εκπληρώθηκε, γιατί ο Βασιλέας εισέρχεται στην Αγία Πόλη Του και όλες οι προφητείες και o ι προσδοκίες βρίσκουν την εκπλήρωση τους στο Πρόσωπο Του. Ο Χριστός εγκαθιστά τη Βασιλεία Του επί της γης.

Την Κυριακή των Βαΐων θυμόμαστε και τιμάμε αυτό το μέγιστο γεγονός. Κρατώντας κλάδους βαΐων ταυτιζόμαστε με το λαό της Ιερουσαλήμ . Μαζί τους χαιρετίζουμε τον ταπεινό Κύριο και Βασιλέα ψέλνοντας: «Ωσαννά, ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι Κυρίου». Άραγε ποιο είναι το αληθινό νόημα όλων αυτών σήμερα για μας;

Πρώτα-πρώτα είναι η ομολογία μας ότι ο Χριστός είναι ο Βασιλέας και Κύριος μας. Πολύ συχνά, στην καθημερινή ζωή μας, ξεχνάμε ότι η Βασιλεία του Θεού έχει ήδη εγκατασταθεί στη γη και ότι την ημέρα της βαπτίσεώς μας γίναμε πολίτες αυτής της Βασιλείας και υποσχεθήκαμε η αφοσίωση και η πίστη μας σ’ αυτή να είναι πάνω από κάθε άλλη πίστη μας. Ας μην ξεχνάμε ότι ο Χριστός για λίγες ώρες ήταν πραγματικά ο Βασιλέας πάνω στη γη, σ’ αυτό τον κόσμο το δικό μας – για λίγες μόνο ώρες και σε μια συγκεκριμένη πόλη. Αλλά, όπως στο πρόσωπο του Λαζάρου αναγνωρίσαμε την εικόνα του καθενός από μας, του κάθε ανθρώπου ξεχωριστά, έτσι και σ’ αυτή την πόλη (την Ιερουσαλήμ) αναγνωρίζουμε το μυστηριακό κέντρο όλου του κόσμου και γενικά ολόκληρης της δημιουργίας. Γιατί ακριβώς αυτό είναι το βιβλικό νόημα της πόλης Ιερουσαλήμ, είναι δηλαδή το εστιακό σημείο όλης της ιστορίας της σωτηρίας και του λυτρωμού, είναι η Αγία Πόλη της έλευσης του θεού στη γη. Έτσι λοιπόν η Βασιλεία που εγκαταστάθηκε στην Ιερουσαλήμ είναι μια παγκόσμια Βασιλεία που αγκαλιάζει καθολικά τον άνθρωπο και όλη τη δημιουργία… Για λίγες ώρες – όμως αυτές οι ώρες ήταν πολύ αποφασιστικός χρόνος – φάνηκε επί της γης η τελική «ώρα του Ιησού», η ώρα της εκπλήρωσης από τον Θεό όλων των υποσχέσεων Του, όλων των αποφάσεων Του. Έφτασε στο τέλος όλη η προπαρασκευαστική πορεία που είχε αποκαλυφθεί στην Αγία Γραφή · ήρθε το τέλος όλων όσων ο Θεός έκανε για τον άνθρωπο. Έτσι αυτή η σύντομη ώρα του επί γης θριάμβου του Χριστού αποκτάει ένα αιώνιο νόημα. Εισάγει την πραγματικότητα της θείας Βασιλείας στο δικό μας χρόνο, στις δικές μας ώρες. Αυτή η Βασιλεία δίνει το νόημα στο χρόνο και γίνεται ο απώτερος, ο αιώνιος σκοπός του. Η Βασιλεία του Θεού αποκαλύφθηκε στον κόσμο τούτο και αυτή την ώρα · η παρουσία της κρίνει και μεταμορφώνει την ανθρώπινη ιστορία.

Όταν, σε κάποια στιγμή της ακολουθίας, την Κυριακή των Βαΐων παίρνουμε από τον ιερέα έναν κλάδο βαΐων, ανανεώνουμε τον όρκο στον Βασιλέα μας, ομολογούμε ότι η Βασιλεία Του δίνει τελικό νόημα και περιεχόμενο στη ζωή μας. Ομολογούμε ότι το καθετί στη ζωή μας και στον κόσμο ανήκει στον Χριστό και τίποτε δεν μπορεί να αφαιρεθεί από τον μοναδικό, αληθινό Κτήτορά του, γιατί δεν υπάρχει περιοχή της ζωής όπου Εκείνος δεν κυβερνά, δεν σώζει, δεν λυτρώνει. Διακηρύττουμε την παγκόσμια, την καθολική ευθύνη της Εκκλησίας για την ανθρώπινη ιστορία και επιβεβαιώνουμε την παγκόσμια αποστολή της.

Ξέρουμε, βέβαια, ότι ο Βασιλέας τον οποίο οι Ιουδαίοι ζητωκραύγαζαν τότε και τον οποίο εμείς σήμερα επιδοκιμάζουμε, βρίσκεται στο δρόμο προς το Γολγοθά, προς το Σταυρό και τον τάφο. Ξέρουμε, επίσης, πως αυτός ο σύντομος θρίαμβος δεν είναι παρά ο πρόλογος της θυσίας Του. Τα κλαδιά στα χέρια μας επιβεβαιώνουν την ετοιμότητα μας και τη διάθεση μας να Τον ακολουθήσουμε σ’ αυτό το δρόμο της θυσίας, και ότι αποδεχόμαστε τη θυσία και την αυταπάρνηση σαν τη μόνη βασιλική οδό προς τη θεία Βασιλεία. Τελικά αυτοί οι κλάδοι και η όλη γιορτή φανερώνουν την πίστη μας στην τελική νίκη του Χριστού.

Η Βασιλεία του Θεού όμως είναι ακόμα κρυμμένη, ο κόσμος την αγνοεί και ζει σήμερα σαν να μην έχουν συμβεί όλα αυτά τα συγκλονιστικά γεγονότα. Σαν να μην έχει πεθάνει ατό Σταυρό και να μην έχει αναστηθεί ο Θεάνθρωπος. Εμείς όμως οι χριστιανοί πιστεύουμε στην ερχόμενη Βασιλεία στην όποια ο Θεός είναι «ο τα πάντα πληρών» και ο Χριστός είναι ο μόνος Βασιλέας.

Στις ακολουθίες της Εκκλησίας μας θυμόμαστε τα γεγονότα του παρελθόντος. Αλλά όλο το νόημα και η δύναμη της Θείας Λειτουργίας βρίσκεται στο γεγονός ότι μετατρέπει την ανάμνηση σε παρόν, σε παρούσα πραγματικότητα. Την Κυριακή των Βαΐων αυτή η πραγματικότητα είναι η συμμετοχή μας στα γεγονότα, η ανταπόκριση μας σ’ αυτά, η ίδια η Βασιλεία του θεού. Ο Χριστός δεν μπαίνει πια στα Ιεροσόλυμα θριαμβευτής. Το έκανε μια φορά και για πάντα. Και δεν χρειάζεται πια «σύμβολα», γιατί δεν πέθανε στο Σταυρό για να μπορούμε εμείς αιώνια να «συμβολίζουμε» τη ζωή Του. Αλλά ζητάει από μας μια πραγματική, ειλικρινή αποδοχή της Βασιλείας που μας έφερε…

Αν δεν είμαστε έτοιμοι να κρατήσουμε την ιερή υπόσχεση που δώσαμε με το βάπτισμα μας και που ανανεώνουμε κάθε χρόνο την Κυριακή των Βαΐων, αν δεν επιμένουμε να κάνουμε τη Βασιλεία του θεού κανόνα όλης της ζωής μας, μάταια γιορτάζουμε τούτη τη γιορτή και οι κλάδοι των βαΐων που παίρνουμε από την Εκκλησία για το σπίτι μας δεν έχουν κανένα νόημα, είναι άχρηστοι
Πρωτοπρεσβυτέρου Αλεξάνδρου Σμέμαν, Η ΜΕΓΑΛΗ ΕΒΔΟΜΑΔΑ,


Ο θάνατος είναι μια κατάσταση φοβερή και φοβίζει τον άνθρωπο.Όταν πέθανε ο Λάζαρος ο Ιησούς ήταν μακρυά.Οι αδερφές του νεκρού τον αναζητούσαν για να μπορέσει πριν πεθάνει να τον θεραπεύσει.Ήταν σίγουρες οι αδελφές του Λαζάρου Μάρθα και Μαρία ότι ο Ιησούς θα τον θεράπευε διότι ήταν και αγαπητοί φίλοι.Αλλά τώρα πέθανε.Άργησε ο Ιησούς νάρθει. Μετά από 4 ημέρες από το θάνατο ήρθε στο σπίτι του φίλου του. Και οι αδερφές του Λαζαρου όταν τον είδαν είπαν αυτό το περιβόητο ΑΝ Κύριε ήσουν εδώ νωρίς ο φίλος σου....Οι καημένες οι γυναίκες η λογική τους ήταν όπως σχεδόν όλων μας..Δεν αναγνωρίζομε εύκολα το χρυσάφι από το κάρβουνο..Δεν αναγνώρισαν ότι μπροστά τους είχαν τη ΖΩΗ και ο θάνατος μόλις τη βλέπει το ''βάζει στα πόδια''. Ο Ιησούς φανερά στενοχωρημένος και δακρυσμένος από τον θάνατο του φίλου Του απαντά: Μαρία εγώ είμαι η ΖΩΗ.Μία φράση που ''μεθάει','μια φράση που ενθαρρύνει, μία φράση που σε κάνει να προσμένεις τα ουράνια, μία φράση που κάνει τον θεό μας μοναδικό..


Η Ανάσταση του Αγίου Λαζάρου, π. Αλεξάνδρου Σμέμαν

Το προοίμιο του Σταυρού.

«Την ψυχωφελή, πληρώσαντες Τεσσαρακοστήν, και την Αγίαν Εβδομάδα τον πάθους σον, αιτούμεν κατιδείν Φιλάνθρωπε …»

Με αυτά τα λόγια του στιχηρού στον εσπερινό της Παρασκευής, πριν την Κυριακή των Βαΐων, τελειώνει η Μεγάλη Σαρακοστή. Μπαίνουμε πια στην «Αγία Εβδομάδα», στην περίοδο του εορτασμού των παθών του Χριστού, του Θανάτου και της Αναστάσεως Του. Περίοδος που αρχίζει από το Σάββατο του Λαζάρου .

Τα γεγονότα της διπλής γιορτής, η ανάσταση του Λαζάρου και η είσοδος του Κυρίου στα Ιεροσόλυμα, αναφέρονται στα λειτουργικά κείμενα σαν «προοίμιο του Σταυρού». Έτσι, για να καταλάβουμε καλύτερα αυτά τα γεγονότα, θα πρέπει να τα δούμε μέσα στα πλαίσια της Μεγάλης Εβδομάδας.

Το κοινό απολυτίκιο των δύο αυτών ημερών: «την κοινήν ανάστασιν προ του σου πάθους πιστούμενος, εκ νεκρών ήγειρας τον Λάζαρον, Χριστέ ο Θεός…» μας βεβαιώνει, με κατηγορηματικό τρόπο, για την αλήθεια της κοινής ανάστασης. Είναι πολύ σημαντικό ότι μια από τις μεγάλες γιορτές της Εκκλησίας μας, η θριαμβευτική είσοδος του Κυρίου στα Ιεροσόλυμα, γίνεται ο οδηγός στην πορεία μας μέσα στο σκοτάδι του Σταυρού. Έτσι το φως και η χαρά λάμπουν όχι μόνο στο τέλος της Μεγάλης Εβδομάδας αλλά και στην αρχή της. Το φως και η χαρά φωτίζουν αυτό το σκοτάδι και αποκαλύπτουν το βαθύ και τελικό νόημα του.

Όλοι όσοι είναι εξοικειωμένοι με την Ορθόδοξη λατρεία γνωρίζουν τον ιδιότυπο, σχεδόν παράδοξο, χαρακτήρα των ακολουθιών του Σαββάτου του Λαζάρου. Είναι, θα λέγαμε, Κυριακή και όχι Σάββατο, δηλαδή έχουμε μέσα στο Σάββατο αναστάσιμη ακολουθία. Ξέρουμε ότι το Σάββατο είναι βασικά αφιερωμένο στους τεθνεώτες και η Θεία Λειτουργία γίνεται στη μνήμη τους. Όμως το Σάββατο του Λαζάρου είναι διαφορετικό. Η χαρά που διαποτίζει τις ακολουθίες αυτής της ημέρας τονίζει ένα κεντρικό θέμα: την επερχόμενη νίκη του Χριστού κατά του Άδη.

Άδης είναι ο βιβλικός όρος που χρησιμοποιείται για να ορίσει το θάνατο με την παγκόσμια δύναμη του, που με τα αδιαπέραστα σκότη και τη φθορά καταπίνει κάθε ζωή και δηλητηριάζει ολόκληρο το σύμπαν. Αλλά τώρα, με την ανάσταση του Λαζάρου, ο «θάνατος αρχίζει να τρέμει». Ακριβώς από δω αρχίζει η αποφασιστική μονομαχία ανάμεσα στη Ζωή και το Θάνατο και μας προσφέρει το κλειδί για μια πλήρη κατανόηση του λειτουργικού μυστηρίου του Πάσχα.

Στην πρώτη Εκκλησία, το Σάββατο του Λαζάρου ονομαζόταν «αναγγελία του Πάσχα». Πραγματικά αυτό το Σάββατο αναγγέλει, προμηνύει, το υπέροχο φως και τη γαλήνη του επομένου Σαββάτου, του Αγίου και Μεγάλου Σαββάτου, που είναι ημέρα του Ζωηφόρου Τάφου.

Το πρώτο μας βήμα ας είναι η προσπάθεια να καταλάβουμε το εξής: ο Λάζαρος, ο φίλος του Ιησού Χριστού, είναι η προσωποποίηση όλου του ανθρωπίνου γένους και φυσικά κάθε ανθρώπου ξεχωριστά . Η Βηθανία, η πατρίδα του Λαζάρου, είναι το σύμβολο όλου του κόσμου, είναι η πατρίδα του καθενός. Ο καθένας από μας δημιουργήθηκε να είναι φίλος του Θεού και κλήθηκε σ’ αυτή τη θεϊκή Φιλία που είναι η γνώση του Θεού, η κοινωνία μαζί Του, η συμμετοχή στη ζωή Του. «Εν αύτω ζωή ην, και η ζωή ην το φως των ανθρώπων» (Ιω. 1, 4). Και όμως αυτός ο φίλος (ο άνθρωπος), τον οποίο τόσο αγαπάει ο Θεός και τον οποίο μόνο από αγάπη δημιούργησε , δηλαδή τον έφερε στη ζωή, τώρα καταστρέφεται, εκμηδενίζεται από μια δύναμη που δεν τη δημιούργησε ο Θεός: το θάνατο . Ο Θεός συναντάει μέσα στον κόσμο, που Αυτός δημιούργησε, μια δύναμη που καταστρέφει το έργο Του και εκμηδενίζει το σχέδιο Του. Έτσι ο κόσμος δεν είναι πια παρά θρήνος και πόνος, δάκρυα και θάνατος.

Πως είναι δυνατόν αυτό; Πως συνέβηκε κάτι τέτοιο; Αυτά είναι ερωτήματα που διαφαίνονται στη λεπτομερή διήγηση που κάνει ο Ιωάννης στο Ευαγγέλιο του για τον Ιησού Χριστό όταν έφτασε στον τάφο του φίλου Του Λαζάρου. «Που τεθείκατε αυτόν; λέγουσι αυτώ · Κύριε έρχου και ίδε. Εδάκρυσεν ο Ιησούς». (Ιω. 11, 35). Γιατί, αλήθεια, ο Κύριος δακρύζει βλέποντας το νεκρό Λάζαρο αφού γνωρίζει ότι σε λίγα λεπτά ο ίδιος θα του δώσει ζωή; Μερικοί Βυζαντινοί υμνογράφοι βρίσκονται σε αμηχανία σχετικά με το αληθινό νόημα αυτών των δακρύων. Μιλάνε για δάκρυα που χύνει η ανθρώπινη φύση του Χριστού, ενώ η δύναμη της ανάστασης ανήκει στη θεϊκή Του φύση. Η Ορθόδοξη όμως Εκκλησία μας διδάσκει ότι όλες οι πράξεις του Χριστού ήταν «Θεανδρικές», δηλαδή θεϊκές και ανθρώπινες ταυτόχρονα. Οι πράξεις Του είναι πράξεις ενός και του αυτού Θεού-Ανθρώπου, του σαρκωμένου Υιού του θεού. Αυτός, λοιπόν, που δακρύζει δεν είναι μόνο Άνθρωπος αλλά και Θεός, και Αυτός που καλεί το Λάζαρο να βγει από τον τάφο δεν είναι μόνο Θεός αλλά και Άνθρωπος ταυτόχρονα. Επομένως αυτά τα δάκρυα είναι θεία δάκρυα. Ο Ιησούς κλαίει γιατί βλέπει το θρίαμβο του θανάτου και της καταστροφής στον κόσμο το δημιουργημένο από τον Θεό.

«Κύριε, ήδη όζει…», λέει η Μάρθα και μαζί της oι παρεστώτες Ιουδαίοι, προσπαθώντας να εμποδίσουν τον Ιησού να πλησιάσει το νεκρό. Αυτή η φοβερή προειδοποίηση αφορά ολόκληρο τον κόσμο, όλη τη ζωή. Ο Θεός είναι η ζωή και η πηγή της ζωής. Αυτός κάλεσε τον άνθρωπο να ζήσει μέσα στη θεία πραγματικότητα της ζωής και εκείνος τώρα «όζει» (μυρίζει άσχημα). Ο κόσμος δημιουργήθηκε να αντανακλά και να φανερώνει τη δόξα του Θεού και εκείνος «όζει»…

Στον τάφο του Λαζάρου ο Θεός συναντά το Θάνατο, την πραγματικότητα που είναι αντι-ζωή, που είναι διάλυση και απόγνωση. Ο Θεός συναντά τον εχθρό Του, ο οποίος του απέσπασε τον κόσμο Του και έγινε ο ίδιος «άρχων του κόσμου τούτου». Και όλοι εμείς που ακολουθούμε τον Ιησού Χριστό καθώς πλησιάζει στον τάφο του Λαζάρου, μπαίνουμε μαζί Του στη «δική Του ώρα» («ιδού ήγγικεν η ώρα…») · στην ώρα για την όποια πολύ συχνά είχε μιλήσει και την είχε παρουσιάσει σαν το αποκορύφωμα, το πλήρωμα ολοκλήρου του έργου Του.

Ο Σταυρός, η αναγκαιότητα του και το παγκόσμιο νόημα του αποκαλύπτονται με την πολύ σύντομη φράση του Ευαγγελίου: «και εδάκρυσεν ο Ιησούς…». Τώρα μπορούμε να καταλάβουμε γιατί δάκρυσε : αγαπούσε το φίλο Του Λάζαρο και γι’ αυτό είχε τη δύναμη να τον φέρει πίσω στη ζωή. Η δύναμη της Ανάστασης δεν είναι απλά μια θεϊκή «δύναμη αυτή καθ’ εαυτή», αλλά είναι δύναμη αγάπης, ή μάλλον η αγάπη είναι δύναμη.

Ο Θεός είναι Αγάπη και η Αγάπη είναι Ζωή. Η Αγάπη δημιουργεί Ζωή… Η Αγάπη, λοιπόν, είναι εκείνη που κλαίει μπροστά στον τάφο και η Αγάπη είναι εκείνη που επαναφέρει τη ζωή. Αυτό είναι το νόημα των θεϊκών δακρύων του Ιησού. Μέσα απ’ αυτά η αγάπη ενεργοποιείται και πάλι – αναδημιουργεί, απολυτρώνει, αποκαθιστά τη σκοτεινή ζωή του ανθρώπου: «Λάζαρε, δεύρο έξω!..» Προσταγή απολύτρωσης. Κάλεσμα στο φως. Ακριβώς γι’ αυτό το Σάββατο του Λαζάρου είναι το προοίμιο και του Σταυρού, σαν τη μέγιστη θυσία της αγάπης, και της Ανάστασης, σαν τον τελικό θρίαμβο της αγάπης.

π. Αλεξάνδρου Σμέμαν, Η ΜΕΓΑΛΗ ΕΒΔΟΜΑΔΑ





Γέροντες γεμάτοι ''Χριστό''με ζωντάνια και''νιάτα'' με λόγια που εμβαθύνουν στη ψυχή και την κάνουν να χαίρεται.Όλοι έφευγαν αναπαυμένοι μετά από μια συζήτηση με το γέροντα για τον απλούστατο λόγο ότι η κουβέντα αυτή περιφέροταν γύρω από την ζωή.Οι άνθρωποι στην κουβέντα τους δεν έχουν επίκντρο πράγματα που σχετίζονται με τη Ζωή,η κουβέντα τους περιτρυγυρίζει τις περισσότερες φορές γύρω από πράγματα ''θανάτου'' ταυτίζοντας τον εαυτό τους πολλές φορές μ'αυτόν και στην ουσία να γίνονται κινούμενα ''πτώματα''.

"Όποιος αγαπάει λίγο, δίνει λίγο
όποιος αγαπάει περισσότερο δίνει περισσότερο
κι όποιος αγαπάει πάρα πολύ τι έχει αντάξιο να δώσει;
Δίνει τον εαυτό του..."

...Ο Χριστός θέλει κι ευχαριστείται να σκορπάει τη χαρά, να πλουτίζει τους πιστούς Του με χαρά. Εύχομαι "ίνα η χαρά υμών η πεπληρωμένη". Αυτή είναι η θρησκεία μας. Εκεί πρέπει να πάμε. Ο Χριστός είναι ο Παράδεισος, παιδιά μου. Τι είναι Παράδεισος;
Ο Χριστός είναι. Από 'δω αρχίζει ο Παράδεισος. Είναι ακριβώς το ίδιο. Όσοι εδώ στη γη ζουν τον Χριστό, ζουν τον Παράδεισο. Έτσι είναι, που σας το λέγω. Είναι σωστό, αληθινό αυτό, πιστέψτε με! Έργο μας είναι προσπαθούμε να βρούμε έναν τρόπο να μπούμε μέσα στο φως του Χριστού. Δεν είναι να κάνει κανείς τα τυπικά. Η ουσία είναι να είμαστε μαζί με τον Χριστό. Να ξυπνήσει η ψυχή και ν' αγαπήσει τον Χριστό, να γίνει αγία. Να επιδοθεί στο θείο έρωτα. Έτσι θα μας αγαπήσει κι Εκείνος. Θα είναι τότε η χαρά αναφαίρετη. Αυτό θέλει πιο πολύ ο Χριστός, να μας γεμίζει από χαρά, διότι είναι η πηγή της χαράς...

...Ο έρωτας προς τον Χριστό είναι κάτι άλλο. Δεν έχει τέλος, δεν έχει χορτασμό. Δίνει ζωή, δίνει σθένος, δίνει υγεία, δίνει, δίνει, δίνει... Κι όσο δίνει, τόσο πιο πολύ ο άνθρωπος θέλει να ερωτεύεται. Ενώ ο ανθρώπινος έρωτας μπορεί να φθείρει τον άνθρωπο, να τον τρελάνει. Όταν αγαπήσομε τον Χριστό, όλες οι άλλες αγάπες υποχωρούν. Οι άλλες αγάπες έχουν κορεσμό. Η αγάπη του Χριστού δεν έχει κορεσμό...

...Ο άνθρωπος έχει τέτοιες δυνάμεις, ώστε να μπορεί να μεταδώσει το καλό ή το κακό στο περιβάλλον του. Αυτά τα θέματα είναι πολύ λεπτά. Χρειάζεται μεγάλη προσοχή. Πρέπει να βλέπομε το καθετί με αγαθό τρόπο. Τίποτα το κακό να μη σκεπτόμαστε για τους άλλους. Κι ένα βλέμμα κι ένας στεναγμός επιδρά στους συνανθρώπους μας. Και η ελάχιστη αγανάκτηση κάνει κακό. Να έχομε μέσα στην ψυχή μας αγαθότητα κι αγάπη. Αυτά να μεταδίδομε. Να προσέχομε να μην αγανακτούμε για τους ανθρώπους που μας βλάπτουν, μόνο να προσευχόμαστε γι' αυτούς με αγάπη. Ό,τι κι αν κάνει ο συνάνθρωπός μας, ποτέ να μη σκεπτόμαστε κακό γι' αυτόν. Πάντοτε να ευχόμαστε αγαπητικά. Πάντοντε να σκεπτόμαστε το καλό. [...] Όταν κακομελετάμε, κάποια κακή δύναμη βγαίνει από μέσα μας και μεταδίδεται στον άλλον, όπως μεταφέρεται η φωνή με τα ηχητικά κύματα, και όντως ο άλλο παθαίνει κακό. Γίνεται κάτι σαν βασκανία, όταν ο άνθρωπος έχει για τους άλλους κακούς λογισμούς... Δεν προκαλεί ο Θεός το κακό αλλά η κακία των ανθρώπων. Δεν τιμωρεί ο Θεός, αλλά η δική μας κακή διάθεση μεταδίδεται στην ψυχή του άλλου μυστηριωδώς και κάνει το κακό. Ο Χριστός ποτέ δεν θέλει το κακό. Αντίθετα παραγγέλλει: "Ευλογείτε τους καταρωμένους υμάς..."

Μέσα μας υπάρχει ένα μέρος της ψυχής που λέγεται "ηθικολόγος". Αυτός ο "ηθικολόγος", όταν βλέπει κάποιον να παρεκτρέπεται, επαναστατεί, ενώ πολλές φορές αυτός που κρίνει έχει κάνει την ίδια παρεκτροπή. Δεν τα βάζει όμως με τον εαυτό του αλλά με τον άλλον. Κι αυτό δεν το θέλει ο Θεός. Λέει ο Χριστός στο Ευαγγέλιο: "Ο ουν διδάσκων έτερον σεαυτόν ου διδάσκεις; Ο κηρύσσων μη κλέπτειν, κλέπτεις;". Μπορεί να μην κλέπτομε, όμως φονεύομε. Κακίζουμε τον άλλον κι όχι τον εαυτό μας. Λέμε, π.χ. "Έπρεπε να κάνεις αυτό. Δεν το έκανες, να τι έπαθες!". Στην πραγματικότητα, επιθυμούμε να πάθει ο άλλος κακό. Όταν σκεπτόμαστε το κακό, τότε μπορεί πράγματι να συμβεί. [...] Είναι δυνατόν να πει κάποιος: "έτσι που φέρεται ο τάδε θα τιμωρηθεί απ' τον Θεό" και να νομίζει ότι το λέει χωρίς κακία. Δεν φαίνεται καθαρά. Είναι πολύ μυστικό πράγμα τι κρύβει η ψυχή μας και πώς αυτό μπορεί να επιδράσει σε πρόσωπα και πράγματα.

Υπάρχει μια ζωή αόρατη, η ζωή της ψυχής. Αυτή είναι πολύ ισχυρή και μπορεί να επιδράσει στον άλλον, έστω κι αν μας χωρίζουν χιλιόμετρα... Και χωρίς να μιλήσομε, μπορεί να μεταδώσουμε το καλό ή το κακό, όση κι αν είναι η απόσταση που μας χωρίζει απ' τον πλησίον. Αυτό που δεν εκφράζεται έχει συνήθως περισσότερη δύναμη απ' τα λόγια

...Άμα δοθούμε στην αγάπη του Χριστού, τότε όλα θα μεταβληθούν, όλα θα μεταστοιχειωθούν, όλα θα μεταποιηθούν, όλα θα μετουσιωθούν. Ο θυμός, η οργή, η ζήλεια, ο φθόνος, η αγανάκτηση, η κατάκριση, η αχαριστία, η μελαγχολία, η κατάθλιψη, όλα θα γίνουν αγάπη, χαρά, λαχτάρα, θείος έρως. Παράδεισος!

Να χαίρεσθε όσα μας περιβάλλουν. Όλα μας διδάσκουν και μας οδηγούν στον Θεό. Όλα γύρω μας είναι σταλαγματιές της αγάπης του Θεού. Και τα έμψυχα και τα άψυχα και τα φυτά και τα ζώα και τα πουλιά και τα βουνά και η θάλασσα και το ηλιοβασίλεμα και ο έναστρος ουρανός. Είναι οι μικρές αγάπες, μέσα απ' τις οποίες φθάνομε στη μεγάλη Αγάπη, τον Χριστό. Τα λουλούδια, για παράδειγμα, έχουν τη χάρη τους, μας διδάσκουν με το άρωμά τους, με το μεγαλείο τους. Μας μιλούν για την αγάπη του Θεού. Σκορπούν το άρωμά τους, την ομορφιά τους σε αμαρτωλούς και δικαίους. Για να γίνει κανείς χριστιανός, πρέπει να έχει ποιητική ψυχή, πρέπει να γίνει ποιητής...

Προσευχή είναι να πλησιάζεις το κάθε πλάσμα του Θεού με αγάπη και να ζεις με όλα, και με τ' άγρια ακόμη, εν αρμονία...

Ευχαριστώ τον Θεό που μου έδωσε πολλές αρρώστιες. Πολλές φορές του λέω: "Χριστέ μου, η αγάπη Σου δεν έχει όρια!". Το πώς ζω είναι ένα θαύμα. Μέσα στις άλλες μου αρρώστιες έχω και καρκίνο στην υπόφυση. Δημιουργήθηκε εκεί όγκος που μεγαλώνει και πιέζει το οπτικό νεύρο. Γι' αυτό τώρα πια δεν βλέπω. Πονάω φοβερά. Προσεύχομαι όμως σηκώνοντας το Σταυρό του Χριστού με υπομονή. [...] Πονάω πολύ, υποφέρω, αλλά είναι πολύ ωραία η αρρώστιά μου. Την αισθάνομαι ως αγάπη του Χριστού... Η αρρώστιά μου είναι μια ιδιαίτερη εύνοια του Θεού, που με καλεί να μπω στο μυστήριο της αγάπης Του και με τη δική Του την χάρη να προσπαθήσω ν' ανταποκριθώ. Αλλά εγώ δεν είμαι άξιος. Θα μου πείτε: "Όλ' αυτά που σου αποκαλύπτει ο Θεός δεν σε κάνουν άξιο;". Αυτά με κατακρίνουν. Γιατί αυτά είναι της χάριτος του Θεού. Δεν είναι τίποτα δικό μου. Ο θεός μου έδωσε πολλά χαρίσματα, αλλά εγώ δεν ανταποκρίθηκα, φάνηκα ανάξιος. Την προσπάθειά όμως ούτε μια στιγμή δεν την άφησα... Γι' αυτό δεν προσεύχομαι να με κάνει ο Θεός καλά. Προσεύχομαι να με κάνει καλό...

Ο θάνατος είναι μία γέφυρα που θα μας πάει στον Χριστό. Μόλις κλείσομε τα μάτια μας, θα τ' ανοίξομε στην αιωνιότητα. Θα παρουσιασθούμε μπροστά στον Χριστό. Στην άλλη ζωή θα ζούμε "εκτυπώτερον" την χάρι του Θεού

Ένα άλλο μυστικό τώρα θα σας πω. Τις νύκτες επικοινωνώ τηλεφωνικώς μ' έναν αγιορείτη ασκητή. Αυτός μελετάει πολύ τους Πατέρες και μου εξηγεί πολλά πράγματα. Συζητούμε πνευματικά ζητήματα. Τρέλα, τί να σας πω! ...Αυτό έγινε και σήμερα πρωί πρωί, δηλαδή νύχτα στις τρεις. Οι καμπάνες χτυπούσαν εκείνη την ώρα που συνομιλούσαμε. Επί μισή ώρα κουβεντιάζαμε πάρα πολύ ωραία πράγματα. Ειλικρινά, μεγάλη χαρά αισθάνθηκα, μεγαλύτερη απ' ό,τι μπορώ να σας εκφράσω. Δόξα Σοι ο Θεός!. Ενώ λέγαμε αυτά τα πνευματικά, μου λέει:

- Χτυπάει η καμπάνα για την εκκλησία και τρέχω να προλάβω.

Του λεώ:

- Γέροντα, μη μ' αφήνεις!

- Μετά χαράς μου λέει. Έλα να πάμε στην εκκλησία, να είμαστε μαζί, να βλέπομε τα μεγαλεία του Θεού, την Θεία Λειτουργία, την χάρη του Χριστού. Έλα, δεν υπάρχει απόσταση εν Χριστώ Ιησού των Κυρίω ημών. Καμία απόσταση!

Και "πήγα" μαζί του στην εκκλησία. Όλες τις ώρες μαζί του προσευχόμουνα. Έβλεπα όλες τις ιερές και άγιες εικόνες, τις λαμπάδες, τα κεράκια, τα καντηλάκια να τσιτσιρίζουν. Έβλεπα τους ιερείς να λειτουργούν μεταρσιωμένοι. Ήταν γεμάτη η εκκλησία από ασκητές κι όλοι είχαν μεγάλη χαρά μέσα τους και ψάλλανε: "Δεύτε ίδωμεν πιστοί που εγεννήθη ο Χριστός... Η Γέννησίς σου... Η Παρθένος σήμερον... Χριστός γεννάται δοξάσατε..." Στο "Μετά φόβου Θεού" πήγε να μεταλάβει. Δίπλα του κι εγώ, με τη χάρη του Κυρίου, συγκινημένος. Συγχωράτε με που σας τα λέγω. Έβλεπα όλους τους αδελφούς να δέονται. Αισθάνθηκα μεγάλη αγαλλίαση. Ό,τι έβλεπαν εκείνοι, έβλεπα κι εγώ. Μα ήταν πνευματική πανδαισία αυτή η Λειτουργία με τους αγίους ασκητές, τις χαρούμενες ψυχούλες που τα αισθανόντουσαν όλα, που εζούσανε την εορτή των Χριστουγέννων! Την εζούσανε! Πώς θα ήθελα να ήσασταν κι εσείς, ν' ακούγατε τα λόγια που λέγανε!

Η χαρά μου γίνεται πολύ μεγάλη, όταν ο άλλος μου βεβαιώνει ότι αυτό που "βλέπω" είναι πράγματι έτσι, γιατί καταλαβαίνω πως αυτή η γνώση δεν προέρχεται παρά μόνον εκ Θεού. Να σας πω τι εννοώ. Σας ζητάω πολλές φορές να μου διαβάσετε μια παράγραφο, παραδείγματος χάριν, από κάποιον Πατέρα, και σας λέγω: "Κοιτάξτε στη σελίδα δέκα, στην παράγραφο δύο, στο μέσον της σελίδας και θα το βρείτε αυτό που σας είπα". Ανοίγετε, πράγματι, στη συγκεκριμένη σελίδα, το βρίσκετε, μου το διαβάζετε. Είναι γραμμένο ακριβώς όπως σας το έχω πει. Παραξενεύεσθε εσείς, γιατί μου έρχεται μεγάλη χαρά και λέω: "α! Δεν το ήξερα, πρώτη φορά το ακούω!", ενώ σας το έχω πει πιο πριν απ' έξω. Κι όμως, αλήθεια σας λέγω, δεν λέγω ψέματα. Όντως δεν το ήξερα, διότι ποτέ δεν το είχα διαβάσει πιο πριν. Τη στιγμή που σας είπα την παράγραφο, εκείνη τη στιγμή μου το εφανέρωσε μέσα μου η θεία χάρις, το Άγιον Πνεύμα. Εγώ, όμως τ' άκουσα για πρώτη φορά την ώρα που το διαβάσατε, γιατί ποτέ δεν το είχα διαβάσει και μου έκανε εντύπωση και χάρηκα που επιβεβαιώσατε αυτό που μου εφανέρωσε η θεία χάρις....

Καταλάβατε; Υπάρχουν κι άλλα μάτια, τα μάτια της ψυχής. Με τα μάτια τα σαρκικά μπορεί να βλέπεις περιορισμένα, ενώ μ' εκείνα της ψυχής μπορεί να βλέπεις και πίσω απ' το φεγγάρι. Εσείς βλέπετε με τα μάτια του σώματος. Τα ίδια πράγματα βλέπω κι εγώ με τη χάρη ακόμη πιο καλά, πιο καθαρά. Με τα μάτια τα σαρκικά βλέπεις τα πράγματα εξωτερικά. Με τα μάτια της ψυχής βλέπεις πιο βαθιά. Εσείς βλέπετε εξωτερικά, εγώ βλέπω και πώς είναι εσωτερικά. Βλέπω και διαβάζω την ψυχή του άλλου

Όταν "βλέπω" κάτι με τη χάρη του Θεού, το χαίρομαι πολύ κατά βάθος. Με την εν Κυρίω χαρά. Εκεί που με επισκέπτεται η χάρις του Θεού, εκεί που κοιτάζω και διαβάζω την ψυχή του άλλου διά της θείας χάριτος, τη στιγμή εκείνη η θεία χάρις φέρνει μέσα μου έναν ενθουσιασμό. Με τον ενθουσιασμό εκδηλώνεται η θεία χάρις, που φέρνει ένα είδος φιλικότητος, οικειότητος, αδελφικότητος, ενώσεως. Μετά απ' αυτήν την ένωση έρχεται μεγάλη χαρά, τόση χαρά που πάει να σπάσει η καρδιά μου. Φοβάμαι όμως να εκδηλωθώ. Βλέπω, αλλά δεν μιλάω, έστω κι αν μου το βεβαιώνει η χάρις ότι αυτά είναι αληθινά. Όταν, όμως, με πληροφορήσει η χάρις να μιλήσω, τότε μιλάω. Λέω μερικά πράγματα που ο Θεός φωτίζει να πω απ' την αγάπη μου για όλους. Για να αισθανθεί ο κόσμος το αγκάλιασμα που κάνει ο Χριστός σε όλους μας... [...] Σας λέω πολλά που είναι βαθιά, εσωτερικά, δικά μου. Ίσως κάποιος θα με παρεξηγούσε που δεν κρατάω μυστικά τα βιώματά μου, αυτά που μου αποκαλύπτει ο Θεός και λέω τόσα πολλά. Θα πει κανείς ότι είμαι εγωιστής, που λέω κι εγώ τα βιώματά μου. Το κάνω απ' την πολλή μου αγάπη για 'σας, τα παιδιά μου. Για να σας ωφελήσω να πάρετε κι εσείς αυτόν τον δρόμο. Τι λέει ο σοφός Σολομών; Κάπως το λέει αυτό... Λέει: "...ούτε μην φθόνω τετηκότι συνοδεύσω, ότι ούτος ου κοινωνήσει σοφία". Κι ακόμη κάτι: "Ουκ αποκρύψω υμίν μυστήρια". [...] "Μετάδοση" σημαίνει: Πήρες κάτι; Να το μεταδώσεις από αγάπη. Δεν πιστεύεις ότι έχεις κάτι δικό σου. Είναι του Θεού και το μεταδίδεις. Αυτό είναι αληθινή ταπείνωση

...Κι όταν καμιά φορά βλέπω ότι κάποιος πάει για καταστροφή στη ζωή του, δεν μπορώ να κάνω τίποτα. Του το δείχνω λίγο, δεν καταλαβαίνει. Δεν πρέπει να επέμβω ισχυρά και να περιορίσω την ελευθερία του. Δεν είναι απλό το πράγμα

...Η θρησκεία μας είναι αγάπη, είναι έρωτας, είναι ενθουσιασμός, είναι τρέλα, είναι λαχτάρα του θείου. Είναι μέσα μας όλ' αυτά. Είναι απαίτηση της ψυχής μας η απόκτησή τους. Για πολλούς όμως η θρησκεία είναι ένας αγώνας, μία αγωνία κι ένα άγχος. Γι' αυτό πολλούς απ' τους "θρήσκους" τους θεωρούνε δυστυχισμένους, γιατί βλέπουνε σε τι χάλια βρίσκονται. Κι έτσι είναι πράγματι. Γιατί αν δεν καταλάβει κανείς το βάθος της θρησκείας και δεν τη ζήσει, η θρησκεία καταντάει αρρώστια και μάλιστα φοβερή. Τόσο φοβερή που ο άνθρωπος χάνει τον έλεγχο των πράξεών του, γίνεται άβουλος κι ανίσχυρος, έχει αγωνία κι άγχος και φέρεται υπό του κακού πνεύματος. Κάνει μετάνοιες, κλαίει, φωνάζει, ταπεινώνεται τάχα, κι όλη αυτή η ταπείνωση είναι μια σατανική ενέργεια. Ορισμένοι τέτοιοι άνθρωποι ζούνε τη θρησκεία σαν ένα είδος κολάσεως. Μέσα στην εκκλησία κάνουν μετάνοιες, σταυρούς, λένε: "είμαστε αμαρτωλοί, ανάξιοι" και μόλις βγούνε έξω αρχίζουν να βλασφημάνε τα θεία, όταν κάποιος λίγο τους ενοχλήσει. [...] Στην πραγματικότητα, η χριστιανική θρησκεία μεταβάλλει τον άνθρωπο και τον θεραπεύει. Η κυριότερη, όμως προϋπόθεση για να αντιληφθεί και να διακρίνει ο άνθρωπος την αλήθεια είναι η ταπείνωση. Ο εγωισμός σκοτίζει το νου του ανθρώπου, τον μπερδεύει, τον οδηγεί στην πλάνη, στην αίρεση. Είναι σπουδαίο να κατανοήσει ο άνθρωπος της αλήθεια...

...Το ουσιαστικότερο είναι να φεύγεις απ' τον τύπο και να πηγαίνεις στην ουσία. Ό,τι γίνεται, να γίνεται από αγάπη. Η αγάπη εννοεί πάντα να κάνεις θυσίες...

...Ο Χριστός δεν θα μας αγαπήσει άμα εμείς δεν είμαστε άξιοι να μας αγαπήσει. Για να μας αγαπήσει, πρέπει να βρει μέσα μας κάτι το ιδιαίτερο. Θέλεις, ζητάεις, προσπαθείς, παρακαλείς, δεν παίρνεις όμως τίποτα. Ετοιμάζεσαι ν' αποκτήσεις εκεί που θέλει ο Χριστός, για να έλθει μέσα σου η θεία χάρις, αλλά δεν μπορεί να μπει, όταν δεν υπάρχει εκείνο που πρέπει να έχει ο άνθρωπος. Ποιό είναι αυτό; Είναι η ταπείνωση. Αν δεν υπάρχει ταπείνωση, δεν μπορούμε ν' αγαπήσουμε τον Χριστό. Ταπείνωση και ανιδιοτέλεια στη λατρεία του Θεού. "Μή γνώτω η αριστερά σου τι ποιεί η δεξιά σου". Κανείς να μη σας βλέπει, κανείς να μην καταλαβαίνει τις κινήσεις της λατρείας σας προς το θείον. Όλ' αυτά κρυφά, μυστικά, σαν τους ασκητές. Θυμάστε που σας έχω πει για τ' αηδονάκι; Μες στο δάσος κελαηδεί. Στη σιγή. Να πεις πως κάποιος τ' ακούει, πως κάποιος το επαινεί; Κανείς. Πόσο ωραίο κελάηδημα μες στην ερημιά! Έχετε δει πώς φουσκώνει ο λάρυγγας, παθαίνει, μαλλιάζει η γλώσσα. Πιάνει μια σπηλιά, ένα λαγκάδι και ζει τον Θεό μυστικά, "στανεγμοίς αλαλήτοις"...

...Όλο το μυστικό είναι η αγάπη, ο έρωτας στον Χριστό. Το δόσιμο στον κόσμο τον πνευματικό. Ούτε μοναξιά νιώθει κανείς, ούτε τίποτα. Ζει μέσα σ' άλλον κόσμο. Εκεί που η ψυχή χαίρεται, εκεί που ευφραίνεται, που ποτέ δεν χορταίνει...

Τα αποσπάσματα είναι από το βιβλίο: "Βίος και Λόγοι", Γέροντος Πορφυρίου Καυσοκαλυβίτου, έκδ. Ι. Μονής Χρυσοπηγής,

Γίνεται σαφής αναφορά στη Γραφή ότι λίγο πριν εκλείψει το γένος των ανθρώπων ήδη αυτό το γένος σε πολύ μεγάλο βαθμό θα έχει τρελλαθεί.Θα έχει χάσει τα λογικά του..θα ζει σε μια κατάσταση ''Βαβυλωνίας''που σημαίνει σύγχυση,έχω μπερδέψει δηλαδή το λογικό με το παρανοικό.Ρωτώ είμαστε πολύ μακριά από αυτές τις καταστάσεις; O θεός κατέστρεψε τα Σόδομα διότι οι άνθρωποι είχαν φτάσει την αμαρτία οροφή.οι προσευχές των ταπεινών κρατούν σήμερα τον κόσμο και για όσο καιρό ακόμα αντέξουν, για την παραμονή μας σ'αυτό τον τόπο.Όσο η μετάνοια δεν θα έρχεται τόσο τα δεινά θα εξακολουθούν σε σφοδρότερο ρυθμό να έρχονται πάνω στη γη φέρνοντας στον άνθρωπο δυστυχία πόνο και θλίψη... Προφητεία Αγίου Νείλου του Μυροβλήτου Κατά το 1900 βαδίζοντας προς τον μεσασμόν του 8ου αιώνος άρχεται ο κόσμος του καιρού εκείνου, να γίνεται αγνώριστος. Όταν πλησιάση ο καιρός της ελεύσεως του Αντιχρίστου θα σκοτισθεί η διάνοια των ανθρώπων από τα πάθη τα της σαρκός και θα πληθυνθεί σφόδρα η ασέβεια και η ανομία, τότε άρχεται ο κόσμος να γίνεται αγνώριστος, αι μορφαί των ανθρώπων θα μετασχηματίζωνται και δεν θα γνωρίζωνται οι άνδρες από τας γυναίκας διά της αναισχύντου ενδυμασίας και των τριχών της κεφαλής, οι τότε άνθρωποι θα αγριέψουν και θα γίνουν ωσάν θηρία από την πλάνην του αντιχρίστου. Δεν θα υπάρχη σεβασμός εις τους γονείς και τους γεροντοτέρους η αγάπη θα εκλείψει, οι δε ποιμένες των χριστιανών Αρχιερείς και ιερείς θα είναι άνδρες κενόδοξοι, παντελώς μη γνωρίζοντες την δεξιάν οδόν από την αριστεράν, τότε θα αλλάξουν τα ήθη και οι παραδόσεις των χριστιανών και της Εκκλησίας. Η σοφρωσύνη θα απολεσθεί από τους ανθρώπους και θα βασιλεύσει η ασωτία. Το ψεύδος και η φιλαργυρία θα φθάσουν εις τον μέγιστον βαθμόν, και ουαί εις τους θησαυρίζοντες αργύρια. Αι πορνείαι, μοιχείαι, αρσενοκοιτίαι, κλοπαί και φόνοι, θα πολιτεύωνται, εν τω καιρώ εκείνω, και δια την ενέργειαν της μεγίστης αμαρτίας και ασελγείας, οι άνθρωποι θέλουν στερηθή την χάριν του Αγίου Πνεύματος, όπου έλαβον εις το Άγιον Βαπτισμα, ως και την τύψιν της συνειδήσεως. Αι Εκκλησίαι δε του Θεού θα στερηθούν ευλαβών και ευσεβών ποιμένων και αλλοίμονον τότε εις τους εν τω κόσμω ευρισκομένους χριστιανούς οι οποίοι θα στερηθούν τελείως την πίστην διότι δεν θα βλέπουν από κανέναν φώς επιγνώσεως. Τότε θα αναχωρούν από τον κόσμον εις τα ιερά Καταφύγια δια να εύρουν ψυχικήν ανακούφισιν των θλίψεων των και παντού θα ευρίσκουν εμπόδια και στενοχωρίας. Και πάντα ταύτα γενήσονται διά το ότι ο Αντίχριστος θέλει κυριεύση τα πάντα, και γενήσεται εξουσιαστής πάσης της Οικουμένης και θα ποιεί τέρατα και σημεία κατά φαντασίαν,θέλει δε δωση πονηράν σοφίαν εις τον ταλαίπωρον άνθρωπον, να εφεύρη να ομιλή ο ένας εις τον άλλον, από την μίαν άκρην της γής έως την άλλην, τότε θα πέτανται στον αέρα ως πτηνά και διασχίζοντες τον βυθόν της θαλλάσσης ως ιχθύες. Και ταύτα πάντα ποιούντες οι δυστυχείς άνθρωποι, διαβιούντες εν ανέσει, μη γνωρίζοντες οι ταλαίπωροι ότι ταύτα εστί πλάνη του Αντιχρίστου. Και τόσον θα προοδεύσει την επιστήμην κατά φαντασίαν ο πονηρός, ώστε αποπλανήσαι τους ανθρώπους και μη πιστεύειν εις την ύπαρξιν του ΤΡΙΣΥΠΟΣΤΑΤΟΥ ΘΕΟΥ. Τότε βλέπων ο Πανάγαθος Θεός την απώλειαν του ανθρωπίνου γένους, θέλει κολοβώση τας ημέρας,διά τους ολίγους σωζομένους, διότι ο διάβολος θέλει πλανείσαι ει δυνατόν και τους εκλεκτούς . Τότε αιφνιδίως θέλει έλθη η δίστομος ρομφαία και θα θανατώση τον πλάνον και τους οπαδούς αυτού.


Όταν ανέβηκε η Θεομήτωρ στο όρος των Ελαιών για να προσευχηθεί, έγειραν τα δέντρα και την προσκύνησαν. Κατά την γενική αγιορείτικη παράδοση, η Κυρία Θεοτόκος με τον Άγιο Ιωάννη το Θεολόγο, ταξίδευε με πλοίο από την Παλαιστίνη στην Κύπρο, για να επισκεφτεί τον Άγιο Λάζαρο (τον αναστημένο εκ νεκρών). Λόγω όμως μεγάλης τρικυμίας και με υπερφυσικό τρόπο, το πλοίο βρέθηκε στον Άθω και συγκεκριμένα στο λιμάνι του Κλήμεντος στη Μονή Ιβήρων.
Εκεί οι κάτοικοι του Άθω, οδηγούμενοι από τη θεία Πρόνοια, έσπευσαν να υποδεχθούν την μητέρα του Κυρίου μας Παναγία και αφού άκουσαν τη διδασκαλία της δέχθηκαν το Χριστιανισμό. Λέγεται επίσης από την παράδοση, ότι όταν πλησίαζε το πλοίο της Παναγίας το Άγιο Όρος, καταστράφηκε το μεγάλο άγαλμα του Διός που βρισκόταν στην κορυφή του Όρους και τα υπόλοιπα είδωλα συνετρίβησαν. Η κορυφή του Άθω και όλα τα δέντρα και τα σπίτια έκλιναν και προσκύνησαν προς το μέρος του λιμανιού του Κλήμεντος όπου έμπαινε το καράβι της Παναγίας.

Την άφιξη της Θεοτόκου στο Όρος αναφέρουν οι κώδικες Λ’ 66 και Ι’ 31 της Λαυριώτικης βιβλιοθήκης.
Όταν οι απόστολοι έβαλαν κλήρο τις περιοχές στις οποίες θα κηρύξουν, ζήτησε και η Παναγία να πάρει κλήρο για να κηρύξει το ευαγγέλιο. Ο κλήρος έδειχνε την περιοχή Ιβηρίαν. Ο αρχάγγελος Γαβριήλ όμως παρουσιάστηκε και είπε στην Παρθένο ότι η πραγματική περιοχή στην οποία θα βρεθεί θα είναι η Μακεδονία και το Όρος Άθως. Όταν μπήκε το καράβι στο λιμάνι και έγινε μεγάλη αναταραχή στο Όρος, τότε οι κάτοικοι ήρθαν και ρωτούσαν τον Ιωάννη, πως έγιναν όλα αυτά και από ποιά δύναμη. Και αυτός τους εξήγησε και τους κήρυξε τον λόγο του Θεού μιλώντας τους στα Ελληνικά, ενώ ήταν Εβραίος.
Η Παναγία ευχαριστημένη από την ομορφιά του Όρους και τον κλήρον που της δόθηκε, προσευχήθηκε στον Χριστό λέγοντας: “Υιε μου και Θεέ μου, ευλόγησον τον τόπον τούτον και κλήρον μου. Και επίχεον επ’ αυτού το έλεος σου και φύλαξον αβλαβή ως της συντελείας του αιώνος τούτου και τους κατασκηνούντας εν αυτώ, δια το όνομα σου το Άγιον και Εμόν, ώστε δια μικρού κόπου και αγώνος της μετανοίας αφεθήναι αυτής αμαρτήματα αυτών. Έμπλησον αυτούς παντός αγαθού και αναγκαίου εν τω αιώνι τούτω και ζωής αιωνίου εν τω μέλλοντι καταξίωσον, δοξασον υπέρ πάντα τόπον, τον τόπον τούτον και θαυμάστωσον παντοιοτρόπως, πλήρωσον αυτόν εκ παντός έθνους των υπό τον Ουρανόν, των κεκλημένων τω ονόματι Σου και πλάτυνον τα σκηνώματα εν αυτώ από άκρον εως άκρου αυτού. Απάλλαξον αυτούς της αιωνίου κολάσεως και σώσον εκ παντός πειρασμού, ορατών και αοράτων εχθρών και πάσης αιρέσεως και ειρήνευσον τω ορθοδόξω δόγματι.“

Τότε ακούστηκε φωνή από τους Ουρανούς που έλεγε: “Όσα ήτησας και προσεύξω Μήτερ μου, ούτως έσται Σοί πάντα, εάν και αυτοί τα εντάλματά μου φυλάξωσιν! Από του νύν και εξής έστω ο τόπος ούτος κλήρος Σός και περιβόλαιον Σόν και Παράδεισος, έτι δε και λιμήν σωτηρίας των θελόντων σωθήναι, αλλά και προσφυγή και καταφύγιον και ατάραχος λιμήν της μετανοίας των πεφορτισμένων με πολλάς αμαρτίας.“

Απόσπασμα από το βιβλίο "Η Υπερευλογημένη"
Πρεσβ. Δημητρίου Αθανασίου & Πρεσβ. Χαρούλας Τσουλιάη

Author Name

Φόρμα επικοινωνίας

Όνομα

Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο *

Μήνυμα *

Από το Blogger.