Οκτωβρίου 2009


Από τα λόγια του αγίου Νήφωνα...
Κάποτε που βάδιζα με τον άγιο στην πλατεία της πόλεως, βλέπω δεξιά μου έναν άνθρωπο κάτι να ψιθυρίζει. Τον ακολουθούσαν πολλοί φτωχοί ζητώντας του βοήθεια. Κι εκείνος κάνοντας τάχα ότι τους διώχνει, τους έβαζε στο χέρι την ελεημοσύνη του. Έτσι κρυβόταν από τους ανθρώπους. Μόλις το πρόσεξα, σκούντησα τον όσιο και του είπα για την αρετή του ανθρώπου αυτού. Κι εκείνος μου λέει:

- Στα μάτια του Θεού είναι μέγας. Τον ξέρω, γιατί αρκετές φορές βρεθήκαμε μαζί.
Ύστερα από μερικές ημέρες τον ρώτησα σχετικά με αυτή την αρετή και μου διηγήθηκε ένα παράδοξο θαύμα.
- Ήμουνα τότε, μου είπε, μικρό παιδί, δώδεκα χρονών περίπου, και είχα πάει στην εκκλησία του αποστόλου Θωμά να προσευχηθώ. Βρήκα εκεί ένα γέροντα να διδάσκει το λαό. Μεταξύ άλλων, μίλησε και για την ελεημοσύνη. Είπε ότι αυτός που δίνει κάτι στους φτωχούς είναι σαν να το καταθέτει στα χέρια του Κυρίου. Όταν το άκουσα αυτό παραξενεύθηκα και κατέκρινα τον άνθρωπο του Θεού ότι ήταν ψεύτης. Γιατί έλεγα μέσα μου: Αφού ο Κύριος είναι στους ουρανούς στα δεξιά του Πατέρα του, πώς θα βρεθεί στη γη, για να πάρει αυτά που δίνουμε στους φτωχούς;
Καθώς όμως βάδιζα και συλλογιζόμουν όσα άκουσα, βλέπω κατά σύμπτωση ένα κουρελιάρη φτωχό που πάνω από το κεφάλι του τι θαύμα! στεκόταν η μορφή του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού.
Εκεί που προχωρούσε ο φτωχός τον συνάντησε κάποιος ελεήμων και του έδωσε ένα κομμάτι ψωμί. Μόλις λοιπόν άπλωσε το χέρι του ο φιλόπτωχος εκείνος προς το ζητιάνο, άπλωσε και ο Κύριος το χέρι του από την εικόνα, πήρε το ψωμί και τον ευχαρίστησε. Έπειτα το έδωσε στον φτωχό. Ούτε αυτός όμως ούτε κι ο ελεήμων κατάλαβαν τίποτε.
Θαύμασα και πίστεψα. Από τότε ήξερα ότι όποιος δίνει στους αδελφούς ό,τι έχουν ανάγκη, το βάζει πραγματικά στα χέρια του Χριστού. Αυτή την εικόνα του Χριστού τη βλέπω να στέκεται πάνω απ' όλους τους φτωχούς και γι' αυτό με δέος ασκώ όσο μπορώ, την αρετή της ελεημοσύνης που τόσο ευχαριστεί τον Κύριο.
(Αγ. Νήφων Κωνσταντιανής)




1. Ο ΑΝΔΡΕΑΣ Ο ΠΡΩΤΟΚΛΗΤΟΣ
Ο Ανδρέας, γεννήθηκε στην μικρή πόλη της Καπερναούμ. Ήταν ο πρώτος του αποστολικού σώματος εφ’όσον κλήθηκε και πρώτος από τον Κύριο. Όταν έγινε απόστολος, ο Ανδρέας ήταν ανύπαντρος αλλά έμενε με τον παντρεμένο αδερφό του, τον Σίμωνα Πέτρο. Και οι δύο ήταν ψαράδες και συνεταίροι του Ιάκωβου και του Ιωάννη των υιών του Ζεβεδαίου. Το 26 μ.Χ. την χρονιά που επιλέχτηκε για απόστολος, ο Ανδρέας ήταν 33, έναν ολόκληρο χρόνο μεγαλύτερος από τον Ιησού και ο μεγαλύτερος από τους αποστόλους. Προερχόταν από μια θαυμάσια γενιά προγόνων και ήταν ο ικανότερος από τους δώδεκα. Εκτός από την ρητορική ικανότητα σε όλες τις άλλες ικανότητες ήταν άφταστος ανάμεσα στους συντρόφους του. Ο Ιησούς δεν έδωσε ποτέ κάποιο άλλο παραόνομα στον Ανδρέα, ούτε καμία συντροφική ονομασία. Αλλά όπως οι απόστολοι αποκαλούσαν τον Ιησού Κύριο, έτσι έδωσαν και στον Ανδρέα μια ονομασία ισοδύναμη με το Αρχηγός. Ο Ανδρέας ήταν καλός οργανωτής αλλά ακόμα καλύτερος διαχειριστής. Από όλους τους αποστόλους, ο Ανδρέας ήξερε να κρίνει καλύτερα τους ανθρώπους του. Γνώριζε ότι πρόβλημα σιγόβραζε στην καρδιά του Ιούδα του Ισκαριώτη ακόμα και όταν κανένας από τους άλλους δεν υποπτευόταν ότι κάτι δεν πήγαινε καλά με τον ταμία τους αλλά δεν είπε σε κανέναν για τους φόβους του. Η σπουδαία υπηρεσία του Ανδρέα στο βασίλειο ήταν στο να συμβουλεύει τον Πέτρο, τον Ιάκωβο, και τον Ιωάννη για την επιλογή των πρώτων ιεραποστόλων που θα πήγαιναν να κηρύξουν το ευαγγέλιο. Πολύ σύντομα μετά την ανάληψη του Ιησού, ο Ανδρέας άρχισε να γράφει ένα προσωπικό αρχείο με πολλές από τις ρήσεις και πράξεις του Κυρίου του που είχε πια φύγει για τον ουρανό. Το ελάττωμα του χαρακτήρα του ήταν η έλλειψη ενθουσιασμού πολλές φορές δεν κατάφερνε να ενθαρρύνει τους συντρόφους του με τις λογικές συστάσεις του και συμβουλές του. Όταν οι διώξεις σκόρπισαν τους αποστόλους από την Ιερουσαλήμ, ο Ανδρέας ταξίδεψε μέσα από την Αρμενία, την Μικρά Ασία, και την Ελλάδα και αφού έφερε πολλές χιλιάδες στο βασίλειο, τελικά συνελήφθη και σταυρώθηκε σε σχήμα χι στην Πάτρα της Αχαίας. Πέρασαν δύο ολόκληρες οδυνηρές μέρες πριν τελικά εκπνεύσει στον σταυρό. Η Πάτρα τον έχει πολιούχο στην πόλη και εορτάζει την μνήμη του κάθε έτος στις 30 Νοεμβρίου.



2. Ο ΣΙΜΩΝΑΣ ΠΕΤΡΟΣ
Όταν ο Σίμων έγινε μέλος της αποστολικής ομάδας, ήταν τριάντα χρονών. Ήταν παντρεμένος, είχε τρία παιδιά, και ζούσε στην Βηθσαιδά, κοντά στην Καπερναούμ. Ο αδερφός του, ο Ανδρέας, και η μητέρα της γυναίκας του ζούσαν μαζί του. Και ο Πέτρος και ο Ανδρέας ήταν ψαράδες συνεταίροι των γιων του Ζεβεδαίου. Ο Κύριος γνώριζε τον Σίμωνα για κάμποσο καιρό πριν τον παρουσιάσει ο Ανδρέας για δεύτερο απόστολο. Όταν ο Ιησούς έδωσε στον Σίμωνα το όνομα Πέτρος, το έκανε με χαμόγελο ήταν ένα είδος προσωνυμίας,και μεταφοράς λόγου. Ο Σίμωνας Πέτρος ήταν ένας άνθρωπος παρορμητικός,αισιόδοξος. Ο Πέτρος ήταν υπερβολικά ευέξαπτος και αυθόρμητος δεινός ρήτορας, εύγλωττος και παραστατικός. Ήταν ακόμα, από φύση του εμπνευσμένος ηγέτης ανθρώπων, είχε γρήγορη σκέψη αλλά όχι και βαθιά λογική. Ρωτούσε πολλές ερωτήσεις, περισσότερες από ότι όλοι οι άλλοι απόστολοι μαζί, και αν και οι περισσότερες από αυτές τις ερωτήσεις ήταν καλές και μέσα στο θέμα, πολλές ήταν απερίσκεπτες. Αλλά ήταν ο πιο σημαντικός κήρυκας και από τους δώδεκα΄΄ έκανε τα περισσότερα από οποιονδήποτε, εκτός από τον Παύλο. Ταξίδεψε πολύ, και επισκέφτηκε όλες τις εκκλησίες από την Βαβυλώνα μέχρι την Κόρινθο. Επισκέφτηκε ακόμα και πρόσφερε την βοήθειά του σε πολλές εκκλησίες από τις αυτές που είχαν ιδρυθεί από τον Παύλο. Παρόλο που ο Πέτρος και ο Παύλος διέφεραν πολύ στον χαρακτήρα και στην εκπαίδευση, ακόμα και στην θεολογία, δούλευαν μαζί αρμονικά για την ανέγερση των εκκλησιών τα μεταγενέστερα χρόνια τους . Ο Πέτρος σταυρώθηκε και απεβίωσε στην Ρώμη. Η μνήμη του εορτάζεται κάθε χρόνο στις 29 Ιουνίου μαζί βεβαίως με του αποστόλου Παύλου.


3. Ο ΙΑΚΩΒΟΣ (ΓΙΟΣ ΤΟΥ ΖΕΒΕΔΑΙΟΥ)
Ο Ιάκωβος, ο μεγαλύτερος από τους δύο αποστόλους γιους του Ζεβεδαίου ήταν τριάντα χρονών όταν έγινε απόστολος. Ήταν παντρεμένος, είχε τέσσερα παιδιά, και ζούσε κοντά στους γονείς του στα περίχωρα της Καπερναούμ, στην Βηθσαιδά. Ήταν ψαράς, και ασκούσε το επάγγελμά του μαζί με τον μικρότερο αδερφό του τον Ιωάννη και συνεταιρικά με τον Ανδρέα και τον Σίμωνα. Ο Ιάκωβος και ο αδερφός του ο Ιωάννης είχαν το προνόμιο να γνωρίζουν τον Ιησού περισσότερο καιρό από τους άλλους αποστόλους. Η προσωπικότητα του Ιακώβου έμοιαζε πολύ με του Ανδρέα. Δεν είχε την διακριτικότητα του Ανδρέα ή βαθιά κρίση για την ανθρώπινη φύση, αλλά ήταν πολύ καλύτερος ρήτορας. Μετά τον Πέτρο, και εκτός από τον Ματθαίο, ο Ιάκωβος ήταν ο καλύτερος ρήτορας ανάμεσά τους. Αν και ο Ιάκωβος δεν ήταν καθόλου κατσούφης, την μια μέρα μπορεί να ήταν σιωπηλός και ήσυχος και την άλλη ομιλητικός και καλός αφηγητής. Συνήθως μιλούσε ελεύθερα με τον Ιησού, αλλά στους δώδεκα, μπορεί και για ολόκληρες μέρες να ήταν ο σιωπηλός άνθρωπος. Μαζί με τον Ανδρέα, ήταν ένας από τους πιο λογικούς της αποστολικής ομάδας. Ήταν ένας ρωμαλέος άνθρωπος αλλά ποτέ δεν βιαζόταν. Ήταν ο πρώτος από τους αποστόλους που μαρτύρησε, και θανατώθηκε από τον Ηρώδη Αγρίππα. Η μνήμη του εορτάζεται στις 23 Οκτωβρίου κάθε έτους.




4. Ο ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ (ΓΙΟΣ ΤΟΥ ΖΕΒΕΔΑΙΟΥ)
Όταν έγινε απόστολος, ο Ιωάννης ήταν είκοσι τεσσάρων χρονών και ήταν ο νεότερος από τους δώδεκα. Δεν ήταν παντρεμένος και ζούσε με τους γονείς του στην Βηθσαϊδά. Ήταν ψαράς και εργαζόταν με τον αδερφό του τον Ιάκωβο. Ο Ιωάννης λειτουργούσε σαν ο προσωπικός αντιπρόσωπος του Ιησού αφού ασχολιόταν με την οικογένεια του Κυρίου, και συνέχισε να έχει αυτήν την ευθύνη όσο ζούσε η μητέρα του Ιησού η Μαρία. Ο Ιωάννης του Ζεβεδαίου είχε πολλά καλά στοιχεία στον χαρακτήρα του, αλλά ένα από αυτά που δεν ήταν τόσο καλό ήταν η υπέρμετρη αλλά καλά κρυμμένη έπαρσή του. Μπροστά στο γεγονός ότι ο Ιωάννης πλησίασε περισσότερο στο να είναι ο προσωπικός φίλος του Ιησού από ότι οποιοσδήποτε θνητός στην γη, και ότι ήταν ο επιλεγμένος προσωπικός του αντιπρόσωπος σε τόσο πολλά θέματα, δεν είναι παράξενο που έφτασε να θεωρεί τον εαυτό του σαν τον «μαθητή που αγαπούσε ο Ιησούς».Ο Ιωάννης ήταν ένας άνδρας λιγόλογος εκτός από όταν προκαλούσαν τον θυμό του. Σκεφτόταν πολλά, μα έλεγε λίγα. Όσο μεγάλωνε, κατόρθωνε να υποτάσσει τον θυμό του, να τον ελέγχει καλύτερα. Αλλά είχε το χάρισμα μιας σημαντικής και δημιουργικής φαντασίας. Ο Ιωάννης είχε μια ψυχραιμία και θάρρος που λίγοι από τους άλλους αποστόλους το διέθεταν. Ήταν εκείνος ο απόστολος που ακολούθησε τον Ιησού την νύχτα της σύλληψής του και τόλμησε να συντροφέψει τον Κύριό του μέχρι την στιγμή του θανάτου του. Ήταν παρών μέχρι την τελευταία επίγεια στιγμή του και πιστά ακολούθησε τις οδηγίες που του έδωσε ο Ιησούς τις τελευταίες του στιγμές, όσον αφορά την μητέρα του. Ο Ιωάννης καθόταν συνήθως στα δεξιά του Ιησού όταν βρισκόντουσαν στο τραπέζι του δείπνου. Ήταν ο πρώτος από τους δώδεκα που πίστεψε απόλυτα στην ανάσταση, και ήταν ο πρώτος που αναγνώρισε τον Κύριο όταν ήρθε σε αυτούς στην παραλία μετά την ανάστασή του. Ο Ιωάννης φυλακίστηκε πολλές φορές και εξορίστηκε στη Νήσο Πάτμο για μια περίοδο τεσσάρων ετών. Όταν βρισκόταν στην Πάτμο για την προσωρινή του εξορία, ο Ιωάννης έγραψε το εσχατολογικό Βιβλίο της Αποκάλυψης. Ο Ιωάννης ταξίδεψε πολύ, εργαζόταν ακατάπαυστα, και αφού έγινε επίσκοπος των εκκλησιών της Ασίας, εγκαταστάθηκε στην Έφεσο. Κατεύθυνε τον συνεργάτη του, τον Ναθαναήλ, στην συγγραφή του αποκαλούμενου «το κατά Ιωάννη Ευαγγέλιο», στην Έφεσο, όταν ήταν ενενήντα εννιά χρονών. Από όλους τους δώδεκα αποστόλους, ο Ιωάννης του Ζεβεδαίου τελικά έγινε επιφανής θεολόγος. Πέθανε από φυσικό θάνατο στην Έφεσο το έτος 103 μ.Χ. όταν ήταν εκατό ενός ετών. Η εκκλησία μας εορτάζει την μνήμη του κάθε έτος στις 8 Μαίου.

5. ΦΙΛΙΠΠΟΣ Ο ΠΕΡΙΕΡΓΟΣ
Ο Φίλιππος ήταν ο πέμπτος απόστολος, που δέχτηκε το κάλεσμα. Ο Φίλιππος ήταν είκοσι επτά χρονών όταν έγινε μέλος της αποστολικής ομάδας.Ήταν πρόσφατα παντρεμένος, αλλά δεν είχε παιδιά εκείνο τον καιρό.Είναι γνωστή στο ευαγγέλιο η συνάντησή του με τον φίλο του Ναθαναήλ καθώς ο Φίλιππος του ανέφερε ότι βρήκαν τον Μεσσία που τόσο καιρό προσδοκούσαν να έχουν οι Εβραίοι και που φυσικά βέβαια έχουμε και την απογοήτευση του δεύτερου όταν μαθαίνει ότι ο Ιησούς καταγόταν από την Ναζαρέτ. Η προσωνυμία που του έδωσαν οι απόστολοι σήμαινε «περιέργεια». Ο Φίλιππος ήθελε πάντα να του αποδεικνύουν. Όταν οι απόστολοι οργανώθηκαν για υπηρεσία, ο Φίλιππος έγινε τροφοδότης.Δουλειά του ήταν να φροντίζει να μην τους λείπουν ποτέ οι προμήθειες. Και ήταν καλός τροφοδότης. Ο Φίλιππος δεν ήταν ένας άνθρωπος από τον οποίο δεν μπορούσες να περιμένεις σπουδαία πράγματα, αλλά ήταν ένας άνθρωπος που μπορούσε να κάνει μικρά πράγματα με σπουδαίο τρόπο, να τα κάνει καλά και σωστά. Ο Φίλιππος, τελικά σταυρώθηκε για την πίστη του και θάφτηκε στην Ιεράπολη. Η εκκλησία μας εορτάζει την μνήμη του κάθε έτος στις 14 Νοεμβρίου.

6। ΝΑΘΑΝΑΗΛ Ή ΒΑΡΘΟΛΟΜΑΙΟΣ
Ο Ναθαναήλ, ο έκτος και τελευταίος επιλεγμένος απόστολος από τον Κύριο τον ίδιο, τον έφερε στον Ιησού ο φίλος του ο Φίλιππος. Όταν ο Ναθαναήλ έγινε μέλος των αποστόλων, ήταν είκοσι πέντε χρονών και ήταν ο νεότερος στην ομάδα εκτός από έναν. Ο Ναθαναήλ και ο Ιούδας ο Ισκαριώτης ήταν οι δύο πιο μορφωμένοι ανάμεσα στους δώδεκα. Ο Ναθαναήλ σκεφτόταν να γίνει έμπορος. Από πολλές απόψεις ο Ναθαναήλ ήταν η διάνοια ανάμεσα στους δώδεκα. Ήταν ο αποστολικός φιλόσοφος και ονειροπόλος. Ο Ιησούς απολάμβανε ιδιαίτερα να ακούει τις κουβέντες του Ναθαναήλ για τα πράγματα είτε σοβαρά είτε φαιδρά. Οι απόστολοι όλοι αγαπούσαν και σέβονταν τον Ναθαναήλ, και αυτός τα πήγαινε περίφημα μαζί τους, εκτός από τον Ιούδα τον Ισκαριώτη. Πολλές φορές, όταν ο Ιησούς βρισκόταν μακριά στο βουνό και τα πράγματα γινόντουσαν πολύ τεταμένα και μπερδεμένα ανάμεσα στους αποστόλους, όταν ούτε ο Ανδρέας δεν ήξερε τι να πει στα απαρηγόρητα αδέρφια του, ο Ναθαναήλ ήταν αυτός που τους ανακούφιζε από την ένταση με λίγη φιλοσοφία ή με την καλή του διάθεση ακόμα. Η δουλειά του Ναθαναήλ ήταν να φροντίζει τις οικογένειες των δώδεκα. Συχνά απουσίαζε από τις αποστολικές συνεδριάσεις, γιατί μάθαινε για κάποια ασθένεια ή κάτι ασυνήθιστο συνέβαινε σε κάποια οικογένεια που είχε αναλάβει, δεν έχανε χρόνο και πήγαινε αμέσως εκεί. Οι δώδεκα αισθανόντουσαν ασφάλεια γνωρίζοντας ότι ο Ναθαναήλ είχε αναλάβει τις οικογένειές τους. Ο απόστολος πήγε στην Μεσοποταμία και στην Ινδία βαπτίζοντας πιστούς. Ο Ναθαναήλ πέθανε στην Ινδία. . Η εκκλησία μας εορτάζει την μνήμη του κάθε έτος στις 22 Απριλίου.


Είναι γνωστό ότι οι αγιογράφοι όταν πρόκειται για άγιον πάνω στις αγιογραφίες παριστάνουν ένα γεγονός που έλαβε χώρα στην περίοδο εκείνη που ζούσαν στη γη και αγωνίζοντο για να κερδίσουν την βασιλεία του θεού.Ο άγιος μεγαλομάρτυρας Γεώργιος ο Τροπαιοφόρος αγιογραφείται κυρίως έφιππος και δίπλα του να στέκεται με βλέμμα αγωνιώδες μία πανέμορφη κορασίδα.Ακόμα χαρακτηριστικό είναι ότι με το δόρυ που κρατά ο άγιος πάνω στο άλογο χτυπά στο στόμα ένα απαίσιο και μεγαλόσωμο κατά την όψη θηρίο.Όλη αυτή η παράσταση βεβαίως έχει την δική της ιστορία και την καταθέτουμε απλόχερα εις γνώσιν όλων των αναγνωστών μας.
Στην Ανατολική επαρχία της Ατταλείας και στην πόλη Αλαγία εβασίλευε κάποιος Σέλβιος που ήταν πολύ χριστιανομάχος.
Είχε βασανίσει πολλούς χριστιανούς για ν' αρνηθούν την πίστη τους και έπειτα τους εφόνευε.
Κοντά στην πόλη υπήρχε ένας δράκοντας φοβερός που καθημερινά άρπαζε ανθρώπους ή ζώα και τα κατέτρωγε. Οι κάτοικοι είχαν πανικοβληθεί και απέφευγαν να περνούν απ' εκεί. Κάποτε ο βασιλιάς συγκέντρωσε τον στρατό του και πήγαν για να σκοτώσουν το άγριο θηρίο. Όμως τίποτα δεν επέτυχαν και επέστρεψαν άπρακτοι.
Όταν είδαν οι κάτοικοι ότι ο βασιλιάς απέτυχε να σκοτώσει τον δράκοντα, πήγαν να τον ερωτήσουν γιατί δεν μπόρεσε να βρει τρόπους να εξοντώσει το φοβερό θηρίον. Τότε ο βασιλιάς ύστερα από συμβουλή που του έδωσαν οι ιερείς των ειδώλων, είπε προς το πλήθος: «Γνωρίζετε ότι επιχειρήσαμε αρκετές φορές να φονεύσωμε το θηρίον και δεν το κατορθώσαμε, γιατί έτσι ήταν το θέλημα των θεών. Τώρα λοιπόν κατά την εντολή τους θα πρέπει ο καθένας μας να στέλνει το παιδί του για να το τρώει ο δράκοντας. Ακόμα και εγώ θα στείλω την μοναδική μου κόρη, όταν θα έλθει η σειρά της». Έτσι λοιπόν ο λαός υπάκουσε στη διαταγή του βασιλιά γιατί δεν μπορούσε να κάνει και διαφορετικά. Έστελναν λοιπόν τα παιδιά τους με δάκρυα και με θρήνους για να καταβροχθίζονται από το θηρίο.
Όταν ήλθε και η σειρά της κόρης του βασιλιά ξετυλίχθηκαν τραγικές σκηνές. Ο βασιλιάς κτυπούσε το στήθος του, το πρόσωπόν του, τραβούσε τα γένεια του και με λυγμούς έλεγε: «Αλλοίμονον σε μένα τον ταλαίπωρο! Τι να πρωτοκλάψω γλυκύτατό μου παιδί; Τον χωρισμόν μας ή τον ξαφνικόν σου θάνατον που πρόκειται να δω σε λίγο; Τι να πρωτοθρηνήσω, αγαπημένο μου παιδί, το κάλλος σου ή τον τρόμο που σε λίγο θα νοιώσεις καθώς θα σε κατασπαράζει το άγριο θηρίο; Αλλοίμονον, κόρη μου, που έλαμπες σαν πολύφωτη λαμπάδα στο παλάτι μου και επερίμενα την ώραν που θα εόρταζα τους χαρούμενους γάμους σου. Πού θα βρω πια παρηγοριά και πώς θα ζήσω μακριά σου; Τι τη θέλω την ζωή και τα παλάτια χωρίς εσένα;» Αυτά έλεγε ο απαρηγόρητος βασιλιάς. Έπειτα γύρισε προς το πλήθος και είπε: «Αγαπητοί μου φίλοι και άρχοντες, σας ζητώ να με ελεήσετε και να με συμπονέσετε. Σας προσφέρω πλούτη όσα θέλετε, και ακόμη την βασιλεία μου, αλλά να μου κάνετε μία χάρη. Να μου χαρίσετε το αγαπημένο και μονάκριβο παιδί, αλλοιώς αφήστε με κι εμένα να πάω μαζί της». Κανένας όμως δεν συγκινήθηκε από τα λόγια του βασιλιά γιατί αυτός ήταν που εξέδωσε διαταγή, για να βρίσκουν τα παιδιά τους τέτοιο οικτρό τέλος. Έτσι με μια φωνή όλοι του είπαν ότι έπρεπε να εφαρμοσθεί και στο παιδί του η διαταγή του.
Μη μπορώντας να κάνει διαφορετικά ο βασιλιάς την συνόδευσε μέχρι την πύλη της πόλεως. Αφού την αγκάλιασε και την κατεφίλησε κλαίοντας την παρέδωσε στους ανθρώπους για να την οδηγήσουν κοντά στην λίμνη. Πράγματι οι άνθρωποι την άφησαν εκεί και έφυγαν. Ο λαός έβλεπε μέσα από τα τείχη την κόρη που καθόταν κοντά στη λίμνη και επερίμενε να έλθει το θηρίο για να την κατασπαράξει.
Εκείνον τον καιρό ο Γεώργιος, που δεν είχε ακόμη ομολογήσει την Χριστιανικήν του πίστιν, ήταν κόμης και αρχηγός στρατιωτικής μονάδος στο στράτευμα του Διοκλητιανού. Επέστρεφε μάλιστα στην Καππαδοκία από ένα πόλεμο που συνεξεστράτευσε με τον Διοκλητιανό. Κατ' οικονομίαν Θεού επέρασε και από την λίμνην και όταν είδε το νερό θέλησε να ποτίσει τον ίππον του και να ξεκουρασθεί και ο ίδιος. Όταν είδε την κόρη να κλαίει ασταμάτητα και να διακατέχεται από αγωνία και τρόμον την επλησίασε και την ερώτησε γιατί έκλαιγε και ακόμη ποιος ήταν ο λόγος που την παρακολουθούσε ο λαός μέσα από τα τείχη. Η κόρη του είπε ότι αδυνατούσε να του διηγηθεί τα όσα συνέβησαν και τα όσα επρόκειτο να συμβούν και τον παρεκάλεσε να ιππεύσει τον ίππον του και να φύγει όσο πιο σύντομα μπορούσε, γιατί κινδύνευε να χάσει την ζωή του και ήταν τόσο νέος και ωραίος». Ο Άγιος επέμενε να μάθει τι της συνέβει. Και αυτή του είπε: «Είναι μακρά η αφήγηση, κύριέ μου, και δεν μπορώ να σου διηγηθώ τα καθέκαστα αυτήν την ώρα. Μόνον σου λέγω και σε παρακαλώ να φύγεις τώρα αμέσως για να μην θανατωθείς μαζί μου άδικα». Και ο άγιος της είπε: «Πες μου την αλήθεια, γιατί κάθεσαι εδώ και ορκίζομαι στον Θεό που πιστεύω εγώ, ότι δεν θα σε αφήσω μόνη, αλλά θα σε ελευθερώσω από τον θάνατον,αλλιώς θα πεθάνω μαζί σου».
Τότε η κόρη εστέναξε πικρά και διηγήθηκε στον άγιο τα όσα συνέβησαν. Αφού άκουσε ο άγιος τα γεγονότα ερώτησε την κόρη: «Ο πατέρας σου και η μητέρα σου και ο λαός σε ποιο θεό πιστεύουν;» Και εκείνη απεκρίθηκε: «Πιστεύουν στον Ηρακλή και στην μεγάλη θεάν Άρτεμη». Ο Άγιος τότε της είπε: «Από σήμερα να μη φοβάσαι ούτε και να κλαις. Μόνον πίστεψε στον Χριστό που πιστεύω εγώ και θα δεις την δύναμη του Θεού μου». Η βασιλοπούλα απάντησε στον άγιον: Πιστεύω, κύριέ μου, μ' όλη μου την ψυχή και μ' όλη μου την καρδιά». Ο άγιος συνέχισε: «Έχε θάρρος στο θεό που δημιούργησε τον ουρανό και την γη και την θάλασσα διότι ο Χριστός πρόκειται να καταργήσει την δύναμη του θηρίου και θα ελευθερωθούν και ακόμη θα διώξουν το φόβο του θηρίου όλοι οι κάτοικοι του τόπου αυτού. Μείνε λοιπόν εδώ και μόλις δεις το θηρίο να έρχεται, φώναξέ με».
Τότε ο Άγιος έκλινε τα γόνατά του στη γη και αφού ύψωσε τα χέρια του προς τον ουρανό προσευχήθηκε λέγοντας: «Ο Θεός ο Μέγας και Δυνατός, ο καθήμενος επί των Χερουβίμ και επιβλέπων αβύσσους, ο ων ευλογητός και διαμένων εις τους αιώνας, Συ γνωρίζεις τας καρδίας ότι είναι μάταιες. Συ, Φιλάνθρωπε Δέσποτα, ο των προαιωνίων θαυμασίων Θεός, τον οποίον ούτε έννοια μπορεί να συλλάβει ούτε λόγος να ερμηνεύσει επίβλεψον και τώρα επ' εμέ τον ταπεινόν και φανέρωσέ μου τα ελέη σου. Υπόταξε υπό τους πόδας μου το πονηρόν αυτό θηρίον, για να γνωρίσουν όλοι ότι υπάρχεις μαζί μου και είσαι Συ ο μόνος θεός και εκτός από εσένα άλλος δεν υπάρχει». Τότε ακούστηκε φωνή από τον ουρανόν η οποία έλεγε: «Εισηκούσθη η δέησίς σου, Γεώργιε, και κάνε όπως θέλεις, διότι εγώ θάμαι πάντοτε μαζί σου». Μόλις ετελείωσε την προσευχή ο Άγιος εφάνηκε το άγριο θηρίον. Όταν το είδε η κόρη εφώναξε: «Αλλοίμονόν μου, κύριέ μου. Έρχεται το θηρίο για να με κατασπαράξει».
Τότε ο Άγιος έτρεξε για να συναντήση το θηρίο. Ήταν το θηρίο φοβερό. Έβγαζε από τα μάτια του φωτιά και ήταν τόσο εξαγριωμένο και απαίσιο ώστε παρουσίαζε ένα θέαμα φοβερό. Αμέσως ο Άγιος έκαμε το σημείο του Τιμίου Σταυρού και είπε: «Κύριε ο Θεός μου, ημέρεψε για χάρη μου, που είμαι δούλος σου, το θηρίο αυτό για να πιστέψει ο λαός στο όνομά Σου το Άγιον». Έτσι και έγινε. Ο φοβερός δράκοντας με τα μεγάλα δόντια έπεσε στα πόδια του ίππου του αγίου και ενώ κυλιόταν, βρυχόταν. Μόλις η βασιλοπούλα είδε το θέαμα αυτό ένοιωσε μεγάλη χαράν. Και ο Άγιος της είπε: «Βγάλε την ζώνη σου και δέσε μ' αυτήν τον δράκοντα από τον λαιμόν». Αμέσως τότε η κόρη άφοβα έβγαλε την ζώνη της και έδεσε τον δράκοντα, και ευχαριστούσε τον Άγιον που την γλύτωσε από τον βέβαιον θάνατον. Ο Άγιος αφού ανέβηκε στο άλογό του είπε προς την βασιλοπούλα: «Σύρε τον δράκοντα με την ζώνη σου μέχρι την πόλη».
Όταν είδαν οι κάτοικοι το παράξενον συμβάν ότι δηλαδή μια κόρη σύρει τον δράκοντα δεμένον, ετράπησαν σε φυγή. Ο Άγιος Γεώργιος τους εφώναξε: «Μη φοβάσθε, σταθείτε και θα δείτε την δόξα του Θεού και την σωτηρία σας». Τότε σταμάτησαν όλοι απορημένοι και περίμεναν να δουν τι θα τους δείξει. Τους προέτρεψε λοιπόν να πιστέψουν στον Αληθινό Θεό και αυτοί δέχτηκαν με χαρά. Αφού σήκωσε το χέρι του κτύπησε με το ακόντιό του τον δράκοντα και το φοβερό τέρας σκοτώθηκε. Έπειτα αφού πήρε από το χέρι την βασιλοπούλα την παρέδωσε στον βασιλιά. Όλοι ένοιωσαν μεγάλη και ανέκφραστη χαρά και αφού γονάτισαν, καταφιλούσαν τα πόδια του Αγίου και ευχαριστούσαν τον Πανάγαθον Θεόν, διότι τους ελευθέρωσε από το θηρίο κι έτσι σταμάτησε η θυσία των παιδιών τους.
Ο Άγιος Γεώργιος κάλεσε από κάποια πόλη της Αντιοχείας τον Επίσκοπον Αλέξανδρον και εβάπτισε τον βασιλιά και τους άρχοντας και ολόκληρο τον λαόν. Μέσα σε δεκαπέντε μέρες εβάπτισε σαρανταπέντε χιλιάδες.
Αφού λοιπόν εβαπτίσθηκαν όλοι και έγινε μεγάλη χαρά στη γη και στον ουρανόν έκτισαν και μια μεγάλη εκκλησία επ' ονόματι του τρισυποστάτου Θεού. Ο Άγιος επήγε να την δει. Μόλις μπήκε στο Άγιο Βήμα και προσευχήθηκε βγήκε πηγή αγιάσματος και σκορπίσθηκε ευωδία στο Ναό. Η πηγή αυτή σώζεται μέχρι σήμερα.


Νηστεία είναι η αποχή από συγκεκριμένα είδη τροφίμων. Δεν είναι όμως μόνο αυτό. Νηστεία είναι να τρώμε μικρές ποσότητες από τα επιτρεπόμενα τρόφιμα και να προσπαθούμε να απέχουμε από κάθε αμαρτία, αφιερώνοντας ταυτόχρονα κάποιο χρόνο της ημέρας στην προσευχή. Πρώτος ο Χριστός, μας έδωσε το παράδειγμα της νηστείας όταν μετά την βάπτισή του στον Ιορδάνη ποταμό, παρέμεινε νηστεύοντας επί σαράντα ημέρες στην έρημο.

Παρακάτω παραθέτουμε χρήσιμο πιστεύω έναν μικρό κατάλογο με όλες τις νηστείες και μη του μήνα Οκτωβρίου και πατήστε εδώ για καλύτερη εικόνα.

Author Name

Φόρμα επικοινωνίας

Όνομα

Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο *

Μήνυμα *

Από το Blogger.